THEPOWERGAME
Παραμένει υψηλός, με ποσοστό 30,3%, σχεδόν… δωδεκαπλάσιος από τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό, ο μέσος όρος Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων προς το σύνολο των δανείων. Τη διαπίστωση αυτή έκανε μόλις ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, κ. Γιάννης Στουρνάρας, παρουσιάζοντας την έκθεση της Νομισματικής Πολιτικής για το 2020-2021 στη Βουλή.
Στο πλαίσιο αυτό, αναφερόμενος στην πανδημία, ο διοικητής έκρουσε καμπανάκι για νέα κόκκινα δάνεια. «Αναμένουμε περαιτέρω αύξηση λόγω πανδημίας» είπε χαρακτηριστικά, «αλλά οι τράπεζες οφείλουν να επανεξετάσουν την επάρκεια των προβλέψεών τους για τον πιστωτικό κίνδυνο και ειδικότερα την ικανότητα αποπληρωμής δανείων από δανειολήπτες που επλήγησαν από την πανδημία, δεδομένου ότι τα κρατικά μέτρα στήριξης αλλοιώνουν την πραγματική εικόνα».
Από την άλλη πλευρά, θεωρείται εφικτός ο στόχος για μονοψήφιο ποσοστό ΜΕΔ μέχρι το τέλος του 2022 τουλάχιστον για τις συστημικές τράπεζες, λόγω του ότι οι τράπεζες εφαρμόζουν επιθετική πολιτική μείωσης των κόκκινων δανείων.
Γενικότερα για το τραπεζικό σύστημα, η Έκθεση κάνει αναφορά στην παρουσία ζημιών λόγω τιτλοποιήσεων το πρώτο τρίμηνο, για υποχώρηση της κεφαλαιακής επάρκειας και για διατήρηση της πρόκλησης της υψηλής αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης, ενώ χαρακτηρίζει σημαντικές και στη σωστή κατεύθυνση τις πρόσφατες αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου.
Τα σημαντικότερα σημεία της Έκθεσης για το τραπεζικό σύστημα είναι μεταξύ άλλων τα εξής:
Το α΄ τρίμηνο του 2021, οι τράπεζες, συνολικά, κατέγραψαν ζημίες (όπως και το 2020). Παρότι τα καθαρά έσοδα εμφάνισαν αύξηση, ωστόσο, μετά το σχηματισμό προβλέψεων για τον πιστωτικό κίνδυνο (οι οποίες αντανακλούν κυρίως τις ζημίες συνεπεία της προγραμματισμένης πώλησης μεγάλου όγκου μη εξυπηρετούμενων δανείων μιας συστημικής τράπεζας), προέκυψαν ζημίες σε επίπεδο συστήματος.
Όσον αφορά στην κεφαλαιακή επάρκεια, το α΄ τρίμηνο του 2021 τόσο ο Δείκτης Κεφαλαίου Κοινών Μετοχών (Common Equity Tier 1 – CET1) όσο και ο Δείκτης Κεφαλαιακής Επάρκειας σε ενοποιημένη βάση υποχώρησαν ελαφρώς σε σύγκριση με το 2020, αλλά παρέμειναν σε ικανοποιητικό επίπεδο (13,6% και 15,6% αντίστοιχα στο τέλος Μαρτίου του 2021).
Ωστόσο, υπολείπονται πλέον του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Κατά τα τελευταία τρίμηνα, αρνητική επίδραση στους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας ασκούν οι τιτλοποιήσεις που γίνονται στο πλαίσιο της μείωσης των ΜΕΔ και η σταδιακή ενσωμάτωση της επίδρασης του Διεθνούς Προτύπου Χρηματοοικονομικής Αναφοράς 9 (ΔΠΧΑ 9). Ενσωματώνοντας την πλήρη επίδραση του ΔΠΧΑ 9, ο δείκτης CET1 διαμορφώθηκε σε 11,8% και ο Δείκτης Κεφαλαιακής Επάρκειας σε 13,8%. Περίπου το 65% των κεφαλαίων CET1 των τραπεζών αντιστοιχεί σε αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση έναντι του Ελληνικού Δημοσίου. Η παρούσα στρατηγική για τη μείωση των ΜΕΔ εκτιμάται ότι θα αυξήσει αυτό το ποσοστό.
Οι τράπεζες οφείλουν να ενισχύσουν ποιοτικά και ποσοτικά τα κεφάλαιά τους, κατεύθυνση στην οποία καταγράφονται ήδη θετικές εξελίξεις. Προβληματισμό ωστόσο δημιουργούν τα σχετικά αδύναμα μεγέθη κεφαλαιακής επάρκειας ορισμένων μη συστημικών τραπεζών.
Οριακή αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων το α΄ τρίμηνο του 2021 – Αναμένεται περαιτέρω αύξηση λόγω της πανδημίας – Θετική εξέλιξη η ενεργοποίηση του νέου πτωχευτικού κώδικα
Μετά την υποχώρηση που εμφάνισε το υπόλοιπο των ΜΕΔ το 2020, κυρίως λόγω των πωλήσεων δανείων στο πλαίσιο αξιοποίησης του προγράμματος παροχής κρατικής εγγύησης σε τιτλοποιήσεις δανείων πιστωτικών ιδρυμάτων, γνωστού με την ονομασία «Ηρακλής», οριακή αύξηση παρατηρήθηκε το α΄ τρίμηνο του 2021. Το υπόλοιπο των ΜΕΔ στο τέλος Μαρτίου του 2021 ανήλθε σε 47,3 δισεκ. ευρώ. Ο λόγος των ΜΕΔ προς το σύνολο των δανείων παρέμεινε υψηλός (30,3%) στο τέλος Μαρτίου του 2021, σχεδόν δωδεκαπλάσιος του αντίστοιχου λόγου για τις τράπεζες που εποπτεύονται από τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό στη ζώνη του ευρώ.
Η συνεχιζόμενη πανδημία καθώς και η άρση των μέτρων στήριξης αναμένεται να επιδεινώσουν τη χρηματοοικονομική κατάσταση ορισμένων επιχειρήσεων και νοικοκυριών που έχουν πληγεί από την πανδημία και να οδηγήσει σε νέα ΜΕΔ. Συνεπώς, οι τράπεζες οφείλουν να επανεξετάσουν την επάρκεια των προβλέψεών τους για τον πιστωτικό κίνδυνο και ειδικότερα την ικανότητα αποπληρωμής δανείων από δανειολήπτες που επλήγησαν από την πανδημία, δεδομένου ότι τα κρατικά μέτρα στήριξης αλλοιώνουν την πραγματική εικόνα.
Παράλληλα όμως οι τράπεζες, κυρίως οι συστημικές, στοχεύουν σε πιο επιθετικές πολιτικές μείωσης των ΜΕΔ. Ως αποτέλεσμα, εκτιμάται ότι ο δείκτης ΜΕΔ θα μπορούσε να μειωθεί σε μονοψήφιο ποσοστό σε επίπεδο τραπεζικού συστήματος μέχρι το τέλος του 2022, αν και ορισμένες τράπεζες, ιδίως μη συστημικές, δεν φαίνεται να ακολουθούν τη γενικότερη εφαρμογή οι διατάξεις του νέου πτωχευτικού κώδικα. Η εξέλιξη αυτή θα συμβάλει στη βελτίωση της ποιότητας του ενεργητικού των τραπεζών.
- Οι τράπεζες συνεχίζουν να επιβαρύνονται από ένα υψηλό απόθεμα ΜΕΔ, τα οποία αναμένεται να αυξηθούν μετά τη λήξη των μέτρων στήριξης. Παράλληλα, η κεφαλαιακή βάση των τραπεζών αναμένεται να αποδυναμωθεί περαιτέρω ως αποτέλεσμα της ακολουθούμενης πολιτικής μείωσης των ΜΕΔ
Σχέδιο Ανάκαμψης και τράπεζες
Βασική προϋπόθεση για τη στήριξη της αναπτυξιακής προσπάθειας και την επίτευξη των στόχων του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας είναι η εύρυθμη λειτουργία του τραπεζικού συστήματος, προκειμένου να είναι σε θέση να χρηματοδοτήσει υγιείς επιχειρήσεις μετά την πανδημία. Αυτό απαιτεί:
- την αντιμετώπιση των υφιστάμενων ΜΕΔ και όσων δημιουργηθούν μετά την άρση των μέτρων στήριξης της οικονομίας,
- την αναθεώρηση των προβλέψεων των τραπεζών για τον πιστωτικό κίνδυνο,
- την ουσιαστική ενεργοποίηση του νέου πτωχευτικού κώδικα, που θα συμβάλει στη βελτίωση της ποιότητας του ενεργητικού των τραπεζών και στην αναδιάρθρωση βιώσιμων επιχειρήσεων,
- την αντιμετώπιση του υψηλού ποσοστού της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης στα ίδια κεφάλαια και
- την ενίσχυση της κεφαλαιακής βάσης των τραπεζών.