THEPOWERGAME
Είναι εδραιωμένη πλέον η πρόθεση στροφής του ελληνικού καταναλωτικού κοινού, στα ποιοτικά και ασφαλή ελληνικά προϊόντα, ενισχύοντας έτσι την ελληνική οικονομία, την απασχόληση και την βιωσιμότητα των ασφαλιστικών ταμείων, συμβάλλοντας στην μείωση του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, καθώς και στην απεξάρτηση από την εγκληματική επιτροπεία των «δανειστών» και των επαχθών μνημονίων. Οργανώνοντας κατά συνέπεια μέσω των κοινωνικών δικτύων, ένα μεγάλο «εθνικό καταναλωτικό και ελπιδοφόρο κίνημα, εμφορούμενο από την «Νέα Εθνική Καταναλωτική Συνείδηση» έχουμε την δυνατότητα να κατευθύνουμε τις καταναλωτικές μας επιλογές, κατά συντριπτικό ποσοστό «Ελληνικά», ανασυντάσσοντας το παραγωγικό δυναμικό της χώρας και οδηγώντας στην έξοδο από την κρίση.
Ελληνικά προϊόντα: Τα συγκριτικά πλεονεκτήματα
Η Ελλάδα, λόγω της γεωγραφικής της θέσης, της διαφοροποίησης των κλιματικών συνθηκών, των διαρκών παραδοσιακών γεωργικών της δραστηριοτήτων περιορισμένης μακροχρόνιας όχλησης, είναι πλούσια σε βιοποικιλότητα και χλωρίδα, που αποτελούν καθοριστικά συγκριτικά πλεονεκτήματα και πολύτιµη παρακαταθήκη για τις επόµενες γενιές, λόγω σχετικώς ηπίων ανθρωπίνων παρεμβάσεων.
Ειδικότερα, οι αγρότες θα πρέπει με μεθοδικότητα και μεράκι να αποκαλύψουν τους διατροφικούς θησαυρούς, που κρύβει στα σπλάχνα της η προικισμένη ελληνική γη και υιοθετώντας νεωτεριστικούς τρόπους καλλιεργειών και αποτελεσματικές αναδιαρθρώσεις, να εξασφαλίσουν ασφαλή και ποιοτικά προϊόντα υποκαθιστώντας εισαγόμενα. Μπορούμε να ανακουφιστούμε από τα δυσβάστακτα δεινά της οικονομικής κρίσης, εάν οι μισοί μόνον Έλληνες επέλεγαν για τις καθημερινές, καταναλωτικές τους ανάγκες, αποκλειστικά και μόνο προϊόντα που παράγονται στην Ελλάδα και φέρουν στην συσκευασία τους την μαγική ένδειξη «Ελληνικό HYPERLINK “http://www.analyst.gr/2014/01/06/5552/”προιόνHYPERLINK “http://www.analyst.gr/2014/01/06/5552/”» ή ακόμα καλύτερα το σήμα «Ελλαδικά μας», που αποτελεί τον πρεσβευτή της αυθεντικής παραγωγικής Ελλάδας.
Θα πρέπει να στηρίξουμε το ελληνικό λάδι, την προμετωπίδα της μεσογειακής διατροφής, τα προϊόντα Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης, τα συνεταιριστικά, τα βιολογικά και όλα τα τοπικά μας προϊόντα, συνεισφέροντας στην ανάδειξη της μεσογειακής κουλτούρας και διατροφής, με πολλαπλά αναγνωρίσιμα οφέλη για την υγεία μας. Αντιθέτως, τα εισαγόμενα προϊόντα στο βωμό της ελαχιστοποίησης του κόστους και των υπεραποδόσεων, εγκυμονούν κινδύνους από γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς, αποτελούν αιτία συχνών διατροφικών σκανδάλων και είναι χαμηλής θρεπτικής αξίας. Η προσπάθεια αυτή πρέπει να στηριχθεί κυρίως από τους μεγάλους καταναλωτές, όπως super markets, ξενοδοχειακά συγκροτήματα, νοσοκομεία, ιδρύματα, ακόμα και τα κυλικεία των σχολείων, μέσω τακτικών επισκέψεων μαθητών σε αμιγώς Ελληνικές παραγωγικές επιχειρήσεις, για να εξοικειώνονται με τα ελληνικά προϊόντα και να διαμορφώσουν από πολύ νωρίς βαθειά «καταναλωτική συνείδηση».
Η χειραγώγηση του συστήματος πληροφόρησης, οι παράνομες πρακτικές και οι πολυποίκιλες πιέσεις που ασκούνται από το μεγάλο εισαγωγικό εμπόριο, στο ελληνικό εμπορικό κύκλωμα και τις ελληνικές παραγωγικές επιχειρήσεις, θα πρέπει να προκαλέσουν τη γενικευμένη αντίδρασή μας, με παράλληλη ανάληψη νομικών ενεργειών εναντίον πάσης φύσεως καταχρηστικών εμπορικών πρακτικών και αποκλεισμών.
Το κίνημα «Καταναλώνουμε Ότι Παράγουμε»
Το κίνημα πολιτών «Καταναλώνουμε Ότι Παράγουμε» θεωρεί, ότι πρέπει να αντιστρέψουμε την καταναλωτική μας «εξωστρέφεια» και να τη διοχετεύσουμε στην ελληνική αγορά, δεδομένου ότι η χώρα μας παράγει εξαιρετικής ποιότητας φρούτα, λαχανικά, δημητριακά, γαλακτοκομικά, τυροκομικά, κρέατα, ψάρια, κρασιά, αλκοολούχα ποτά και ζυμαρικά. Παρόλα αυτά μέσα σε ένα χρόνο έχουμε καταβάλει 6,5 δισ. ευρώ για εισαγωγές αγροτικών προϊόντων, εις το οποία συμπεριλαμβάνονται και 2.000 κωδικοί προϊόντων ασιατικής προέλευσης.
Όσον αφορά τις τουριστικές επιχειρήσεις, θα πρέπει να εμπιστευθούν τις Ελληνικές παραγωγικές μονάδες, να συνεργασθούν και να σχεδιάσουν μαζί τους την οργάνωση του εθνικού μετώπου, αναδιοργανώνοντας τα τμήματα προμηθειών τους, και εκκαθαρίζοντάς αυτά από υπεύθυνους αγορών, έμμισθους ατζέντηδες ξένων συμφερόντων. Γιατί εάν καταλήξουν στο έλεος του μεγάλου εισαγωγικού εμπορίου, δεν θα έχουν την πολυτέλεια να διαπραγματεύονται και θα αποδέχονται τους μονοπωλιακούς όρους συνεργασίας των.
Η «γνωριμία» των ξένων επισκεπτών μας, με τα ελληνικά καταναλωτικά προϊόντα κυρίως της μεσογειακής διατροφής, με τα άφθονα θρεπτικά της συστατικά τη σωστή αναλογία γευμάτων και το άφθονο ελαιόλαδο, η οποία προβάλλεται διεθνώς ως ασπίδα της υγείας, προοιωνίζει τη δημιουργία αγοράς στις χώρες προέλευσης των, όπου είναι βέβαιο ότι θα τα αναζητήσουν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι ΗΠΑ όπου είναι περιζήτητα, ως απολύτως ασφαλή, υψηλής θρεπτικής αξίας και με σταθερές και πλούσιες τις παραδοσιακές οργανοληπτικές των ιδιότητες. Η Ιταλία είναι σε θέση να καλύπτει τις διατροφικές ανάγκες του τουρισμού της κατά 75%, ακριβώς επειδή έχει υιοθετήσει τις παραπάνω απολύτως απαραίτητες συμπεριφορές και πρακτικές, έναντι ενός πενιχρού 15% της χώρας μας.
Η στροφή προς τα μαζικά προϊόντα
Τελευταία παρατηρείται συρρίκνωση των μικρών και των μεσαίων καθώς και των παραδοσιακών, εξειδικευμένων καταστημάτων τροφίμων, όπως κρεοπωλείων, ιχθυοπωλείων και οπωροπωλείων, όπως και στροφή προς τα μαζικά προϊόντα προσφορών των παγκοσμίων εφοδιαστικών αλυσίδων, λόγω δελεαστικών συσκευασιών και πρακτικών προώθησης, εις βάρος των τοπικών μας προϊόντων, ως συνέπεια της απομείωσης την τελευταία οκταετία των εισοδημάτων της μεσαίας τάξης, από την υπερφορολόγηση των ελεύθερων επαγγελματιών. Ο κατάλογος των εισαγόμενων προϊόντων που μπορεί ένας συνειδητοποιημένος Έλληνας καταναλωτής, να αντικαταστήσει με αντίστοιχα προϊόντα που παράγονται στην Ελλάδα είναι πραγματικά ατελείωτος.
Η δραστική πτώση του κατά κεφαλήν διαθεσίμου εισοδήματος στη χώρα μας, συντείνει στην κατάρρευση ενός ολόκληρου μοντέλου ιδιάζοντος μικροϊδιοκτησιακού, το οποίο λειτουργούσε στην εγχώρια αγορά καταναλωτικών προϊόντων, στηρίζοντας μέχρι τώρα ένα αποκεντρωμένο δίκτυο παραγωγής και διάθεσης εγχωρίων προϊόντων, με την ύπαρξη χιλιάδων εξειδικευμένων καταστημάτων, που λειτουργούσε ως «οικονομικό οικοσύστημα, με οριακό ανταγωνισμό επί των τιμών και την προσέλκυση των πελατών να στηρίζεται στις προσωπικές σχέσεις και την εμπιστοσύνη. Ο μικροϊδιοκτησιακός χαρακτήρας της χώρας τσακίζεται βίαια και η αγορά της συνακολούθως «παγκοσμιοποιείται», με ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού, να εξαναγκάζεται λόγω ακραίας συρρίκνωσης των εισοδημάτων του, να στραφεί προς τα μαζικά τυποποιημένα προϊόντα των πολυεθνικών…
Η Ελλάδα με ιδανικές κλιματολογικές και εδαφολογικές συνθήκες, αδυνατεί να αναπτύξει σε μεγάλο βαθμό την εν δυνάμει πρωτογενή της παραγωγή, πληρώνοντας τα λάθη του παρελθόντος, όπου οι κυβερνήσεις της επέλεξαν, την επιδότηση των μεγάλων αγροτικών καλλιεργειών, με συνέπεια να πάψουν οι αγρότες να εργάζονται και απουσία κρατικών ελέγχων, κατασπαταλούσαν τις επιδοτήσεις στην κατανάλωση και την βελτίωση του επιπέδου της ζωής των. Αντιθέτως οι γειτονικές χώρες της ΕΕ, προέκριναν ορθώς την επιδότηση της «μεταποίησης και των παράπλευρων προϊόντων», αγροτικών εφοδίων και εξοπλισμών, με αποτέλεσμα να καλπάζουν παραγωγικά και τεχνολογικά, ενώ οι Έλληνες συνωθούνται στα τραπεζικά ιδρύματα, για να εισπράξουν ελεημοσύνες, δίκην κρατικών κοινωνικών μερισμάτων.
Το παράδειγμα του Ισραήλ
Εν αντιθέσει, ο μέχρι το 1960 ανύπαρκτος αγροτικός τομέας του Ισραήλ, αντιμετώπισε τη λειψυδρία, τις ακατάλληλες κλιματολογικές συνθήκες και το ερημικό και πετρώδες έδαφος του, με την τεχνολογία διαχείρισης υδάτινων πόρων, αφαλάτωσης και προφύλαξης της παραγωγής του από ακραίες συνθήκες. Οι σύγχρονοι Ισραηλινοί-αγρότες, ανέπτυξαν την παραγωγή εξειδικευμένων λιπασμάτων, ωφέλιμων εντόμων για τη βιολογική γεωργία, σύγχρονων θερμοκηπίων, διχτυοκηπίων και την τεχνολογία ελέγχου περιβάλλοντος, έχοντας ενσωματώσει πλήρως την επιστημονική γνώση και την τεχνολογία. Ομοίως η Ολλανδία, μιας μικρή πυκνοκατοικημένη και εξόχως προβληματική χώρα, από πλευράς κλίματος, στάθμης της θάλασσας, τοξικότητας και υπερεκμετάλλευσης του εδάφους της, εστράφη στη βιώσιμη γεωργία «ακριβείας» με την φυτοπροστασία των «βιοδραστικών» ουσιών, περιορίζοντας κατά 90% την εξάρτηση από το νερό με την εφαρμογή της αεροπονίας και καταργώντας σχεδόν την χρήση χημικών παρασιτοκτόνων εντός των θερμοκηπίων. Λόγω του υψηλού βαθμού καινοτομίας που διαπνέει ολόκληρη την αγροδιατροφική αλυσίδα της, μίας αποτελεσματικής σύμπραξης επιστήμης και επιχειρηματικότητας, και την συνδρομή των δημοσίων αρχών της χώρας, έχει καταφέρει να είναι η δεύτερη χώρα παγκοσμίως μετά τις ΗΠΑ, στις εξαγωγές τροφίμων, με 94δις € το 2016, έναντι περίπου 5δις € της Ελλάδας.
Το μέτωπο των έντεκα εκατομμυρίων εν δυνάμει ενεργών Ελλήνων καταναλωτών, στα πλαίσια μίας «πανεθνικής καμπάνιας» θα πρέπει να παγιώσει «εθνική καταναλωτική συνείδηση», η οποία να αποτελέσει την δύναμή κρούσης και στήριξης της ελληνικής παραγωγής και υπέρβασης της κρίσης. Η Ελλάδα σήμερα, στη χειρότερη ίσως στιγμή της μακραίωνης ιστορίας της, χρειάζεται απαραίτητα ένα εθνικό σχέδιο, ένα όραμα για το μέλλον της και όχι μόνο ένα οικονομικό πρόγραμμα που ούτε αυτό διαθέτει. Εάν δεν καταφέρουμε να ορθώσουμε τώρα μόνοι μας, την τελευταία αυτή γραμμή άμυνας της χώρας, δεδομένου ότι δεν πρόκειται να έλθει βοήθεια από πουθενά, είναι πλέον σίγουρο ότι η χώρα μας θα καταλήξει μία απονεκρωμένη περιοχή υπό κατοχή, χωρίς την προστασία του Διεθνούς Δικαίου, με μετάλλαξη μας σε φθηνούς σκλάβους χρέους, σε ανθρώπινο δυναμικό, σε «φυσικό πόρο» στο διηνεκές.