THEPOWERGAME

Σχέδιο για μερική κατάργηση της προσωπικής διαφοράς, αντίστοιχο με τους μισθούς του Δημοσίου, και τη μείωση της «ψαλίδας» στις μεγάλες συντάξεις βρίσκεται στο «τραπέζι» των συζητήσεων μεταξύ της ηγεσίας των υπουργείων Εργασίας και Οικονομικών. Η εφαρμογή του μέτρου θα έχει ορίζοντα το 2026, με τις νέες αυξήσεις που θα δοθούν και θα είναι αποτέλεσμα της αύξησης του μέσου μισθολογικού κόστους και όχι του ύψους του πληθωρισμού, όπως ίσχυε μέχρι φέτος, καθώς αλλάζει ο τρόπος υπολογισμού.
Το σχέδιο για την προσωπική διαφορά αφορά, σύμφωνα με πληροφορίες, την πλήρη κατάργησή της για όλες τις συντάξεις έως 2.000 ευρώ και την ποσοστιαία απομείωσή της για τις επιπλέον συντάξεις. Προς το παρόν δεν έχει αποφασιστεί το ποσοστό μείωσης, καθώς προσμετράται το κόστος στις συνταξιοδοτικές δαπάνες. Είναι χαρακτηριστικό πως οι συνταξιούχοι έχουν χάσει, εξαιτίας του νόμου Κατρούγκαλου, αυξήσεις τα τελευταία τρία χρόνια που ανέρχονται σε ποσοστό 13,15%.
Με προσωπική διαφορά το 2020 ήταν 1,2 εκατ. συνταξιούχοι και με τις αυξήσεις από το 2021 και μετά ο αριθμός τους έχει μειωθεί στις 680.000. Δηλαδή μηδένισαν την προσωπική διαφορά περίπου 500.000 συνταξιούχοι. Εκτιμάται ότι προσωπική διαφορά μέχρι του ποσού των 2.000 ευρώ έχουν άλλοι 450.000 συνταξιούχοι, οι οποίοι θα δουν ολόκληρη την αύξηση από το 2026.
Τη χρονιά που πέρασε έλαβαν την αύξηση 1,9 εκατ. συνταξιούχοι, με κόστος 440 εκατ. ευρώ για τον Προϋπολογισμό. Αυτό σημαίνει μια μέση ετήσια αύξηση κατά 232 ευρώ σε κάθε συνταξιούχο. Αν προστεθούν και οι 450.000 συνταξιούχοι που έχουν προσωπική διαφορά, με μια μέση ετήσια αύξηση κατά 232 ευρώ, τότε το κόστος των αυξήσεων ανεβαίνει κατά 200 εκατ. ευρώ, στόχος που θεωρείται απόλυτα ρεαλιστικός και καλύπτεται από διάφορους παράγοντες, όπως είναι η αύξηση των εργαζομένων, των μισθών, αλλά και των συνταξιούχων που εργάζονται.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του φετινού Προϋπολογισμού, η αύξηση των συντάξεων είναι στο 1,9% του ΑΕΠ, που σημαίνει ότι υπολείπεται κατά πολύ από το 2,5% που προβλέπει ο νόμος ως «ρήτρα» βιωσιμότητας του ασφαλιστικού συστήματος. Εξάλλου, η αύξηση των συνταξιοδοτικών δαπανών πρέπει να βρίσκεται κατά μέσο όρο στο 2,5%, σε μια περίοδο που ξεκινά από το 2010 και φτάνει έως το 2070.
Για παράδειγμα, ένας συνταξιούχος που λαμβάνει σύνταξη 1.500 ευρώ, εκ των οποίων τα 1.100 ευρώ είναι η σύνταξη και τα 400 είναι το ποσό της προσωπικής του διαφοράς, θα πρέπει να περιμένει μέχρι το 2037, για να καλύψει τα 400 ευρώ με ετήσιες αυξήσεις 2,4%. Το πρόβλημα που δημιούργησε στους συνταξιούχους η προσωπική διαφορά είναι ότι οι αυξήσεις που δίνονται συμψηφίζονται με την προσωπική διαφορά και δεν περνάνε στην τσέπη, έως ότου το ποσό της προσωπικής διαφοράς μηδενιστεί, έως ότου δηλαδή οι αυξήσεις φτάσουν αν είναι όσο και η προσωπική διαφορά.
Για παράδειγμα, σε σύνταξη 1.100 ευρώ με 400 ευρώ προσωπική διαφορά και σύνολο 1.500 ευρώ, η αύξηση 2,4% για το 2025 θα πάει στα 1.100 ευρώ και σημαίνει ότι η σύνταξη ανεβαίνει στα 1.126 ευρώ, ενώ η προσωπική διαφορά μειώνεται στα 374 ευρώ. Το σύνολο, όμως, παραμένει στα 1.500 ευρώ όσο υπάρχει υπόλοιπο προσωπικής διαφοράς.
Διαβάστε επίσης
Οι χώρες της Ευρώπης με τις μεγαλύτερες εισαγωγές ελληνικών κρασιών
Κόκκινες κάρτες υπουργών στο έργο μαμούθ για τον Ιατρικό Φάκελο Ασθενούς
Δήμος Αθηναίων: Πώς θα λειτουργεί η κάρτα ενεργειακής φτώχειας