THEPOWERGAME
«Υπήρξαμε πολύ αφελείς. Αφήσαμε ένα μεγάλο τμήμα του σχεδιασμού και της κατασκευής ημιαγωγών σε άλλες περιοχές του πλανήτη. Σήμερα πρέπει να αποκαταστήσουμε αυτή την ανισορροπία». Με τα λόγια αυτά ο Επίτροπος Βιομηχανίας της ΕΕ, Τιερί Μπρετόν, περιέγραφε πολύ αδρά τη μέχρι σήμερα στρατηγική της Ένωσης για τους ημιαγωγούς και την υφιστάμενη εξάρτησή της από τους διεθνείς ανταγωνιστές, ΗΠΑ και Ασία, για την παραγωγή των πολύτιμων μικροτσίπς
Μια στρατηγική που άφησε στα ευρωπαϊκά κράτη μόλις το 10% από το 40% τη δεκαετία του ’90 της παγκόσμιας αγοράς chips, η οποία φτάνει σήμερα σε αξία τα 440 δισ.ευρώ. Και αποτελεί πλέον θέρετρο επιχειρηματικών μαχών μεταξύ -κυρίως- αμερικανικών και ασιατικών εταιρειών, που βρίσκονται σε επενδυτικό «πυρ ομαδόν», ώστε να παράξουν αυτό που ζητά ένα τεράστιο κομμάτι της παγκόσμιας βιομηχανίας: τα μικροτσιπς.
Μιλώντας στην εκδήλωση «digital assembly 2021, leading the digital decade» ο Τιερί Μπρετόν έθεσε τον πήχη της Ευρώπης για την αγορά των ημιαγωγών: «θέλουμε μέχρι το 2030 το μερίδιό μας στην παγκόσμια αγορά να φτάσει το 20%. Είναι φιλόδοξος ο στόχος του διπλασιασμού του μεριδίου μας, αλλά μπορούμε να τον πετύχουμε» τόνισε ο Ευρωπαίος Αξιωματούχος.
Συμμαχία με ελληνική συμμετοχή
Πώς θα πετύχει η Ευρώπη αυτό τον φιλόδοξο στόχο; Ένα πρώτο βήμα, σύμφωνα με τον Ευρωπαίο Επίτροπο, είναι η δημιουργία της Ευρωπαϊκής Συμμαχίας για τους Ημιαγωγούς. Την ιδρυτική πράξη της Συμμαχίας υπογράφουν 22 κράτη-μέλη της ΕΕ, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, δια του υπουργού Ανάπτυξης και Επενδύσεων, κ. Άδωνι Γεωργιάδη.
Στόχος του συνασπισμού των δυνάμεων πέριξ των ημιαγωγών -στόχο που ο Breton έχει αναλάβει σχεδόν προσωπικά- είναι να συσπειρώσει τους κορυφαίους κατασκευαστές chips της Ευρώπης, τα ερευνητικά κέντρα και τις ίδιες τις κυβερνήσεις σε μια ευρωπαϊκή απάντηση στον ιδιότυπο «πόλεμο» για τους ημιαγωγούς, επενδύοντας σε επεξεργαστές και τεχνολογίες ημιαγωγών.
Τα 22 κράτη-μέλη, μεταξύ τους και η Ελλάδα, ενώνουν τις δυνάμεις τους για να υποστηρίξουν την εντός ευρωπαϊκών συνόρων σχεδίαση και ανάπτυξη ημιαγωγών, ώστε να μειώσουν την εξάρτηση του ΕΕ από ξένους προμηθευτές. Στο τραπέζι έχουν πέσει σενάρια για τη μείωση της εξάρτησης από ξένους κατασκευαστές, μέσω της δημιουργίας κοινής παραγωγικής μονάδας από ευρωπαϊκές κατασκευαστικές δυνάμεις, συμπεριλαμβανομένων των STMicroelectronics, NXP, Infineon και ASML. Μάλιστα, το φως της δημοσιότητας έχουν δει, κατά καιρούς, και σενάρια για τις χώρες που θα μπορούσαν να φιλοξενήσουν μια κοινή πανευρωπαϊκή γραμμή παραγωγής μικροτσίπς, με τη Γαλλία τη Γερμανία και την Πολωνία να παίζουν μεταξύ αυτών.
Το βέβαιο είναι ότι η Ευρώπη θα κληθεί να βάλει βαθιά το χέρι στην τσέπη και το Ταμείο Ανάκαμψης θα παίξει κομβικό ρόλο σε αυτή την κατεύθυνση, παράλληλα με τον προϋπολογισμό της Ένωσης, τους εθνικούς προϋπολογισμούς και την ιδιωτική συμμετοχή -εφόσον βέβαια το σχέδιο τελεσφορήσει. Ο σχεδιασμός και η ανάπτυξη των πιο προηγμένων τσιπ σήμερα μπορεί να κοστίσει έως και 1 δισ. ευρώ. Ένα εργοστάσιο κατασκευής μικροτσιπς αιχμής απαιτεί επενδύσεις έως και 20 δισ. ευρώ.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2020, μόνο δύο κατασκευαστές, η TSMC (Ταϊβάν) και η Samsung (Νότια Κορέα), είχαν τη δυνατότητα παραγωγής των πιο προηγμένων μικροτσίπς παγκοσμίως. Να σημειωθεί ότι η Ταϊβάν παράγει το 20% των ημιαγωγών, η Νότια Κορέα το 15% και η Σιγκαπούρη το 7%.
Φρενάρουν οι αυτοκινητοβιομηχανίες
Η σύσταση της Συμμαχίας για τους ημιαγωγούς έρχεται σε μία χρονική συγκυρία όπου η παγκόσμια αγορά βρίσκεται αντιμέτωπη με μια δραματική έλλειψη chips, την οποία οι αναλυτές χαρακτηρίζουν ως «Αρμαγεδόνα», «chipageddon» για την ακρίβεια.
Η πανδημία της COVID-19 και η στενότητα στην παραγωγή ημιαγωγών ανέδειξε την τεράστια ζήτηση που υπάρχει για τα μικροτσιπς, τα οποία αποτελούν δομικό κομμάτι σχεδόν για κάθε συσκευή: από το PlayStation 5s και τις ηλεκτρικές οδοντόβουρτσες μέχρι τα κινητά και τα πλυντήρια ρούχων, και από τα αεροσκάφη και τις ιατρικές συσκευές μέχρι τα αυτοκίνητα.
Κυρίως η αυτοκινητοβιομηχανία δέχεται βαριά τη σκιά της έλλειψης ημιαγωγών. Οι κατασκευαστές σε όλο τον κόσμο μειώνουν τον ρυθμό παραγωγής ή κλείνουν τις γραμμές συναρμολόγησης, λόγω της παγκόσμιας έλλειψης. Ήδη ηχηρά brands, όπως αυτών των Ford, Subaru και Toyota έχουν περιορίσει την παραγωγή τους στις ΗΠΑ. Οι αυτοκινητοβιομηχανίες που επηρεάζονται σε άλλες αγορές περιλαμβάνουν τις Volkswagen, Nissan και Fiat Chrysler Automobiles.