THEPOWERGAME
Ήταν το 2022, όταν η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, πρότεινε από το Νταβός τη δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Ταμείου Κυριαρχίας (EUSF), προκειμένου να στηριχθεί η βιομηχανία απέναντι στην ενεργειακή κρίση, την αύξηση του πληθωρισμού και τα αντίστοιχα προγράμματα κρατικών επιδοτήσεων και ελκυστικής φορολογίας, που παρέχουν σε εγχώριες και ξένες βιομηχανίες και εταιρείες χώρες όπως οι ΗΠΑ και η Κίνα. Η ιδέα είχε στηριχθεί στον συλλογισμό πως έτσι η Ένωση θα επένδυε στο μέλλον και την ασφάλεια της Ευρώπης. Εξάλλου κρατικά επενδυτικά ταμεία έχουν πολλές χώρες του πλανήτη, από την Κίνα μέχρι την Αραβική Χερσόνησο, όπως και αρκετά κράτη – μέλη της Ε.Ε. Η Ελλάδα, μέσω του Υπερταμείου, βρίσκεται στο τελικό στάδιο για τη σύσταση ενός αντίστοιχου ταμείου.
Μάλιστα, τότε η κ. Φον ντερ Λάιεν τόνιζε πως επρόκειτο για μία «διαρθρωτική λύση που θα επιτρέψει την αύξηση των διαθέσιμων πόρων για την καινοτόμο έρευνα και βασικά στρατηγικά βιομηχανικά προγράμματα για την επίτευξη των μηδενικών εκπομπών CO2». Είχε καταγγείλει δε, τις «επιθετικές προσπάθειες» προσέλκυσης των βιομηχανικών ικανοτήτων της Ευρώπης, κυρίως στον τομέα των τεχνολογιών που συνδέονται με την καθαρή ενέργεια, από την Κίνα «και αλλού», εννοώντας εμμέσως πλην σαφώς τις ΗΠΑ και το τεράστιο πρόγραμμα (γνωστό ως IRA), ύψους εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων, που προωθούσε ο τότε Αμερικανός πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν, για την προσέλκυση βιομηχανικών επενδύσεων. «Δεν θα διστάσουμε να εκκινήσουμε έρευνες αν θεωρήσουμε ότι οι ευρωπαϊκές δημόσιες συμβάσεις έργου ή άλλες συμβάσεις είναι διαστρεβλωμένες από τέτοιες επιδοτήσεις», είχε δηλώσει τότε η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.
Η σύσταση ενός Ευρωπαϊκού Ταμείου Κυριαρχίας επανέρχεται στην επικαιρότητα μετά και τις εκθέσεις Λέτα και Ντράγκι οι οποίες επισημαίνουν πως μόνο με τεράστια αύξηση των επενδύσεων, η Ε.Ε. μπορεί να κλείσει την ψαλίδα που τη χωρίζει από τους κύριους οικονομικούς ανταγωνιστές, τις ΗΠΑ και την Κίνα. Μάλιστα στην έκθεση Ντράγκι τονίζεται πως οι επενδύσεις στην Ε.Ε. πρέπει να αυξηθούν κατά 800 – 850 δισ. ευρώ το χρόνο, να φτάσουν δηλαδή σε επίπεδα που έχει να γνωρίσει η Ευρώπη από τις δεκαετίες του 1950 και του 1960 όταν προχωρούσε η ανοικοδόμηση από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Σήμερα, στο 2025, η ανάλυση, που διενεργήθηκε από την επιτροπή ECON του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, υποστηρίζει ότι το Ταμείο δεν θα πρέπει να χρηματοδοτεί επιδοτήσεις σε συγκεκριμένους τομείς, αλλά να επικεντρωθεί σε επενδύσεις που θα αποφέρουν κέρδη. Τονίζει ότι το Ευρωπαϊκό Ταμείο Κυριαρχίας θα πρέπει να δώσει βάρος στο μέλλον της Ευρώπης, επενδύοντας σε start-ups και scale-ups επιχειρήσεις μέσω του ήδη υπάρχοντος Ταμείου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Καινοτομίας (EIC). Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της ανάλυσης, κάτι τέτοιο θα ήταν ένα αποφασιστικό βήμα προς την προώθηση των στόχων της πρόσφατα συμφωνηθείσας Πλατφόρμας Στρατηγικών Τεχνολογιών για την Ευρώπη (STEP). Το EUSF θα μπορούσε επίσης να επενδύσει στην ασφάλεια του εφοδιασμού με την απόκτηση και τη διαχείριση στρατηγικών αποθεμάτων κρίσιμων πρώτων υλών. Αυτό θα προωθούσε τον στόχο περί ενός κοινού ευρωπαϊκού αποθέματος κρίσιμων πρώτων υλών. Ωστόσο, για να επιτύχει τους στόχους του, το EUSF θα πρέπει να είναι αυστηρά ανεξάρτητο από πολιτική επιρροή.
Για την ακρίβεια, το EUSF προτείνεται να έχει δύο βασικούς πυλώνες:
- Τη χρηματοδότηση της καινοτομίας και
- Οικονομική ασφάλεια μέσα από τα στρατηγικά αποθέματα κρίσιμων πρώτων υλών.
Καινοτομία
Όπως αναφέρει η ανάλυση, το EUSF πρέπει να αναλάβει τις επενδυτικές δραστηριότητες του υπάρχοντος EIC, καθώς αυτό θα πρέπει να επικεντρωθεί αποκλειστικά στην υποστήριξη της έρευνας. Όσο για τις επενδυτικές δραστηριότητες του EUSF στην καινοτομία, αυτές θα πρέπει να χρηματοδοτούνται μέσω της έκδοσης ευρωομολόγων και όχι μέσω του προϋπολογισμού της ΕΕ. Η έκθεση υπογραμμίζει ότι επί του παρόντος, η ΕΕ υστερεί των ΗΠΑ στην καινοτομία, ειδικά στη ριζική καινοτομία, λόγω της ύπαρξης προγραμμάτων στην άλλη όχθη του Ατλαντικού, όπως το DARPA (Υπηρεσία Έρευνας Προηγµένων Αµυντικών Προγραµµάτων). Είναι χαρακτηριστικό ότι το EIC διαθέτει περί τα 240 εκατ. ευρώ ετησίως για έρευνα, ποσό πολύ μικρότερο από το αντίστοιχο DARPA, που αντιστοιχεί σε 4 δισ. δολάρια.
Με το EIC να μπορεί, επομένως, να δαπανήσει μόνο κάτι λιγότερο από 250 εκατομμύρια ευρώ σε επιχορηγήσεις για πρωτοποριακή έρευνα στο πλαίσιο του προγράμματος Pathfinder, ενώ πάνω από 700 εκατομμύρια ευρώ διατίθενται για επενδύσεις και εμπορικές εφαρμογές στο πλαίσιο του προγράμματος Accelerator, η ΕΕ θα συνεχίσει να μένει πίσω στην καινοτομία. Κατά την έκθεση, το EIC θα μπορούσε να αυξήσει σημαντικά τους πόρους για έρευνα εάν το EUSF αναλάβει τη χρηματοδότηση των επενδύσεών του. Εάν το EIC συνεχίσει να επενδύει περίπου 1 δισεκατομμύριο ευρώ (όπως το 2023) και κερδίζει μόνο μέτρια απόδοση, θα καταλήξει έως το 2030 με ένα σημαντικό χαρτοφυλάκιο, ύψους έως και 10 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Το επιχείρημα για τη δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Ταμείου Κυριαρχίας και την αφαίρεση της χρηματοδότησης του EIC από τον προϋπολογισμό είναι απλό: η ανάληψη μετοχών είναι μια χρηματοοικονομική πράξη, μέσω της οποίας η ΕΕ αποκτά ένα χρηματοοικονομικό περιουσιακό στοιχείο. Σήμερα, δυστυχώς, το μεγαλύτερο μέρος του κονδυλίου του προϋπολογισμού του EIC καταλαμβάνεται από τη δραστηριότητα άμεσων επενδύσεων.
Κοινό ευρωπαϊκό απόθεμα κρίσιμων πρώτων υλών για οικονομική ασφάλεια
Όσον αφορά τον δεύτερο πυλώνα στον οποίο αναφέρεται η έκθεση, το κοινό ευρωπαϊκό απόθεμα κρίσιμων πρώτων υλών, προτείνεται το EUSF να αγοράζει και να διατηρεί στρατηγικά αποθέματα κρίσιμων πρώτων υλών με στόχο την προστασία από πιθανές διαταραχές στην εφοδιαστική αλυσίδα. Κι αυτό διότι η Πράξη για τις Κρίσιμες Πρώτες Ύλες (CRA), που ενθαρρύνει τα κράτη-μέλη να δημιουργήσουν εθνικά αποθέματα, δεν λύνει το πρόβλημα του «αποκλεισμού» των αποθεμάτων σε περίπτωση κρίσης. Ένα κοινό ευρωπαϊκό απόθεμα θα εξασφαλίσει την ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και την πρόσβαση όλων των κρατών-μελών σε αυτές τις κρίσιμες πρώτες ύλες. Το EUSF προτείνεται να αναλάβει αυτόν τον ρόλο, αγοράζοντας και διατηρώντας ένα στρατηγικό απόθεμα.
Η εστίαση θα πρέπει να γίνει σε 5 βασικές κρίσιμες πρώτες ύλες, όπου η Κίνα είναι ο κύριος προμηθευτής, κι αυτό προκαλεί ανησυχίες για το ενδεχόμενο η Κίνα να χρησιμοποιήσει τη θέση της ως προμηθευτή για να ασκήσει πολιτική πίεση. Άλλωστε, αυτήν τη στιγμή η ΕΕ εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από εισαγωγές, πολλές από τις οποίες προέρχονται από λίγες μόνο χώρες, δημιουργώντας ευπάθειες σε περίπτωση διακοπής της προμήθειας, τονίζεται στην έκθεση. Το εκτιμώμενο κόστος, κατά την ECON, ανέρχεται σε 0,5 δισ. ευρώ για αποθέματα ενός έτους.
Η έκθεση καταλήγει ότι το EUSF μπορεί να αποτελέσει ένα σημαντικό εργαλείο για την ενίσχυση της ευρωπαϊκής κυριαρχίας και ανταγωνιστικότητας, με έμφαση στην καινοτομία και την ασφάλεια εφοδιασμού κρίσιμων πρώτων υλών. Η επιτυχία του θα εξαρτηθεί από την ανεξάρτητη και επαγγελματική διαχείριση, καθώς και από την αποτελεσματική συνεργασία με υπάρχοντες θεσμούς, όπως το EIC. Επίσης, συστήνεται η δημιουργία παρόμοιας δομής για τη διαχείριση του κοινού αποθέματος των κρίσιμων πρώτων υλών. Η χρηματοδότηση μέσω έκδοσης ευρωπαϊκού χρέους αντί του προϋπολογισμού επιτρέπει μεγαλύτερη ευελιξία και κλίμακα επενδύσεων, ενώ η διπλή εστίαση σε καινοτομία και στρατηγικά αποθέματα αντιμετωπίζει κρίσιμες προκλήσεις για το μέλλον της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Τέλος, η διοίκηση και των δύο πυλώνων του EUSF δεν θα χρειαζόταν ούτως ή άλλως συχνά αποφάσεις ευρύτερης πολιτικής σημασίας. Οι γενικοί στόχοι του EUSF θα πρέπει φυσικά να καθοριστούν θεσμικά από τους πολιτικούς φορείς της ΕΕ, αλλά η καθημερινή διαχείριση θα πρέπει να γίνεται ανεξάρτητα από επαγγελματίες από τον χώρο των επενδύσεων. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα πρέπει να συμμετέχει, κατά την ECON, ως συννομοθέτης στην απόφαση για τη σύσταση του EUSF και θα πρέπει να έχει την ευχέρεια να ζητεί από το EUSF να λογοδοτήσει στο πλαίσιο των ετήσιων ακροάσεων και της απαλλαγής από την Κομισιόν.
*Σημειώση: Το EUSF, εν προκειμένω, αναφέρεται στο European Sovereignty Fund (Ευρωπαϊκό Ταμείο Κυριαρχίας) και όχι στο ήδη υπάρχον Ευρωπαϊκό Ταμείο Αλληλεγγύης (EU Solidarity Fund).
Διαβάστε επίσης
Στεγαστική κρίση: Τα σχέδια τραπεζών & servicers για να βρεθεί λύση
Φόβοι για νέα κρίση τιμών ενέργειας από το ράλι του φυσικού αερίου