THEPOWERGAME
Μια τακτική διαχείρισης προσωπικού που είναι ανάλογη με εκείνη που είχε εφαρμόσει όταν εξαγόρασε το Twitter ακολουθεί ο Έλον Μασκ στους υπαλλήλους του ομοσπονδιακού κράτους. Τον Οκτώβριο του 2022, μια εβδομάδα αφού επιβεβαιώθηκε η εξαγορά του Twitter έναντι 44 δισ. δολαρίων, ο Μασκ απέλυσε τους μισούς υπαλλήλους. Δυο εβδομάδες μετά ενημέρωσε μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου το υπόλοιπο προσωπικό πως θα έπρεπε να είναι «εξαιρετικά πωρωμένοι» για να πραγματοποιήσουν το όραμα του για το Twitter, δηλαδή να «εργαστούν πολλές ώρες με υψηλή ένταση».
Παρομοίως, μια εβδομάδα μετά την ανάληψη των καθηκόντων στη νέα κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ, ο Μασκ ανήρτησε στην ιστοσελίδα της αρμόδιας κρατικής υπηρεσίας (US Office of Personnel Management) πως «το ανθρώπινο δυναμικό του ομοσπονδιακού κράτους θα πρέπει να απαρτίζεται από υπαλλήλους που είναι αξιόπιστοι, πιστοί, φερέγγυοι και επιδιώκουν την αριστεία στην καθημερινή εργασία τους». Πρόσθεσε πως «οι υπάλληλοι θα υπόκεινται σε αναβαθμισμένα κριτήρια σ΄ ότι αφορά την καταλληλόλητα και διαγωγή από εδώ και στο εξής». Ο Αμερικανός δισεκατομμυριούχος είχε δηλώσει προεκλογικά ότι μπορεί να μειώσει τις δαπάνες του ομοσπονδιακού κράτους κατά δυο τρισ. δολάρια, δηλαδή το 30% του συνόλου βάσει του δημοσιονομικού 12μήνου Οκτώβριος 2023-Σεπτέμβριος 2024.
Ειδήμονες τονίζουν πως εγείρονται ζητήματα νομιμότητας των διαδικασιών καθώς το ομοσπονδιακό κράτος έχει συγκεκριμένους νόμους για την πρόσληψη και απόλυση προσωπικού. Ωστόσο, ο Μασκ φαίνεται να ακολουθεί βήμα-βήμα τη στρατηγική που ακολούθησε μετά την εξαγορά του Twitter. Τότε είχε ζητήσει από τους εναπομείναντες υπαλλήλους του Twitter -το οποίο έπειτα μετονόμασε σε Χ- να δηλώσουν πως αποδέχονται το όραμα του για την πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης σε ηλεκτρονική φόρμα. Όσοι δεν το έκαναν, έλαβαν τρίμηνη αποζημίωση και απολύθηκαν την επόμενη ημέρα. Χιλιάδες άσκησαν μήνυση αλλά τελικά απορρίφθηκαν τα αιτήματα τους. Στην παρούσα κατάσταση ζητήθηκε από τους ομοσπονδιακούς υπαλλήλους να στείλουν μήνυμα στο ηλεκτρονικό ταχυδρομείο της υπηρεσίας με τίτλο «Παραίτηση» μέσα στο επόμενο δεκαήμερο εάν το επιθυμούν.
Ο Έβερτ Κέλλυ, επικεφαλής της συνδικαλιστικής ένωσης που εκπροσωπεί του υπαλλήλους του ομοσπονδιακού κράτους, τόνισε πως «αυτή η προσφορά δεν θα πρέπει να θεωρείται εθελοντική». «Μεταξύ του καταιγισμού εκτελεστικών διαταγμάτων και πολιτικών εις βάρος του εργαζόμενου, είναι ξεκάθαρο πως στόχος της κυβέρνησης Τραμπ είναι να μετατρέψει την ομοσπονδιακή κυβέρνηση σε τοξικό περιβάλλον όπου οι εργαζόμενοι δεν θα μπορούν να παραμείνουν ακόμη και εάν το θέλουν». Πρώην εργαζόμενοι στο Twitter είχαν αποκαλύψει πως τελικά είχαν αποχωρήσει πιο πολλοί απ’ όσο στόχευε η διοίκηση του Μασκ.
Ο πλουσιότερος άνθρωπος του κόσμου, ο οποίος ελέγχει έξι εταιρείες της Σίλικον Βάλεϊ και υπήρξε ο μεγαλύτερος χορηγός στην προεκλογική εκστρατεία του Ντόναλντ Τραμπ, έχει αναλάβει τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας του ομοσπονδιακού κράτους. Μια από τις πρώτες ενέργειες του Ντόναλντ Τραμπ μετά την ορκωμοσία του ήταν να υπογράψει εκτελεστικό διάταγμα για τη δημιουργία του Υπουργείου Κυβερνητικής Αποτελεσματικότητας (DOGE), αναδιοργανώνοντας και μετονομάζοντας την υπηρεσία US Digital Services. Αναλυτές επεσήμαναν πως έτσι ο Μασκ και οι στενοί του συνεργάτες αποκτούν πρόσβαση σε έναν μεγάλο όγκο δεδομένων του ομοσπονδιακού κράτους.
Παράλληλα, όμως, η τακτική αυτή διαχείρισης του ανθρωπίνου δυναμικού του ομοσπονδιακού κράτους μπορεί να επιφέρει ανυπολόγιστες συνέπειες στη λειτουργία των υπηρεσιών, να δημιουργήσει ένα τοξικό κλίμα και να δημιουργήσει ένα καθεστώς επιλεκτικότητας ως προς τον τερματισμό συμβάσεων. Η Washington Post αποκάλυψε αυτήν την εβδομάδα πως η ρεπουμπλικανική κυβέρνηση του Τραμπ απέλυσε ήδη τους 18 από τους 73 γενικούς επιθεωρητές του ομοσπονδιακού κράτους, δηλαδή των υπαλλήλων που υποχρεούται να αναφέρουν σπατάλες και καταχρήσεις ισχύος στις υπηρεσίες τους. Τουλάχιστον έξι από τους απολυμένους ήταν στο παρελθόν χορηγοί σε πολιτικές επιτροπές των Δημοκρατικών.
Η Washington Examiner κάνει, παραδείγματος χάριν, αναφορά στην Λόρεν Σκιούρμπα, η οποία ήταν γενική επιθεωρήτρια και είχε δωρίσει ως πολίτης περίπου 2.300 δολάρια στην προεκλογική εκστρατεία του Κάμαλα Χάρις, η οποία εκπροσώπησε τους Δημοκρατικούς στην προεκλογική αναμέτρηση του περσινού Νοεμβρίου. Από την άλλη πλευρά, ο Μάικλ Χόρογουιτζ, γενικός επιθεωρητής του υπουργείου Δικαιοσύνης, παρέμεινε στη θέση του. Ο Αμερικανός πρόεδρος εξήρε την επικριτική έκθεση που είχε συντάξει για τον επικεφαλής του FBI, Τζέιμς Κόμεϊ, ο οποίος είχε διεξάγει έρευνα για την προεκλογική εκστρατεία του ιδίου του Τραμπ το 2016. «Ήταν απίστευτη η αναφορά του» δήλωσε αυτόν τον Ιανουάριο, προσθέτοντας «κρατάμε τον Μάικλ Χόρογουιτζ».
Διαβάστε επίσης
Ξενοδοχειακά deals 20 δισ. ευρώ φέρνει το 2025 στην Ευρώπη
Οκτώ προτάσεις για την αναβάθμιση του ελληνικού σιδηρόδρομου
Ηλεκτροκίνηση: Το μεγάλο στοίχημα των ταχυφορτιστών και του δικτύου