THEPOWERGAME
Χωρίς να το θέλει, ο αμερικανικός αποκλεισμός των κινεζικών εταιρειών από τα μικροτσίπ υψηλής τεχνολογίας ενδεχομένως άνοιξε τον δρόμο για την επιτυχία του chatbot DeepSeek. Το γεγονός αυτό ανησυχεί τις ΗΠΑ για το κατά πόσο μπορούν να ανταγωνιστούν την Κίνα στην κούρσα της τεχνητής νοημοσύνης.
Σχεδιασμένο από μια start-up στην Χανγκτζού, το κινεζικό chatbot κατέπληξε τον κόσμο της υψηλής τεχνολογίας με την ικανότητά του να συναγωνίζεται τους Αμερικανούς ανταγωνιστές του και μάλιστα με πολύ χαμηλότερο κόστος. Η επιτυχία του ήταν θεαματική παρά το αμερικανικό εμπάργκο που αποκλείει στις κινεζικές εταιρείες την πρόσβαση στα τσιπ αιχμής που είναι απαραίτητα για την ανάπτυξη των μοντέλων μαζικής εκπαίδευσης για την τεχνητή νοημοσύνη.
Ο ιδρυτής της DeepSeek, Λιανγκ Γουενφένγκ, παραδέχθηκε από την πλευρά του ότι το εμπάργκο στα τσιπ υψηλής τεχνολογίας «αποτέλεσε μεγάλο εμπόδιο». Ή μήπως το αντίθετο;
DeepSeek: Οι αμερικανικοί περιορισμοί… του έκαναν καλό
Οι περιορισμοί αυτοί έχουν ως στόχο τη διατήρηση της αμερικανικής τεχνολογικής κυριαρχίας. Ωστόσο ώθησαν την ομάδα του DeepSeek να επινοήσει ευρηματικές λύσεις για να τους παρακάμψει, σημειώνουν οι αναλυτές. Η κινεζική start-up λέει ότι χρησιμοποίησε τσιπ H800 χαμηλότερων επιδόσεων, η εξαγωγή των οποίων στην Κίνα επιτρεπόταν μέχρι το τέλος του 2023.
«Οι περιορισμοί που έχουν επιβληθεί στην Κίνα ανάγκασαν την ομάδα του DeepSeek να σχεδιάσει αποτελεσματικότερα μοντέλα, που εξακολουθούν να είναι ανταγωνιστικά αλλά με μικρότερο κόστος εκπαίδευσης», συνοψίζει ο Τζέφρι Ντίνγκ του Πανεπιστημίου Τζόρτζ Ουάσινγκτον. Οι αμερικανικοί περιορισμοί δεν καταφέρνουν να εμποδίσουν άλλες χώρες να συλλάβουν μοντέλα αιχμής και «η ιστορία έχει αποδείξει ότι είναι αδύνατον να βάλεις σε κώδωνα» μία τεχνολογία όπως η τεχνητή νοημοσύνη.
Η DeepSeek δεν είναι η πρώτη κινεζική εταιρεία που αναγκάσθηκε να καινοτομήσει. Ο τεχνολογικός κολοσσός Huawei, κατασκευαστής smartphone και στόχος αμερικανικών κυρώσεων, έχει για παράδειγμα καταφέρει να αναπροσανατολίσει τις δραστηριότητές της. Αυτή είναι ωστόσο η πρώτη φορά που άνεμος πανικού πνέει στη Σίλικον Βάλεϊ και την Ουάσινγκτον. Ο Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε ότι το DeepSeek αποτελεί «προειδοποίηση» για τις αμερικανικές εταιρείες.
Ο Μαρκ Άντρισεν, γνωστός επενδυτής στον τομέα της υψηλής τεχνολογίας, περιέγραψε την εντυπωσιακή εμφάνιση του DeepSeek ως «επεισόδιο Σπούτνικ στην τεχνητή νοημοσύνη», αναφερόμενος στην εκτόξευση του πρώτου τεχνητού δορυφόρου από την Σοβιετική Ένωση το 1957, γεγονός που είχε προκαλέσει σοκ στην Ουάσινγκτον.
Με γίγαντες όπως η OpenAI και η Meta, πολλοί ήταν αυτοί που θεωρούσαν ότι η αμερικανική κυριαρχία στον τομέα της Τεχνητής Νοημοσύνης ήταν αδιαμφισβήτητη. Την ίδια ώρα, μπορεί η Κίνα να είχε διατυπώσει τη φιλοδοξία να γίνει παγκόσμιος ηγέτης στην τεχνητή νοημοσύνη μέχρι το 2030, όμως μέχρι χθες τα κινεζικά επιτεύγματα δεν είχαν δημιουργήσει καμία ανησυχία στις Ηνωμένες Πολιτείες. Όταν μάλιστα ο κινεζικός κολοσσός Baidu, που θέλει να ανταγωνιστεί το ChatGPT, λάνσαρε το δικό του chatbot, το Ernie Bot, οι απογοητευτικές του επιδόσεις ενίσχυσαν την πεποίθηση στις ΗΠΑ ότι το αυστηρό κινεζικό ρυθμιστικό πλαίσιο θα έπνιγε την καινοτομία. Και έπειτα ήρθε το DeepSeek…
Υπό αμφισβήτηση οι υποτιθέμενες «ανάγκες» των αμερικανικών πρότζεκτ
«Το γεγονός θέτει σε αμφισβήτηση το θεώρημα που πολλοί είχαν υιοθετήσει ως προς την υπολογιστική ισχύ και τη διαχείριση των αναγκαίων δεδομένων στην τεχνολογία αιχμής», λέει ο Σαμ Σακς, μέλος του αμερικανικού think tank Paul Tsai China Center. «Το ερώτημα είναι αν μπορούμε να έχουμε πρόσβαση σε μία τεχνητή νοημοσύνη αιχμής με κλάσμα του κόστους και με κλάσμα της υπολογιστικής ισχύος που θεωρούσαμε αναγκαία». Η αμερικανική στρατηγική στον τομέα της AI είναι «η διοχέτευση όλο και περισσότερης υπολογιστικής ισχύος και επιδόσεων για την επίτευξη όλο και υψηλότερων αποδόσεων», σημειώνει ο Ντινγκ.
Αυτή είναι η κατευθυντήρια γραμμή του Stargate, του προτζεκτ που παρουσίασε ο Ντόναλντ Τραμπ, στο οποίο συμμετέχουν η OpenAI και ο ιαπωνικός κολοσσός SoftBank και προβλέπει επενδύσεις ύψους 500 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε υποδομές τεχνητής νοημοσύνης στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ωστόσο, η επιτυχία του chatbot R1 της DeepSeek, οι δημιουργοί του οποίου δηλώνουν ότι η ανάπτυξή του δεν κόστισε παρά 5,6 εκατομμύρια δολάρια, δείχνει ότι η καινοτομία αιχμής μπορεί να είναι λιγότερο ακριβή.
Πάντως, ορισμένοι ειδικοί του τομέα εμφανίζονται επιφυλακτικοί εξετάζοντας το ενδεχόμενο το πραγματικό κόστος του εγχειρήματος να είναι μεγαλύτερο από αυτό που ανακοίνωσε η κινεζική start-up.
Το ωστικό κύμα που δημιούργησε το DeepSeek θέτει σε αμφισβήτηση το αμερικανικό εμπάργκο; «Οχι», υποστηρίζει ο Μαρκ Κένεντι, διευθυντής του Ινστιτούτου Wahba για τον στρατηγικό ανταγωνισμό στο think tank Wilson Center. Η αμερικανική κυβέρνηση θα μπορούσε στο εξής «να διευρύνει τους περιορισμούς για τα μικροτσίπ της AI» και να ενισχύσει την εποπτεία των τεχνολογιών στις οποίες έχουν πρόσβαση οι κινεζικές εταιρείες, λέει. «Με δεδομένα τα όρια των αμυντικών μέτρων, θα μπορούσε επίσης να αυξήσει τις επενδύσεις στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης στις ΗΠΑ, να ενισχύσει τις συμμαχίες και να εξειδικεύσει τις πολιτικές για να διασφαλίσει την διατήρηση της ηγετικής θέσης των ΗΠΑ χωρίς να ωθήσει περισσότερες χώρες προς το κινεζικό οικοσύστημα» προτείνει ο ίδιος.
«Στις ΗΠΑ, ο φόβος της υστέρησης έναντι της Κίνας θα μπορούσε να αποτελέσει τον καταλύτη αυτής της δυναμικής», λέει η Ρεμπέκα Αρσεσάτι, αναλύτρια του Ινστιτούτου Merics, ενός think tank με αντικείμενο την Κίνα.
Διαβάστε επίσης
Οι 7 ανατροπές στα ακίνητα το 2025
Η χρηματοδότηση καθυστερεί τις επεκτάσεις του Μετρό
Ο Τραμπ, ο Σολτς και οι νέες ενεργειακές προκλήσεις μετά τις κάλπες της 23ης Φεβρουαρίου