THEPOWERGAME
Η καχυποψία όταν ξεκινάς για ένα εστιατόριο στα βόρεια (old money) ή στα νότια (new/dark money) προάστια είναι κάπως δικαιολογημένη. Δεν είναι;
Πόσες προσπάθειες ξεκίνησαν πολλά υποσχόμενες, με σαλπίσματα και κωδωνοκρουσίες, για να καταλήξουν σε παρακμή ή κλείσιμο; Τα ενοίκια είναι υψηλά, η πελατεία αναζητεί πιο πολύ στέκια που να τους κολακεύουν περισσότερο με τη διακοσμητική εξτραβαγκάντζα και λιγότερο με τη γευστική ουσία, μέχρι που έρχεται η βαρεμάρα.
Τέλος πάντων, για μια σειρά από λόγους που ίσως δεν είναι της παρούσης, ελάχιστα είναι τα μαγαζιά με σταθερή ποιότητα που μακροημέρευσαν. Ειδικά στα «βου που», τα αξιόλογα ψαροεστιατόρια εδώ και κάποια χρόνια είναι με το ζόρι δύο ή τρία.
Το Psarlou είναι πολύ πρόσφατη άφιξη. Ακόμα δεν έχει κλείσει τον τρίτο μήνα λειτουργίας του. Βρίσκεται σε κεντρικότατο σημείο στο Κεφαλάρι, στο ίδιο που πριν από λίγο καιρό λειτουργούσε το Macelleria Steak House. Αλλά με τόσο συνωστισμό elevated κρεατάδικων στην ευρύτερη περιοχή, ο νέος ένοικος του μαγαζιού, Κωνσταντίνος Ντούζος (με ψαροταβερνειακές ρίζες στη Λέρο, απ’ ό,τι διαβάζουμε στα Δελτία Τύπου), έκρινε πως υπήρχε μια ευκαιρία για μια επίσης ανεβασμένου επιπέδου ψαροφαγία.
Λίγα στρατηγικά διακοσμητικά στοιχεία έχουν αλλάξει από το προηγούμενο εστιατόριο. Καλοφτιαγμένο μαγαζί, με σωστό φωτισμό, σωστό ήχο (αλλά με αδιάφορη μουσική για ασανσέρ από κάποιο ιντερνετικό ραδιόφωνο), περιποιημένο κατάλογο και γενικώς με στοιχεία που υπερ-υπόσχονται, που φωνάζουν πως πρόκειται για (μεγαλο)αστικό εστιατόριο. Σαφώς και δεν περιμένεις εδώ να φας οικονομικά. Περιμένεις όμως σίγουρα να φας πάρα πολύ καλά.
Το προσωπικό είναι επαρκές και εκπαιδευμένο. Εξυπηρετείσαι συνεχώς με συνέπεια και επαγγελματισμό, χωρίς ούτε ένα προβληματικό σημείο. Άριστα στο σέρβις, λοιπόν, ας περάσουμε τώρα και στα πιάτα.
Οι γαρίδες κοιλάδας σεβίτσε ήταν το πρώτο πιάτο που δοκιμάσαμε και που ήταν εκτός καταλόγου. Μας προβλημάτισε η έλλειψη σφριγηλής, σφιχτής σάρκας και της γεύσης. Η σχεδόν πλαδαρή υφή της γαρίδας έδειχνε πως μάλλον δεν ήταν η σοφότερη επιλογή να προσφερθεί σε μορφή σεβίτσε. Η ταραμοσαλάτα, μπόλικη και αρκετά συμπαθητική, αλλά θα τη θέλαμε περισσότερο «ταραμένια». Με τα πολύ νόστιμα πιτάκια όμως που συνοδεύεται, λίγοι θα νιώσουν πως κάτι τους λείπει.
Η ομώνυμη του καταστήματος σαλάτα είναι δροσερή, περιποιημένη με πολύ φρέσκα υλικά και ξεφλουδισμένη ντομάτα. Στο καπνιστό χέλι (όπως παντού, του Γείτονα από την Άρτα), την παράσταση κλέβει ο πουρές αγκινάρας, που είναι σαφώς πιο ιντριγκαδόρικη περίπτωση από την πολυφορεμένη φάβα. Στην καβουροσαλάτα (με μπλε καβούρι, που πλέον έχουμε μπόλικο στη χώρα μας, μαγιονέζα και μυρωδικά), είχαμε σωστή αναλογία υλικών, χωρίς η μαγιονέζα να επισκιάζει το βασικό υλικό, μας έλλειψε όμως μια πικάντικη προσθήκη, που θα έδινε περισσότερο ενδιαφέρον.
Στα κυρίως πιάτα, η σφυρίδα φρικασέ (προτεινόμενο από το σέρβις) δυστυχώς δεν μας εντυπωσίασε, παρά τα 30€ της τιμής. Το κομμάτι του ψαριού υπονομεύτηκε από τη μάλλον αχρείαστη σος που το κάλυψε. Τα πολύ ψιλοκομμένα χορταρικά του πιάτου δεν ήταν σε θέση να υπερασπιστούν τον λόγο της ύπαρξής τους.
Τα ψητά φιλέτα γόπας (επίσης μας προτάθηκε) γύρισαν στην κουζίνα. Σπάνια μας έχει τύχει να επιστρέψουμε πιάτο. Εδώ όμως αντί για τη λευκή αφράτη σάρκα της γόπας με τη ντελικάτη, ιδιαίτερη γεύση, είχαμε μια σειρά από γκρίζα, σκληρά φιλέτα με υπερβολικό και ταγγό λάδι. Φυσικά, δεν περιμέναμε κάτι που να φτάνει το αξεπέραστο ανάλογο πιάτο στο Τραβόλτα, αλλά αυτό ειδικά δεν έπρεπε να περάσει καν το πάσο. Φυσικά o ευγενέστατος κ. Ντούζος, μαζί με τη συγγνώμη, μας ζήτησε άλλη μια ευκαιρία σε επόμενη επίσκεψη και προθυμοποιήθηκε να ετοιμάσει κάποιο άλλο πιάτο.
Στην κάβα δεν βρήκαμε πολλές ενδιαφέρουσες επιλογές. Οι γνωστές αναμενόμενες ετικέτες από τα μεγάλα οινοποιεία, χωρίς εκπλήξεις, σε τιμές περίπου x2,5-x3 της λιανικής. Και οι επιλογές με ποτήρι, σχεδόν βαρετές. Αντιλαμβανόμαστε πως τα μεγάλα οινοποιεία είναι αυτά που έχουν τις ποσότητες για να καλύψουν για μεγάλο διάστημα ένα εστιατόριο, αλλά ενίοτε χρειάζεται να προσφέρεις και κάτι πιο ψαγμένο, κάτι που να μην είναι διαθέσιμο στο κάθε σούπερ μάρκετ, ειδικά αν θες να χτίσεις εικόνα.
Είναι θεμιτές οι αστοχίες σε ένα νέο εστιατόριο που ακόμα στρώνεται; Όταν επικαλείσαι προϊστορία και εμπειρία και οι τιμές είναι κοντά στο τριψήφιο νούμερο ανά άτομο, η απάντηση είναι ΟΧΙ, ακόμα κι αν έχεις πάει την ημέρα των εγκαινίων. Αλλά και πέρα από τις αστοχίες, τα πιάτα μας φάνηκαν άτολμα. Σαν να φοβήθηκαν τους νεωτερισμούς και τις υπερβάσεις, για να μην ξενίσουν ένα πιθανώς συντηρητικό κοινό. Αλλά εμάς μας έλειψε το κάτι παραπάνω από το ασφαλές και συνηθισμένο (που τελικά αποδείχτηκε πως δεν ήταν καν ασφαλές). Μας έλλειψε η πρωτοτυπία, η έκπληξη, το πιάτο-wow και τελικά ο λόγος για να ξαναπάμε. Μας έλειψε η νέα πρόταση που θα μπορούσε να φέρνει ένα νέο εστιατόριο ενός νέου εστιάτορα. Και μάλιστα από τη στιγμή που στο εξωτερικό του καταστήματος υπάρχει η φράση «Creative seafood experience». Ίσως τα πράγματα να ήταν καλύτερα με ένα απλό ψητό ψάρι, αλλά αυτό το βρίσκουμε πλέον πολύ εύκολα.
Μακάρι να διορθωθούν γρήγορα και να ξεπεράσουν την προδιαγεγραμμένη πορεία των προαστίων.
Διαβάστε επίσης
Ορσέλ: Η UniCredit θα αφήσει την Commerzbank αν δεν δίνει αξία
Κίμπαλ Μασκ: Ποιος είναι ο λιγότερο διάσημος αδελφός του Έλον Μασκ
Ποια είναι η Elsewedy που τρέχει την πρώτη επένδυση για αποθήκευση στην Ελλάδα