THEPOWERGAME
Τι διαβάζουν οι αναλυτές για το χρέος
-Έχουμε και λέμε. Το ελληνικό 10ετές διαπραγματεύεται στο 0,819% και το ιταλικό στο 0,913%. Το ελληνικό 5ετές «παίζει» στο 0,105% και το αντίστοιχο ιταλικό στο 0,154%. Μήπως… τρελάθηκαν οι αγορές; Μήπως πρόκειται περί… συνωμοσίας; Μήπως είναι fake news που μεταδίδουν τα συστημικά μέσα; Ηρεμήστε. Πολύ απλά οι επενδυτές «διαβάζουν» αυτό που κάποιοι στην Ελλάδα είτε δεν μπορούν είτε δεν θέλουν να δουν, ότι δηλαδή το προφίλ του ελληνικού χρέους είναι τέτοιο, που δεν επηρεάζεται από την ομολογουμένως εντυπωσιακή αύξηση του λόγω της κρίσης…
Η ανάπτυξη δεν… διατάσσεται
-Από την άλλη, στο υπουργείο Οικονομικών δεν έχουν το περιθώριο να πιαστούν κοιμώμενοι στις δάφνες της επικείμενης θετικής ανάλυσης για τη βιωσιμότητα του χρέους. Από τη στιγμή που οι στόχοι για τα πλεονάσματα έχουν ήδη αλλάξει εκ των πραγμάτων- και μεταξύ μας δεν πρόκειται να επανέλθουν ούτε μετά το 2022- και με δεδομένο ότι το αργότερο από το Μάρτιο της επόμενης χρονιάς το κόστος δανεισμού θα «τσιμπήσει», αφού η ΕΚΤ θα αποσύρει τα έκτακτα μέτρα, ο μόνος δρόμος για να παραμείνει σε τροχιά βιωσιμότητας το χρέος, είναι οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης. Κι επειδή ως γνωστόν η ανάπτυξη δεν… διατάσσεται, όλες οι κινήσεις από εδώ και πέρα είναι κρίσιμες…
Οι εξαιρέσεις του κανόνα
-Παρακολουθούμε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τις εξελίξεις στις διεθνείς τιμές των τροφίμων κι αυτό που μπορούμε να πούμε σε πρώτη ανάγνωση είναι κάποιοι θέλουν να σπεκουλάρουν με το εγχώριο καλάθι της νοικοκυράς, κάνοντας λόγο για… υπέρογκες και δυσβάσταχτες ανατιμήσεις στα οπωροκηπευτικά. Η αλήθεια είναι ότι όποιος ανατρέξει στα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ (Δείκτης Τιμών Καταναλωτή) και στα στατιστικά της χονδρικής (ΟΚΑΑ), θα διαπιστώσει ότι με εξαίρεση τα κεράσια, άντε και τα ροδάκινα- που υπέφεραν από τον παγετό του περασμένου Μαρτίου- οι τιμές σε φρούτα και λαχανικά είναι ίδιες ή χαμηλότερες, ακόμα και σε σύγκριση με πέρσι.
Το ακριβό πετρέλαιο και οι αυξήσεις στα εισαγόμενα
-Οι αυξήσεις, που όντως, καταγράφονται είναι στα εισαγόμενα είδη, είτε λόγω ακριβότερων πρώτων υλών είτε λόγω του πολύ μεγαλύτερου κόστους των μεταφορών. Να θυμίσουμε, σε όσους το λησμονούν ή κάνουν ότι το λησμονούν, ότι πέρσι τέτοια εποχή η τιμή του πετρελαίου βρισκόταν στα περίπου 43 δολάρια και φέτος «παίζει» στα 70 δολάρια, με ανοδικές τάσεις. Αν προσθέσει κανείς στην εξίσωση τις διαταραχές που προκάλεσε στις μεταφορές η πανδημία, αλλά και την «έκρηξη» της ζήτησης βγαίνοντας από την κρίση, έχει την πλήρη εικόνα. Αυτό φυσικά δεν μπορεί να αποτελέσει λόγο για αναίτιες αυξήσεις σε τυποποιημένα προϊόντα και το υπουργείο Ανάπτυξης ίσως ήταν σκόπιμο να ρίξει μερικά… τροχιοδεικτικά…