THEPOWERGAME
Αποτελούν ένα «αξιοπρεπές» κομμάτι της συνολικής πίτας των καταθέσεων, πλην όμως, οριακά προσεγγίζουν το ένα τέταρτο αυτής. Οι προθεσμιακές καταθέσεις, που στο όνομά τους κάποτε οι τράπεζες «σφάζονταν», για να προσφέρουν όσο το δυνατόν πιο ελκυστικά επιτόκια, σήμερα βιώνουν μέρες… απαξίωσης. Παρά την προσπάθεια των τραπεζών να προσελκύσουν νέους αποταμιευτές δίνοντας καλύτερη τιμολόγηση, ειδικά σε ένα περιβάλλον ανόδου επιτοκίων, που κυριάρχησε μέχρι πρότινος, το πείραμα στέφθηκε με… αποτυχία.
Η εκτίμηση ότι οι προθεσμιακές καταθέσεις θα φθάσουν το 30% ή και ακόμη παραπάνω του συνόλου των καταθέσεων (κάποιοι υπεραισιόδοξοι έκαναν λόγο και για έως 40%) αφήνοντας παρασάγγας την αφετηρία του 17%, δεν επιβεβαιώθηκε και το αποταμιευτικό κοινό γύρισε την πλάτη σε αυτή την άλλοτε ελκυστική τοποθέτηση. Η δυναμική τους αντιστοιχεί σε κεφάλαια ύψους 36 δισ. ευρώ (αγγίζει οριακά το 24% της πίτας), σε σύνολο ιδιωτικής αποταμίευσης ύψους 145 δισ. ευρώ.
Στο ερώτημα «γιατί τελικά οι προθεσμιακές καταθέσεις απέτυχαν στην ελληνική αγορά» η απάντηση δεν είναι μία, αν και όλες καταλήγουν στον παράγοντα κόστους, ή καλύτερα, απόδοσης. Ο ένας και βασικότερος λόγος είναι ότι τελικά, τα επιτόκια που θα «αυγάτιζαν» τις καταθέσεις δεν ήταν δελεαστικά για το ελληνικό κοινό, το οποίο στράφηκε σε άλλες μορφές αποταμίευσης, έστω και με ένα μίνιμουμ ρίσκο, όπως είναι τα ομολογιακά αμοιβαία κεφάλαια και συγκεκριμένα, τα προκαθορισμένης διάρκειας.
Έντοκα γραμμάτια
Ο δεύτερος λόγος είναι ότι τα «υπέρλαμπρα» έντοκα γραμμάτια άφηναν… τη σκόνη τους σε κάθε δημοπρασία, δίνοντας ακόμη και πολύ πρόσφατα (ενόσω είχε ξεκινήσει ο καθοδικός κύκλος επιτοκίων) επιτόκια πολύ πιο ανταγωνιστικά των καταθέσεων, ακόμη και των προθεσμιακών. Τα έντοκα γραμμάτια που πρόσφατα έσπασαν το φράγμα του 3%, διαπραγματεύονταν προς το επίπεδο του 4%. Ενδεικτική η έκδοση εντόκων γραμματίων του Δημοσίου διάρκειας 52 εβδομάδων (ετήσιας διάρκειας), που τον Μάρτιο φέτος ήταν στο 3,73% ή η έκδοση τίτλων 26 εβδομάδων (εξάμηνης διάρκειας), που στη δημοπρασία του Φεβρουαρίου ήταν 3,83%. Επιτόκια καθαρά, αφορολόγητα και χωρίς ρίσκο.
Ο τρίτος λόγος είναι ότι η Ελλάδα υστερεί σε αποδόσεις από τις άλλες τράπεζες της ευρωζώνης και η μεταξύ τους διαφορά είναι σε μέσα επίπεδα γύρω στις 90 μονάδες βάσης, ενώ κατά περίπτωση, το spread υπερβαίνει τη μία ποσοστιαία μονάδα και ακόμη περισσότερο. Όσοι εκ των Ελλήνων είχαν ρευστότητα και διέξοδο να τη στρέψουν σε τράπεζες του εξωτερικού το έπραξαν πανηγυρικά απολαμβάνοντας αποδόσεις πολύ πιο υψηλές από της ελληνικής πραγματικότητας.
Σε όλο αυτό το σκηνικό, οι τράπεζες έχουν το μερίδιο της ευθύνης τους, διότι περιόρισαν μεν το κόστος τους αλλά δεν ικανοποίησαν ένα κοινό που διψούσε για παραπάνω αποδόσεις. Οι ίδιες ήταν που έστρεψαν το κοινό αυτό σε άλλα προϊόντα, επενδυτικά μεν, χαμηλού ρίσκου δε, που έχουν προφίλ «προθεσμιακής», αν μπορεί κάποιος να ισχυριστεί κάτι τέτοιο. Είναι τα αμοιβαία με το ετήσιο μέρισμα, τα αμοιβαία προκαθορισμένης λήξης, τα ομολογιακά αμοιβαία που αποτελούν και τη μεγάλη πλειοψηφία σε όλα τα προϊόντα που προσελκύουν ιδιώτες επενδυτές.
Αμοιβαία κεφάλαια
Τα νούμερα είναι αντιπροσωπευτικά: Από τα 7,8 δισ. ευρώ των καθαρών εισροών στα αμοιβαία κεφάλαια τη διετία 2023 – 2024 σχεδόν όλα, περίπου τα 7,6 δισ. ευρώ κατευθύνονται σε ομολογιακά αμοιβαία και μόλις 100 – 200 εκατ. ευρώ μάξιμουμ, αφορούν μετοχικά αμοιβαία (με πολύ περισσότερη βέβαια έκθεση σε ρίσκο).
Τα προκαθορισμένης διάρκειας/λήξης αμοιβαία, πολλώ δε μάλλον τα έντοκα γραμμάτια, προσομοιάζουν στο προφίλ μιας προθεσμιακής κατάθεσης εξ ου και τράβηξαν ρευστότητα από την αγορά, «κλέβοντας» μερίδιο από τις προθεσμιακές, που σε άλλη περίπτωση και αν το κοινό δεν έβγαινε προς άγραν απόδοσης, το μερίδιο αυτό θα είχε αυξηθεί παραπάνω από το ισχνό και οριακό 24-25% του συνόλου.
Δεν είναι τυχαίο μάλιστα ότι όλη αυτή η στροφή του αποταμιευτικού κοινού στα ομολογιακά με μέρισμα ή/και συγκεκριμένη διάρκεια – που όπως προαναφέρθηκε οι ίδιες οι τράπεζες προώθησαν ως λύση για μεγαλύτερες αποδόσεις – έλαβε χώρα το πρώτο εξάμηνο του 2023, όταν τα επιτόκια του ευρώ ήταν στα ιστορικά τους υψηλά. Οι τράπεζες και ενώ ήταν ανοδικό το επιτοκιακό περιβάλλον άρχισαν να φρενάρουν το μετακύλισμα των αυξήσεων στις προθεσμιακές, ενώ το euribor συνέχισε την ανοδική του πορεία ως το Σεπτέμβριο. Όμως, αυτό έχει να κάνει με την proactively πολιτική τους, βλέποντας ότι η μείωση επιτοκίων ήταν προ των πυλών, άρα όπως ήταν λογικό και επόμενο, δεν θα έπρεπε να δεσμευθούν για μεγάλο διάστημα, όπως απαιτούν οι προθεσμιακές, δίνοντας μεγάλα επιτόκια (κάτι που σημαίνει άμεσα αύξηση κόστους για αυτές).
Το ίδιο άλλωστε έκαναν και τώρα, που ενώ το περιβάλλον είναι σαφέστατα καθοδικό, οι ελληνικές τράπεζες δεν προχώρησαν σε μειώσεις επιτοκίων στις καταθέσεις. Τις οποίες επίσης δεν είχαν «πειράξει», μειώνοντας τα επιτόκια καταθέσεων, εκείνη την περίοδο που κοντεύει να ξεχάσει η αγορά, των αρνητικών επιτοκίων του ευρώ.
Διαβάστε επίσης
Logistics: Oι νέες επενδύσεις και η πορεία των μεγάλων έργων
Σπίτι μου ΙΙ: Τα 26 μυστικά που ξεκλειδώνουν την αγορά κατοικίας
ΔΑΠΕΕΠ: Final Four για τις θέσεις Προέδρου και Διευθύνοντος Συμβούλου