THEPOWERGAME
Ο Δήμος Βάρης-Βούλας-Βουλιαγμένης ενέκρινε πρόσφατα την επιβολή Ειδικού Ανταποδοτικού Τέλους Τοπικής Βιώσιμης Ανάπτυξης, προκαλώντας ποικίλες αντιδράσεις από τις τοπικές επιχειρήσεις και κυρίως από τα ξενοδοχεία. Η απόφαση λήφθηκε ομόφωνα κατά την 58η συνεδρίαση της Δημοτικής Επιτροπής, με στόχο την αναβάθμιση της περιοχής και την προώθηση της βιώσιμης ανάπτυξης.
Οι συντελεστές του νέου Τέλους
Σύμφωνα με το πρακτικό της 58ης συνεδρίασης της δημοτικής επιτροπής που έλαβε χώρα στις 16 Δεκεμβρίου, έπειτα από πρόσκληση του προέδρου κ. Νικολάου Βάση, το νέο τέλος διαφοροποιείται ανάλογα με τη χρήση του ακινήτου:
- Ξενοδοχεία: 12,6 ευρώ ανά τ.μ.
- Επιχειρήσεις εστίασης και διασκέδασης: 8 ευρώ ανά τ.μ.
- Εμπορικές επιχειρήσεις άνω των 100 τ.μ.: 8 ευρώ ανά τ.μ.
- Εμπορικές επιχειρήσεις κάτω των 100 τ.μ.: 1,10 ευρώ ανά τ.μ.
- Κατοικίες: 0,45 ευρώ ανά τ.μ.
Σύμφωνα με τη δημοτική αρχή του Γρηγόρη Κωνσταντέλλου, το τέλος κρίνεται αναγκαίο για την υλοποίηση έργων που θα βελτιώσουν την ποιότητα ζωής των κατοίκων και θα ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητα των τοπικών επιχειρήσεων.
Η απόφαση βασίζεται σε μελέτες της Νομικής Υπηρεσίας του Δήμου, οι οποίες επιβεβαιώνουν τη νομιμότητα της επιβολής του τέλους. Τα έσοδα αναμένεται να χρηματοδοτήσουν έργα υποδομής, περιβαλλοντικής αναβάθμισης και κοινωνικών υπηρεσιών, με στόχο τη δημιουργία ενός βιώσιμου αστικού περιβάλλοντος.
Αντιδράσεις από τους ξενοδόχους
Οι αντιδράσεις προέρχονται κυρίως από τον ξενοδοχειακό κλάδο, ο οποίος ήδη αντιμετωπίζει υψηλές φορολογικές και ασφαλιστικές επιβαρύνσεις. Ο ξενοδοχειακός κλάδος θεωρεί ότι το νέο τέλος εντείνει την ήδη άνιση φορολογική επιβάρυνση, απειλώντας τη βιωσιμότητα πολλών επιχειρήσεων.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ένα μικρό ξενοδοχείο έχει έκταση τουλάχιστον 2.000 τ.μ., που σημαίνει ότι θα κληθεί να πληρώσει ετησίως πάνω από 25.000 ευρώ. Ειδικά για τις μικρομεσαίες ξενοδοχειακές επιχειρήσεις, οι οποίες αποτελούν το 78% του ξενοδοχειακού κλάδου, πρόκειται για ένα ποσό που μπορεί να οδηγήσει ακόμα και σε κλείσιμο της επιχείρησης.
Για τον λόγο αυτό, οι ξενοδόχοι εξετάζουν τις νομικές δυνατότητες που έχουν προκειμένου να καταθέσουν ενστάσεις ή ακόμα και προσφυγές εναντίον αυτής της απόφασης του Δήμου Βάρης-Βούλας-Βουλιαγμένης.
Να σημειωθεί ότι ο εν λόγω Δήμος δεν είναι ο μοναδικός που επιβάλλει κάποιον επιπλέον δημοτικό φόρο. Πρόσφατα, η δημοτική Επιτροπή του Δήμου Λαυρεωτικής εισηγήθηκε την επιβολή ειδικού δημοτικού τέλους για τη χρηματοδότηση των προς απόκτηση κοινόχρηστων και κοινωφελών χώρων του Δήμου. Πρόκειται για Τέλος ανά μονάδα επιφάνειας κτιρίου, με συνείσπραξη (συνυπολογισμό) με τα τέλη καθαριότητας, για απαλλοτριώσεις ίσο με 0,75 ευρώ το χρόνο για κάθε τ.μ., μέσω των λογαριασμών της ΔΕΗ. Ως ημερομηνία έναρξης βεβαίωσης του τέλους ορίζεται η 1η Ιανουαρίου 2025 και ισχύει για 7 χρόνια.
Οι φορολογικές επιβαρύνσεις του ξενοδοχειακού κλάδου
Οι φορολογικές και ασφαλιστικές επιβαρύνσεις του ξενοδοχειακού κλάδου έχουν αυξηθεί σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από άλλους κλάδους της ελληνικής οικονομίας ενώ ταυτόχρονα επιβάλλονται και διάφοροι τοπικοί φόροι και τέλη που προστίθενται στο κόστος παραγωγής του τελικού ξενοδοχειακού προϊόντος. Αυτό υποστηρίζουν ολοένα και πιο έντονα οι ξενοδόχοι, ειδικά μετά τις πρόσφατες αυξήσεις των Τελών Ανθεκτικότητας στην Κλιματική Κρίση (ΤΑΚΚ) και Παρεπιδημούντων. Πλέον όμως έχουν και τα στοιχεία που το αποδεικνύουν, μέσω έρευνας που πραγματοποίησε το Ινστιτούτο Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων (ΙΤΕΠ) και το Πάντειο Πανεπιστήμιο.
Η έρευνα, που βασίζεται σε στοιχεία του 2019 από την ΕΣΤΑΤ, εκτιμά μόνο τη φορολογική επιβάρυνση επί της διαδικασίας παραγωγής χωρίς να συνυπολογίζονται οι επιβαρύνσεις από τη φορολογία εισοδήματος. Σύμφωνα με αυτή:
- Οι καθαροί φόροι αποτελούν το 19,1% του κόστους παραγωγής του ξενοδοχειακού προϊόντος, έναντι 10,2% στους υπόλοιπους κλάδους της οικονομίας.
- Η συμμετοχή των φόρων στο κόστος παραγωγής έχει αυξηθεί κατά 14 ποσοστιαίες μονάδες την τελευταία δεκαετία και είναι σχεδόν διπλάσια από την αντίστοιχη αύξηση στους υπόλοιπους κλάδους της ελληνικής οικονομίας (+22,4% έναντι +13,3%).
- Οι συνολικές φορολογικές και ασφαλιστικές επιβαρύνσεις έχουν αυξηθεί, συνιστώντας σχεδόν το 1/4 του κόστους παραγωγής του ξενοδοχειακού προϊόντος (23,5%), από περίπου το 1/5 που ήταν προ δεκαετίας (19,9%). Αντίθετα, στους υπόλοιπους κλάδους της ελληνικής οικονομίας το αντίστοιχο ποσοστό διαμορφώνεται στο 15,6%, αυξημένο κατά μόλις 1 ποσοστιαία μονάδα κατά την ίδια περίοδο.
Το Ινστιτούτο Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων προειδοποιεί ότι η αυξημένη φορολογική επιβάρυνση μπορεί να έχει αρνητικές συνέπειες για την ανταγωνιστικότητα του ελληνικού τουριστικού προϊόντος. Παράλληλα, η διανομή των εισοδημάτων από τον ξενοδοχειακό κλάδο σε άλλους τομείς της οικονομίας, που ανέρχεται σε 44%, καθιστά τη φορολογική σταθερότητα κρίσιμο παράγοντα για την ευρύτερη οικονομική ανάπτυξη.
Διαβάστε επίσης
Eurobank: Γίνεται η δεύτερη μεγαλύτερη τράπεζα στην Κύπρο
Πρόταση για Ευρωπαϊκή Ακαδημία Κυβερνοασφάλειας με έδρα την Ελλάδα
Υδρογόνο: Έντονο γερμανικό ενδιαφέρον για το Market Test του ΔΕΣΦΑ