THEPOWERGAME
Η εξομάλυνση των τιμών στις πρώτες ύλες και η μείωση του κόστους ηλεκτρικής ενέργειας ευνόησαν τη Σόγια Ελλάς (Soya Hellas), κορυφαία ελληνική βιομηχανία στον τομέα δημητριακών, σπορέλαιων, τροπικών ελαίων και ελαιόλαδου, που εμφάνισε καθαρά κέρδη 10,4 εκατ. ευρώ στη χρήση που έκλεισε 30.6.2024. Αν και τα έσοδα δεν συνέχισαν σε ανοδική τροχιά -προς τα 500 εκατ. ευρώ-, υποχωρώντας στα 472,5 εκατ. ευρώ, λόγω πτώσης τιμών (ενώ ο όγκος πωλήσεων αυξήθηκε 28%), η εταιρεία βελτίωσε σημαντικά την κερδοφορία της και είναι σε θέση να διανείμει υψηλό μέρισμα στους μετόχους της, ύψους 5,7 εκατ. ευρώ.
Για το 2025 (οικονομική χρήση 1.7.2024 – 30.6.2025) επικρατεί συγκρατημένη αισιοδοξία μετά τις ικανοποιητικές επιδόσεις που καταγράφονται από τον Ιούλιο. Οι τιμές εξακολουθούν να εμφανίζουν πτωτική τάση, με διακυμάνσεις, ενώ ο όγκος πωλήσεων των δημητριακών, σπορέλαιων, τροπικών ελαίων, σογιάλευρου, ηλιάλευρου και κραμβάλευρου εξακολουθούν να εμφανίζουν αύξηση με όρους όγκου. Ωστόσο, η διοίκηση της Μαρίας και του Ανδρέα Δημητρίου, προέδρου και διευθύνοντος συμβούλου αντίστοιχα, εκτιμά ότι οποιαδήποτε πρόβλεψη για τη μελλοντική πορεία της εταιρείας είναι παρακινδυνευμένη, διότι αφενός η δραστηριότητα από τη φύση της, ως εντάσεως διεθνών πρώτων υλών και εμπορευμάτων, επηρεάζεται από τις σημαντικές χρηματιστηριακές διακυμάνσεις, αφετέρου επωμίζεται παρενέργειες από τις διεθνείς γεωπολιτικές συνθήκες -τον συνεχιζόμενο πόλεμο στην Ουκρανία, τη διαταραχή στη Γάζα και την ένταση στην Ερυθρά Θάλασσα, που παρεμποδίζει ως έναν βαθμό τις θαλάσσιες μεταφορές.
Οι διακυμάνσεις των διεθνών τιμών και η κερδοφορία της Σόγια Ελλάς
Αξίζει δε να σημειωθεί ότι στην οικονομική χρήση που έκλεισε το 2024 (οικονομική χρήση 1.7.2023 – 30.6.2024) παρατηρήθηκαν μειωμένες διακυμάνσεις των τιμών στο α’ εξάμηνο, ενώ και οι τιμές των σπορέλαιων εμφάνισαν ελαφρά αυξητική τάση, με ανάπτυξη του όγκου πωλήσεων δημητριακών και ικανοποιητικό κέρδος ανά τόνο. Επίσης, αυξημένοι ήταν και οι όγκοι στις πωλήσεις σπορέλαιων, τροπικών ελαίων καθώς και ηλιάλευρου και κραμβάλευρου. Η συνεπαγόμενη μείωση του κόστους παραγωγής συνέβαλε ήδη στην κερδοφόρο πορεία της εταιρείας.
Ειδικότερα, η Σόγια Ελλάς (Soya Hellas) εμφάνισε κέρδη προ φόρων 14,43 εκατ. ευρώ στο τέλος Ιουνίου 2024 (οικονομική χρήση 1.7.2023 – 30.6.2024), με ετήσιες πωλήσεις 472,5 εκατ. ευρώ έναντι 12,8 εκατ. ευρώ και 492,9 εκατ. ευρώ αντίστοιχα στην προηγούμενη οικονομική χρήση. Παρατηρείται μείωση του κύκλου εργασιών κατά 4,13%, αλλά ταυτόχρονα αύξηση των κερδών προ φόρων κατά 12,73%. Τα καθαρά κέρδη μετά από φόρους διαμορφώθηκαν σε 10,4 εκατ. ευρώ, από 9,6 εκατ. ευρώ στην προηγούμενη χρήση.
Κάτω από τον πήχη των 500 εκατ. ευρώ ο τζίρος
Σημειώνεται ότι οι εξαγωγές εισφέρουν σχεδόν το 1/4 του τζίρου. Σύμφωνα με τα στοιχεία της εταιρείας, οι πωλήσεις εσωτερικού στην οικονομική χρήση 2023/2024 ανήλθαν σε 359,9 εκατ. ευρώ και οι πωλήσεις εξωτερικού σε 112,6 εκατ. ευρώ. Αντίστοιχα, το 2023 οι πωλήσεις εσωτερικού ανήλθαν σε 371 εκατ. ευρώ και οι πωλήσεις εξωτερικού σε 121,8 εκατ. ευρώ, ενώ ο συνολικός κύκλος εργασιών ανήλθε σε 492,9 εκατ. ευρώ.
Από την άλλη μεριά, την κερδοφορία ευνόησε η αύξηση των μεικτών κερδών κατά 6,57 εκατ. ευρώ, στα 33,81 εκατ. ευρώ, η οποία αντισταθμίστηκε εν μέρει από την αύξηση των δαπανών για τόκους κατά 1,32 εκατ. ευρώ, στα 6,81 εκατ. ευρώ και από την αύξηση των εξόδων πωλήσεων κατά 1,29 εκατ. ευρώ, στα 6,06 εκατ. ευρώ. Επιπλέον, την αύξηση του μεικτού κέρδους αντιστάθμισε ο σχηματισμός πρόβλεψης για πιθανούς κινδύνους από ξένους πελάτες ύψους 2,2 εκατ. ευρώ.
Το υψηλό κόστος δανεισμού
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η εταιρεία εμφανίζει δάνεια 49,7 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων 12,7 εκατ. ευρώ αφορούν βραχυπρόθεσμα δάνεια (από 55,2 εκατ. ευρώ και 42,2 εκατ. ευρώ αντίστοιχα τον Ιούνιο του 2023). Επίσης, επωμίζεται υψηλά χρηματοοικονομικά κόστη λόγω της ανοδικής τάσης του euribor. Το μέσο επιτόκιο δανεισμού τον Ιούλιο του 2022 ήταν 2,88%. Έκτοτε το κόστος δανεισμού αυξανόταν σταδιακά, για να φτάσει στα επίπεδα του 5,59% τον Ιούνιο του 2023.
Αυτό σημαίνει ότι το προηγούμενο έτος είχε κόστος δανεισμού που ξεκίνησε από σχετικά χαμηλά επίπεδα, αλλά έφτασε σε σημαντικά υψηλότερα μετά τον Ιανουάριο του 2023. Από την άλλη μεριά, το οικονομικό έτος που έκλεισε φέτος τον Ιούνιο ξεκίνησε από υψηλά επίπεδα και συνέχισε ανοδικά, αφού το euribor αυξανόταν καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Το κόστος δανεισμού άρχισε να μειώνεται μετά τον Μάρτιο του 2024, αν και παραμένει σε υψηλά επίπεδα, καθώς το euribor δεν έχει επιστρέψει στα επίπεδα του Ιουλίου του 2022.
Αύξηση όγκου πωλήσεων 28%
Σημειώνεται ότι η βελτίωση του μεικτού κέρδους της Σόγια Ελλάς, ως αποτέλεσμα της αύξησης του μεικτού περιθωρίου σε 7,16% από 5,52%, ήρθε, ενώ η εταιρεία διατήρησε τα ίδια επίπεδα κέρδους ανά τόνο σε σύγκριση με την προηγούμενη χρήση, σε περιβάλλον πτωτικών τιμών. Πρακτικά, οι τιμές των βασικών εμπορευμάτων ακολούθησαν πτωτική πορεία στη χρήση που έληξε 30 Ιουνίου 2024. Η αύξηση του μεικτού κέρδους, η οποία επηρέασε και το μεικτό περιθώριο, αποδίδεται στην αύξηση κατά 28% του όγκου των πωλήσεων σε σχέση με τα δεδομένα της χρήσης που έκλεισε στις 30 Ιουνίου 2023.
Εν τω μεταξύ, οι απαιτήσεις από το ελληνικό Δημόσιο είναι αυξημένες σε 10,2 εκατ. ευρώ από 8,2 εκατ. ευρώ έναν χρόνο πριν και αφορούν επιστροφή ΦΠΑ και προκαταβολή φόρου εισοδήματος. Επίσης, τα ταμειακά διαθέσιμα ανήλθαν σε 2,5 εκατ. ευρώ από 4,1 εκατ. ευρώ αντίστοιχα.
Πάνω από 5,7 εκατ. ευρώ μέρισμα
Το διοικητικό συμβούλιο της Σόγια Ελλάς προτείνει από τα καθαρά μετά από φόρους κέρδη της χρήσης 2023/2024, ύψους 10,36 εκατ. ευρώ, τη διανομή μερίσματος 5.746.926,24 ευρώ (0,88 ευρώ ανά μετοχή), ενώ το υπόλοιπο των καθαρών κερδών μετά από φόρους, ύψους 4,6 εκατ. ευρώ, προτείνει να μεταφερθεί στο υπόλοιπο κερδών εις νέο. Η διανομή των κερδών τελεί υπό την έγκριση της γενικής συνέλευσης των μετόχων.
Σημειώνεται τέλος ότι η Σόγια Ελλάς, που απασχολεί (με βάση τα στοιχεία στις 30.6.2024) 319 εργαζόμενους, από 307 έναν χρόνο πριν, δραστηριοποιείται από το 1976 -που ιδρύθηκε- κυρίως στην εμπορία δημητριακών και στη βιομηχανοποίηση ελαιούχων σπόρων, με έδρα στην Αθήνα, με παραγωγική μονάδα και αποθήκες στα Ψαχνά Ευβοίας. Όλες οι εγκαταστάσεις της στεγάζονται σε ιδιόκτητα ακίνητα, εκτός των μισθωμένων ακινήτων των υποκαταστημάτων στη ΒΙ.ΠΕ. Σίνδου, στο Ανθοχώρι, στο Εύλαλο και στη Θήβα, όπου διατηρεί αποθήκη. Το σύνολο σχεδόν των πωλήσεων είναι χονδρικές και τα προϊόντα διανέμονται σε πελάτες -βιοτεχνίες, βιομηχανίες και εμπορικές επιχειρήσεις- με ιδιόκτητα φορτηγά.
Διαβάστε επίσης
Τυχερά παιχνίδια: Καλπάζει η αγορά, ανεβαίνει το online gaming
Προ των πυλών εξαγορά σούπερ μάρκετ από ξένο επενδυτή
GSI: Πού “κολλάει” η απόφαση συμμετοχής του κυπριακού δημοσίου