THEPOWERGAME
Κάποτε οι προϋπολογισμοί των ισχυρών οικονομιών στην Ευρώπη ναι μεν είχαν τη βαρύτητα τους στα οικονομικά δρώμενα αλλά δεν διαδραμάτιζαν πρωταγωνιστικό ρόλο. Σήμερα τα πράγματα αλλάζουν, με τους κρατικούς προϋπολογισμούς της Γαλλίας, της Βρετανίας και της Γερμανίας να κλονίζουν κυβερνήσεις και αγορές.
Στο Βερολίνο, ο εύθραυστος κυβερνητικός συνασπισμός των Σοσιαλδημοκρατών, των Πρασίνων και των Φιλελεύθερων φλερτάρει με μια ακόμη κρίση έναν χρόνο πριν τις εκλογές. Μετά από ακροάσεις που έχουν προγραμματιστεί για τον Νοέμβριο, το Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο καλείται να αποφασίσει εάν φορολογικές εισπράξεις 75 δισ. ευρώ, οι οποίες έχουν συλλεχθεί από το 2020 ως τέλη αλληλεγγύης για την επανένωση της Γερμανίας, θα πρέπει να ματαιωθούν ή όχι. Μια απόφαση με αναδρομική ισχύ θα έθετε ζήτημα αύξησης των ορίων στο δημόσιο χρέος, αλλά ακόμη και η μεμονωμένη απαγόρευση είσπραξης 13 δισ. ευρώ για το 2025 θα δημιουργούσε μια τρύπα στον προϋπολογισμό.
Χαλογουίν: H Ριβς τρόμαξε τις αγορές
Μεγάλη δοκιμασία πέρασε η υπουργός Οικονομικών της Βρετανίας, Ρέιτσελ Ριβς. Μετά την παρουσίαση του πρώτου προϋπολογισμού των Εργατικών έπειτα από 13 χρόνια διακυβέρνησης των Συντηρητικών, οι αποδόσεις των 10ετών ομολόγων της Βρετανίας οδηγήθηκαν σε υψηλό έτους, δηλαδή στο 4,5%, τις επόμενες ημέρες. Την Παρασκευή, η Moody’s προειδοποίησε πως τα σχέδια των Εργατικών να αυξήσουν τον δανεισμό τους προσθέτουν μια «πρόσθετη πρόκληση» στην αποκατάσταση της δημοσιονομικής κατάστασης στη χώρα.
Σε μια απόπειρα να εξισορροπήσουν οι Εργατικοί την επιτακτική ανάγκη για μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος με την υπόσχεση που έδωσαν για την ενίσχυση του κοινωνικού κράτους, η Ριβς προγραμμάτισε την αύξηση φόρων κατά 40 δισ. στερλίνες, ετησίως, μαζί με ένα επενδυτικό πακέτο 100 δισ. στερλινών για την επόμενη πενταετία. Απώτερος στόχος είναι η «ανοικοδόμηση» της Βρετανίας και των υπηρεσιών του δημοσίου, οι οποίες έχουν φθαρεί λόγω της πολύχρονης παραμέλησης από τους Συντηρητικούς, είπε η Ριβς.
Η επιφυλακτικότητα των επενδυτών καθρεφτίστηκε στην υποχώρηση της στερλίνας στα 1,285 δολάρια, αντανακλώντας το χαμηλότερο επίπεδο από τα μέσα Αυγούστου. Εκτός των αυξήσεων στους φόρους, ένα ακόμη σημείο που προβληματίζει τις αγορές είναι τα σχέδια για αύξηση των εκδόσεων ομολόγων κατά 30 δισ. στερλίνες για το τρέχον δημοσιονομικό έτος. Αν και το επιτελείο της Ριβς προβλέπει πλεόνασμα 10,8 δισ. στερλινών το 2027-28, πληροφορίες των Financial Times αποκάλυψαν πως ακόμη και μέλη των Εργατικών άρχισαν να προβληματίζονται μετά τον αρχικό ενθουσιασμό της Τετάρτης. Το ανέκδοτο που κυκλοφόρησε στους κύκλους του Σίτι του Λονδίνου είναι πως η Ριβς κατάφερε να τρομάξει τις αγορές στην εορτή του Χάλογουιν.
Εντούτοις, o προβληματισμός από τον προϋπολογισμό των Εργατικών δεν συγκρίνεται με τον πανικό που επικράτησε έναν χρόνο πριν με τον «μίνι-προϋπολογισμό» της συντηρητικής Λιζ Τρας, ο οποίος ενσωμάτωνε περικοπές φόρων 45 δισ. στερλινών χωρίς κανένα αντίβαρο.
Η δύσκολη εξίσωση του προϋπολογισμού στη Γαλλία
Αν και παρατηρείται ένα γενικότερο κύμα ρευστοποιήσεων στις αγορές ομολόγων κατά τη διάρκεια των προηγούμενων εβδομάδων, οι διακυμάνσεις είναι πολύ πιο έντονες για τα αξιόγραφα όχι μόνον της Βρετανίας αλλά και της Γαλλίας. Το 10ετές κόστος δανεισμού της Γαλλίας αναρριχήθηκε στο 3,1%, δηλαδή στο υψηλότερο τριμήνου, όχι μόνον λόγω της ισχυρότερης του αναμενόμενου ανάπτυξης το γ’ τρίμηνο (0,4% έναντι εκτιμώμενου 0,3%).
Εδώ και καιρό υποβόσκει μια ανησυχία για τη δυνατότητα της κυβέρνησης του Μισέλ Μπαρνιέ να πειθαρχήσει το δημοσιονομικό έλλειμμα και το δημόσιο χρέος, τα οποία αναμένεται να διαμορφωθούν φέτος περίπου στο 6% και πάνω από το 101%, αντίστοιχα. Την περασμένη Κυριακή, η Γαλλία ανακοίνωσε επιπλέον περικοπές στις δημόσιες δαπάνες κατά 5,2 δισ. ευρώ, προκειμένου να δαμάσει το δημοσιονομικό έλλειμμα στο 5% του ΑΕΠ μέσα στο 2025. Στα δημοσιονομικά μέτρα λιτότητας των 60 δισ. ευρώ, τα 40 δισ. ευρώ είναι περικοπές στις δημόσιες δαπάνες και τα 20 δισ. ευρώ είναι αυξήσεις φόρων για το 2025.
Η Γαλλία βρίσκεται ήδη σε διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος μαζί με την Ιταλία, το Βέλγιο, τη Σλοβακία, τη Μάλτα, την Ουγγαρία και την Πολωνία κατόπιν απόφασης που έλαβε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή περίπου προ τετράμηνου. Βασική διαφορά της Γαλλίας από τις υπόλοιπες χώρες είναι πως κάποια από τα ισχυρότερα πολιτικά κόμματα του κοινοβουλίου -κυρίως η Ανυπότακτη Γαλλία του ακροαριστερού Μελανσόν- αμφισβητούν τη νομιμότητα της κυβέρνησης που συνέθεσε ο Μακρόν μετά από τις πρώιμες εκλογές του καλοκαιριού που δεν ανέδειξαν αυτοδύναμη κυβέρνηση. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, η γαλλική κυβέρνηση πλοηγεί ένα καράβι με άστατο καιρό.
Διαβάστε επίσης
Οι νοσταλγοί του δικομματισμού και η αρχή της πολιτικής αβεβαιότητας
Ιχθυοκαλλιέργειες: Στην Ελλάδα οι πιο “χαλαροί” οικολογικοί κανόνες
Ο γρίφος των κορεσμένων δικτύων και των υψηλών τιμών ενέργειας