THEPOWERGAME
Αμέσως μετά την επίθεση της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου του περασμένου έτους, περίπου το ένα τρίτο των εργαζομένων της Elsight, μιας ισραηλινής εταιρείας κατασκευής συστημάτων επικοινωνίας με μη επανδρωμένα αεροσκάφη, κλήθηκε να πολεμήσει στη Γάζα. Παρόμοια τύχη επιφυλάχθηκε σε ολόκληρο τον πανίσχυρο τεχνολογικό τομέα του Ισραήλ, ο οποίος αντιπροσωπεύει πάνω από το μισό των εξαγωγών της χώρας, το ένα πέμπτο του ΑΕΠ – και το ένα πέμπτο των εφέδρων στις Ισραηλινές Ένοπλες Δυνάμεις (IDF).
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, ο τεχνολογικός τομέας του Ισραήλ αποδείχθηκε εξαιρετικά ανθεκτικός. Όταν άρχισε ο πόλεμος, οι χρηματοδοτήσεις επιχειρηματικών κεφαλαίων (VC) υποχώρησαν, αγγίζοντας τους τελευταίους τρεις μήνες του 2023 τα 2,1 δισ. δολάρια, το χειρότερο τρίμηνο των τελευταίων πέντε ετών. Έκτοτε όμως ανέκαμψαν. Η βιομηχανία τεχνολογίας του Ισραήλ έχει εμπειρία στις συγκρούσεις – βγήκε σχετικά αλώβητη από μικρότερες περιόδους μαχών το 2006 και το 2014 – ενώ το περασμένο έτος πολλές επιχειρήσεις επωφελήθηκαν από την αύξηση των αμυντικών συμβάσεων τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό. Παρ’ όλα αυτά, αν δεν βρεθεί λύση σύντομα, ο ευρύτερος και μακροβιότερος πόλεμος του Ισραήλ εδώ και δεκαετίες μπορεί να αφήσει μόνιμα σημάδια.
Η τεχνολογική υπεροχή του Ισραήλ άρχισε πριν από αρκετές δεκαετίες. Η κυβέρνηση επιδιώκει εδώ και καιρό να ενισχύσει τη βιομηχανική Ε&Α μέσω επιχορηγήσεων, συμφωνιών αντιστοίχισης κεφαλαίων και προγραμμάτων όπως το Magnet, το οποίο φέρνει σε επαφή εταιρείες και πανεπιστήμια για την ανάπτυξη τεχνολογιών. Όπως λέει ο Avi Hasson, πρώην επικεφαλής επιστήμονας της χώρας, η υποστηρικτική κυβερνητική πολιτική προσέλκυσε ιδιωτικά κεφάλαια στη βιομηχανία υψηλής τεχνολογίας, Το αποτέλεσμα είναι το Ισραήλ να δαπανά περισσότερα για έρευνα και ανάπτυξη (Ε&Α), σε σχέση με το ΑΕΠ, από οποιαδήποτε άλλη χώρα στον κόσμο, και υπερδιπλάσια από τον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ.
Η ισραηλινή τεχνολογία έχει επίσης βοηθηθεί από τους στενούς δεσμούς της με τον στρατό της χώρας, ο οποίος δεν υπήρξε μόνο αγοραστής των έξυπνων προϊόντων της, αλλά και προμηθευτής επιχειρηματιών. Για παράδειγμα, πρώην μέλη της Μονάδας 8200, της γνωστής ομάδας πληροφοριών σημάτων των IDF, έχουν ιδρύσει πολλές εξέχουσες εταιρείες κυβερνοασφάλειας, όπως η WIZ, την οποία η Google προσπάθησε ανεπιτυχώς να αγοράσει τον Ιούλιο για 23 δισ. δολάρια, και η Palo Alto Networks. Αυτοί οι δεσμοί βοηθούν να εξηγηθεί γιατί τα ισραηλινά τεχνολογικά κέντρα βασίζονται λιγότερο σε πράγματα όπως οι εφαρμογές για κινητά και περισσότερο σε καινοτομίες αιχμής που μπορεί να προέρχονται από τον στρατό ή να του είναι χρήσιμες.
Οι αυξημένες αμυντικές δαπάνες κατά το προηγούμενο έτος, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό, προσφέρουν έτσι μια εξήγηση για την ανθεκτικότητα πολλών ισραηλινών επιχειρήσεων τεχνολογίας. Η Elsight έχει μετατραπεί σε μια εταιρεία που επικεντρώνεται στην άμυνα. Σύμφωνα με τον Yoav Amitai, το αφεντικό της, τώρα αντλεί πάνω από τα μισά έσοδά της από στρατιωτικά συμβόλαια, από λιγότερο από 5% πριν από την 7η Οκτωβρίου,. Η XTEND, μια ισραηλινή εταιρεία λογισμικού για την επιθεώρηση κτιρίων και άλλων υποδομών με τη χρήση μη επανδρωμένων αεροσκαφών και ρομπότ, έχει υπογράψει συμβόλαια με τις IDF. Τον Μάιο, συγκέντρωσε 40 εκατ. δολάρια από επιχειρηματικά κεφάλαια.
Ισραηλινές εταιρείες σε άλλους τομείς της τεχνολογίας συνέχισαν επίσης την ανοδική τους πορεία. Οι περίπου 460 εταιρείες κυβερνοασφάλειας της χώρας έχουν μεγάλη ζήτηση από εταιρείες που επιθυμούν να ενισχύσουν την άμυνά τους. Νωρίτερα φέτος η Nvidia φέρεται να δαπάνησε 1 δισ. δολάρια για δύο ισραηλινές νεοφυείς επιχειρήσεις τεχνητής νοημοσύνης, την Deci και την Run:ai. Η ιατρική τεχνολογία είναι ένα άλλο φωτεινό παράδειγμα. Τον Αύγουστο η Johnson & Johnson ανακοίνωσε την αγορά της V-WAVE, μίας ισραηλινής εταιρείας κατασκευής καρδιακών εμφυτευμάτων, έναντι 1,7 δισ. δολαρίων. Τον Ιούλιο η Alcon, μια ελβετική εταιρεία οφθαλμικών προϊόντων, αγόρασε την Belkin Vision, μια ισραηλινή νεοφυή επιχείρηση που αναπτύσσει τεχνολογίες λέιζερ για τη θεραπεία του γλαυκώματος.
Ωστόσο, άλλες εταιρείες τεχνολογίας εμφανίζουν όλο και περισσότερο σημάδια πίεσης. Μετά τη σύγκρουση, αυτές που δραστηριοποιούνται σε τομείς που αφορούν τους καταναλωτές φαίνεται να έχουν πληγεί περισσότερο. Τον περασμένο μήνα η One Zero, μια ισραηλινή εταιρεία fintech, ανακοίνωσε ότι θα απολύσει το 6% των εργαζομένων της μετά την αναστολή της συμφωνίας με την Generali για τη δημιουργία μιας ψηφιακής τράπεζας στην Ιταλία. Σε επιστολή του προς τους εργαζομένους ο Gal Bar Dea, το αφεντικό της One Zero, κατηγόρησε την «αβεβαιότητα που δημιουργεί η εμπόλεμη κατάσταση». Τον Ιούνιο, η Aleph Farms, μια νεοφυής επιχείρηση που επικεντρώνεται στην παραγωγή κρέατος που παρασκευάζεται στο εργαστήριο, απέλυσε το ένα τρίτο του προσωπικού της.
Ακόμα και σε τομείς της τεχνολογίας που τα πήγαν καλύτερα, τα αφεντικά σημειώνουν ότι ο πόλεμος υπονομεύει το ηθικό και την παραγωγικότητα. Επιπλέον, ξένες επιχειρήσεις τεχνολογίας, όπως η Dropbox, η αμερικανική εταιρεία αποθήκευσης δεδομένων στο νέφος, και η Verily, μια εταιρεία βιοτεχνολογίας που ανήκει στην Google, έχουν κλείσει τις δραστηριότητές τους στο Ισραήλ.
Μια τέτοια εξέλιξη αποτελεί πρόβλημα για την ευρύτερη οικονομία. Στα τέλη Σεπτεμβρίου, ο οίκος αξιολόγησης Moody’s υποβάθμισε τα κρατικά ομόλογα του Ισραήλ κατά δύο βαθμίδες, επισημαίνοντας την «υψηλή αβεβαιότητα για την ικανότητα του τομέα υψηλής τεχνολογίας να συνεχίσει να αναπτύσσεται». Περίπου το ένα τέταρτο των φορολογικών εσόδων της κυβέρνησης προέρχεται από τις εταιρείες τεχνολογίας και τους υπαλλήλους τους. Όσο περισσότερο διαρκεί η σύγκρουση, τόσο η ζημία αυξάνεται.
© 2024 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved. Άρθρο από τον Economist, το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από την www.powergame.gr. Το πρωτότυπο άρθρο, στα αγγλικά, βρίσκεται στο www.economist.com
Διαβάστε επίσης
Η τελευταία ζαριά της Yalco για να μην κατεβάσει ρολά
Όλυμπος: Στρατηγική επένδυση 70 εκατ. ευρώ στην Κύπρο
Net metering: Aνεκτέλεστα έργα 400 ΜW, τι γίνεται με το net billing