THEPOWERGAME
Η εξάρτηση της Δύσης στη Ρωσία δεν περιορίζεται στα ορυκτά καύσιμα. Με τις ροές φυσικού αερίου από την Gazprom προς την Ευρώπη να έχουν μειωθεί δραματικά μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και τις εξαγωγές πετρελαίου να διοχετεύονται, κυρίως, στην Κίνα και την Ινδία, η κοινή γνώμη έχει σχηματίσει την εντύπωση πως η Ευρώπη και οι ΗΠΑ συναλλάσσονται πια στο ελάχιστο με τη Μόσχα. Δυόμισι σχεδόν χρόνια μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία, ωστόσο, η Δύση εξακολουθεί να είναι εξαρτώμενη σε πρώτες ύλες και ειδικότερα το ουράνιο, το τιτάνιο και νικέλιο.
Ενώ οι G7, οι επτά ισχυρότερες οικονομίες του ανεπτυγμένου κόσμου, έχουν δρομολογήσει την παροχή πιστώσεων στην Ουκρανία από τις προσόδους των παγωμένων συναλλαγματικών αποθεμάτων της Ρωσίας, το Κρεμλίνο έκανε πρόσφατα λόγο για την επιβολή περιορισμών στις εξαγωγές πρώτων υλών ως μοχλό πίεσης στη Δύση. Ανάλογη τακτική είχε επιχειρήσει ο πρόεδρος της Ρωσίας, Βλαντιμίρ Πούτιν, λίγο πριν από την εισβολή στην Ουκρανία και αμέσως μετά, εκμεταλλευόμενος την εξάρτηση της Ευρώπης στο φυσικό αέριο. Χρειάστηκαν υπεράνθρωπες προσπάθειες για να βρει η ΕΕ εναλλακτικούς προμηθευτές αλλά οι πληγές στη βαριά βιομηχανία δεν έχουν ακόμα επουλωθεί.
«Η προμήθεια ενός αριθμού προϊόντων θα είναι μικρή και ίσως θα πρέπει να εξετάσουμε ορισμένους περιορισμούς, για παράδειγμα, στο ουράνιο, το τιτάνιο και το νικέλιο» είχε πει ο Πούτιν στα μέσα Σεπτεμβρίου. H Rosatom, η οποία ελέγχεται από το ρωσικό κράτος, κατέχει το 40% της παγκόσμιας αγοράς εμπλουτισμένου ουράνιου που είναι απαραίτητο για τη λειτουργία των πυρηνικών εργοστασίων. Όπως επισημαίνει σε έρευνα η Deutsche Welle, καμία άλλη χώρα δεν ικανοποιεί καλύτερα τις προδιαγραφές για το ουράνιο που είναι απαραίτητο στη λειτουργία πυρηνικών αντιδραστήρων νέας γενιάς.
Οι ΗΠΑ προσπαθούν να προλάβουν τη Ρωσία, με την Centrus Energy να ξεκινά ένα πρόγραμμα εμπλουτισμού ουράνιου στα τέλη του περσινού έτους. Όμως η παραγωγή θα είναι μετριοπαθής για τα επόμενα χρόνια. Σε αυτή τη φάση, η Centrus Energy επικεντρώνεται στην εισαγωγή εμπλουτισμένου ουράνιου από την Rosatom, το οποίο καλύπτει το 20% των αναγκών για τη λειτουργία πυρηνικών αντιδραστήρων στις ΗΠΑ και το 30% στην ΕΕ. Αν και οι ΗΠΑ έχουν απαγορεύσει τις εισαγωγές από τη Ρωσία, η Centrus Energy ανακοίνωσε πως έλαβε προσωρινή άρση των μέτρων για το 2024/25.
Η επιβολή περιορισμών από τη Ρωσία θα ήταν δίκοπο μαχαίρι για το Κρεμλίνο που αναζητά πόρους για να μπορεί να χρηματοδοτεί τις στρατιωτικές επιχειρήσεις στην Ουκρανία. Αυτός είναι ο λόγος που ο Πούτιν είχε, επίσης, υπογραμμίσει τον περασμένο μήνα πως «δεν πρέπει να κάνουμε κάτι που θα μας βλάψει». Καθώς οι ΗΠΑ αγοράζουν τις μεγαλύτερες ποσότητες εμπλουτισμένου ουράνιου από τη Ρωσία, αναλογούν ουσιαστικά στο ήμισυ των πωλήσεων της Rosatom στο εξωτερικό. Πέρυσι, τα έσοδα από τις εξαγωγές της Rosatom διαμορφώθηκαν στα 2 δισ. δολάρια, εκ των οποίων τα 500 εκατ. δολάρια προέρχονται από την Ε.Ε.
Τιτάνιο: Η Ευρώπη σε δυσμενέστερη θέση από τις ΗΠΑ
Η παραγωγή τιτάνιου στη Ρωσία ελέγχεται σχεδόν αποκλειστικά από την VSMPO-Avisma, η οποία διατηρεί την έδρα στην ευρύτερη περιοχή των Ουραλίων. Επεξεργάζεται περίπου το 15% του σφουγγαριού τιτάνιου (titanium sponge), το οποίο χρησιμεύει σαν πρώτη ύλη για την κατασκευή εξαρτημάτων για την αεροδιαστημική, τις αυτοκινητοβιομηχανίες, την ιατρική και τις βιομηχανίες χημικών. Αν και η VSMPO-Avisma επηρεάζεται από αμερικανικές κυρώσεις, οι εξαγωγές στην Ευρώπη διαμορφώθηκαν στα 345 εκατ. δολάρια το 2023 έναντι των 370 εκατ. δολαρίων έναν χρόνο πριν.
Αφενός, η αμερικανική Boeing και η ευρωπαϊκή Airbus έχουν διακόψει συνεργασία με την VSMPO-Avisma από το 2022. Αφετέρου, η γαλλική Safran και η βρετανική Rolls-Royce, οι οποίες είναι προμηθευτές της Boeing, εξακολουθούν να αγοράζουν τιτάνιο από τη Ρωσία. Η Ευρώπη βρίσκεται σε δυσμενέστερη θέση από τις ΗΠΑ διότι δεν διαθέτει εταιρείες που μπορούν να επεξεργαστούν σφουγγάρι τιτάνιου, επισημαίνουν ειδικοί στο Reuters. Οπότε η Ευρώπη θα είναι εξαρτώμενη είτε από τη Ρωσία, είτε από τις ΗΠΑ.
Ινδονησία: Ρόλος-κλειδί για την αύξηση της παγκόσμιας προσφοράς νικέλιου
Χάρις στον τριπλασιασμό της παραγωγής νικέλιου από την Ινδονησία στους 175,6 εκατ. τόνους στο 2023 από τους 51,3 εκατ. τόνους το 2020, η παγκόσμια αγορά και ειδικότερα η Ευρώπη διαθέτουν εναλλακτικές. Αν και η ΕΕ δεν έχει ακόμη επιβάλει δασμούς εις βάρος της Norilsk Nickel, που είναι η μεγαλύτερη παραγωγός νικέλιου στον κόσμο, σαν τις ΗΠΑ και τη Βρετανία, οι εισαγωγές έχουν μειωθεί τα τελευταία χρόνια. Αρκεί να αναλογιστεί κανείς πως το 2021, η Ευρώπη αντιστοιχούσε στο 50% των πωλήσεων της Norilsk Nickel, με το ποσοστό αυτό να μειώνεται στο 24% το 2023.
Εντούτοις συναλλαγές εξακολουθούν να λαμβάνουν χώρα μεταξύ ΕΕ και Δύσης, με το νικέλιο να είναι απαραίτητο για να προχωρήσει στην πράσινη μετάβαση η ΕΕ, αλλά και στον υπόλοιπο κόσμο. Πάνω από το ένα πέμπτο των αποθεμάτων που διατηρεί το Χρηματιστήριο Μετάλλων του Λονδίνου (LME) προέρχεται από τη Ρωσία. Μεταξύ άλλων, το νικέλιο είναι απαραίτητο συστατικό για την κατασκευή μπαταριών.
Σύμφωνα με στοιχεία της Διεθνούς Χρηματοοικονομικής Εταιρείας (International Finance Corporation), η οποία είναι μέλος της Παγκόσμιας Τράπεζας, η ετήσια προσφορά νικέλιου θα πρέπει να αυξηθεί κατά 208% μέχρι το 2050 σε σχέση με τα επίπεδα του 2020. Η απεξάρτηση από τη ρωσική οικονομία είναι ηράκλειο εγχείρημα καθώς πρόκειται για μια από τις πλουσιότερες χώρες του κόσμου σε πρώτες ύλες, ορυκτά καύσιμα αλλά και αγροτικά εμπορεύματα.
Διαβάστε επίσης
Ρομπότ για τις κενές θέσεις εργασίας: Το παράδειγμα της εστίασης
Αποκαλυπτήρια για το ουίσκι των 35.000 δολαρίων
Ρουμανία: Η χώρα των αγροτών βλέπει τις καλλιέργειές της να πεθαίνουν