THEPOWERGAME
Η άνοδος των τιμών και των ενοικίων στην αγορά κατοικίας της Ευρωζώνης σε συνδυασμό με την αύξηση του κόστους δανεισμού τη διετία 2022-23 για τη συγκράτηση του πληθωρισμού έχουν παγώσει τις φετινές χορηγήσεις στεγαστικών δανείων, τα οποία αντιπροσωπεύουν σχεδόν πάνω από το ήμισυ του χαρτοφυλακίου πιστώσεων των τραπεζών.
Είναι μια εκτίμηση της EY που φέρνουν στο φως της δημοσιότητας οι Financial Times, εν όψει της επίσημης έκθεσης της ΕΚΤ τον επόμενο μήνα, προσθέτοντας μια ακόμη πτυχή σε ένα από πιο σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζουν πολίτες και κυβερνήσεις στην Ευρώπη. Καθιστά, παράλληλα, ακόμη πιο πολύτιμη μια μεγαλύτερη μείωση των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), με τη συνεδρίαση αυτής της εβδομάδας να αποκτά μεγαλύτερη σημασία.
Αν και με τη σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής, η ΕΚΤ έχει καταφέρει να δαμάσει τον υψηλό πληθωρισμό, τα υψηλά επιτόκια στη στεγαστική πίστη καθιστούν ανέφικτη την αγορά κατοικίας. Μετά την πανδημία και τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, τα νοικοκυριά είναι αντιμέτωπα με ένα υψηλό κόστος διαβίωσης και ακριβά ενοίκια. Τον περασμένο Ιούνιο, η ΕΚΤ ξεκίνησε έναν κύκλο καθοδικών επιτοκίων με μια μείωση της τάξεως των 25 μονάδων βάσης.
Στη συνεδρίαση αυτής της Πέμπτης πιθανολογείται περαιτέρω μείωση κατά ακόμη 25 μ.β. καθώς η υποτονική ανάπτυξη στην Ευρωζώνη είναι επίμονη. Η μεταποίηση δεν έχει ανακάμψει και η κατανάλωση δεν είναι ικανή ακόμη για να σηκώσει το βάρος της ανάπτυξης. Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, η κατανάλωση στην Ευρωζώνη υποχώρησε κατά 0,1% μέσα στο β’ τρίμηνο του 2024.
Αυτή η συγκράτηση των δαπανών παρατηρείται παρά τη διεξαγωγή του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος Ποδοσφαίρου στη Γερμανία και τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Παρισιού σε μια περίοδο, μάλιστα, που η ανεργία κινείται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα και η ενίσχυση των εισοδημάτων έχει προσπεράσει την αύξηση των τιμών στην πραγματική οικονομία. Θεωρητικά, κάτω από αυτές τις συνθήκες, η αγορά στεγαστικής πίστης θα είναι τονωθεί αλλά η EY δεν διαβλέπει μια ανάκαμψη νωρίτερα από το 2025.
Από την περασμένη εβδομάδα, έρευνα της Gallup Analytics επιβεβαίωσε πως είναι οξυμένη σε ανεπανάληπτα επίπεδα η δυσαρέσκεια των πολιτών του ανεπτυγμένου κόσμου, συμπεριλαμβανομένης της Ευρώπης, για το υψηλό κόστος στέγασης. Η έλλειψη στέγασης σε προσιτό κόστος, είτε αγοράς, είτε ενοικίασης προβληματίζει τους πολίτες των πλουσίων χωρών του ΟΟΣΑ πιο πολύ από τον κλάδο υγείας, την εκπαίδευση, τις δημόσιες μεταφορές και τα γενικότερα κριτήρια διαβίωσης, αναφέρουν η Gallup και οι Financial Times.
Η έρευνα αυτή στηρίχθηκε σε πάνω από 37.000 ερωτηθέντες σε 37 χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ και έδειξε πως αυτή η δυσαρέσκεια για το υψηλό κόστος στέγασης είναι ιδιαίτερα έντονη σε όσους διανύουν την 3η δεκαετία της ζωής τους και αυτούς που ανήκουν στην ηλικιακή ομάδα 39 έως 49 ετών, αναφέρουν οι Financial Times. Δηλαδή η προοπτική για ασφάλεια στη στέγη έχει κλονιστεί για τους Ευρωπαίους που βρίσκονται στα πιο παραγωγικά χρόνια της ζωής τους.
Αξίζει να σημειωθεί πως το κόστος στέγασης είναι μεγαλύτερο στις ΗΠΑ, την Ευρώπη και τη Βρετανία σε σχέση με τα επίπεδα που ίσχυαν προ πανδημίας παρά τις μειώσεις που έχουν καταγραφεί έως έναν βαθμό ακριβώς εξαιτίας της μείωσης των επιτοκίων. Μια ακόμη παράμετρος που αφορά ειδικά την Ευρώπη είναι η μεγάλη διάδοση των βραχυχρόνιων μισθώσεων που έχουν επιδεινώσει το πρόβλημα της ανεπαρκούς προσφοράς στέγης. Σε ορισμένες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, οι κυβερνήσεις έχουν λάβει μέτρα για να περιορίσουν το φαινόμενο των βραχυχρόνιων μισθώσεων αλλά τα αποτελέσματα δεν είναι πια ορατά.
Διαβάστε επίσης
Ντράγκι: Η Ευρώπη χρειάζεται επενδύσεις 800 δισ. για να επιβιώσει
Μικ Χέρον: Ο συγγραφέας που βρέθηκε από τα αζήτητα στην κορυφή
Λεπτές ισορροπίες μεταξύ Ελλάδας Κύπρου για το καλώδιο: Η στάση των ΗΠΑ