THEPOWERGAME
Σε μεγάλο μέρος προϊόντων, σε είδη διατροφής και όχι μόνο, σε όλη την υδρόγειο, δεν βλέπουμε πλέον τις αυξήσεις τιμών που είχαμε «συνηθίσει» την τελευταία τουλάχιστον διετία, που η ακρίβεια «βαράει κόκκινο». Αυτό, για παράδειγμα, στη χώρα μας επιβεβαιώνεται και από τα στοιχεία του ΙΕΛΚΑ για τον Ιούνιο, που δείχνουν μείωση 1,92% στις τιμές, με μια σειρά από προϊόντα να είναι πιο φθηνά. Ωστόσο, η αίσθηση στους καταναλωτές όλης της υφηλίου παραμένει κοινή: με περισσότερα χρήματα, το καλάθι και ακολούθως το ψυγείο παραμένει μισοάδειο.
Για την κατάσταση στα σούπερ μάρκετ της χώρας μας, η νέα έκθεση της ΤτΕ για παράδειγμα είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτική: παρά την άμβλυνση στη διαφορά των τιμών ανάμεσα σε ελληνικά και ξένα σούπερ μάρκετ την τελευταία 12ετία, οι τιμές για τυποποιημένα προϊόντα στη χώρα μας παραμένουν κατά μέσο όρο περίπου 10% υψηλότερες σε σχέση με την Ευρωζώνη. Μάλιστα, σε είδη πρώτης ανάγκης, όπως το βρεφικό γάλα, στη χώρα μας συναντά κανείς μία από τις υψηλότερες τιμές στην Ευρωζώνη. Aντίστοιχα, και τα στοιχεία της Eurostat για το 2023 έδειξαν ότι 4/10 Έλληνες στερούνται πλήρη γεύματα με κρέας, ψάρι ή κάποιο αντίστοιχο χορτοφαγικό συμπλήρωμα.
Έτσι, η όποια μικρή μείωση τιμών ή στασιμότητα, σε συνδυασμό και με άλλες παραμέτρους, που πιάνονται και παρακάτω, δεν αρκούν ακόμα για να φανεί αυτό και στο καλάθι του καταναλωτή. Και αυτό συμβαίνει στη μεγάλη πλειονότητα των χωρών και χρειάζεται να απασχολήσει τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής, αφού η ακρίβεια (όχι μόνο στα σούπερ μάρκετ) παραμένει το νούμερο ένα πρόβλημα για τους λαούς όλων των χωρών, όπως επιβεβαιώνεται και από τις πρόσφατες εκλογικές δημοσκοπήσεις.
Το αμερικανικό NPR, χαρακτηριστικά, παρουσιάζει τρία πράγματα που πρέπει να γνωρίζουν οι καταναλωτές για τις τιμές των τροφίμων το τελευταίο διάστημα -και γιατί εξακολουθούν να υπάρχει τέτοια ακρίβεια, παρά τη στασιμότητα ή και μικρή μείωση στις τιμές.
Τι συμβαίνει με την ακρίβεια στα τρόφιμα;
Μπορεί αυτό να μη γίνεται αντιληπτό στην τσέπη του καταναλωτή, αλλά οι τιμές των τροφίμων έχουν σταθεροποιηθεί ως επί το πλείστον. Η τελευταία έκθεση για τον πληθωρισμό των καταναλωτών στις ΗΠΑ, που δημοσιεύτηκε αυτήν την εβδομάδα, έδειξε ότι οι τιμές των τροφίμων αυξήθηκαν λίγο πάνω από 1% τον τελευταίο χρόνο. Αυτό συνιστά βελτίωση σε σχέση με το προηγούμενο έτος, όταν οι τιμές αυξήθηκαν σχεδόν κατά 5%, και το προηγούμενο έτος, όταν αυξήθηκαν κατά διψήφιο ποσοστό. Ωστόσο, η εξομάλυνση δεν είναι το ίδιο με την πτώση των τιμών και οι ΗΠΑ εξακολουθούν να αισθάνονται το σωρευτικό αποτέλεσμα των αυξήσεων των προηγούμενων ετών, περιγράφει το NPR.
Και αυτό οδηγεί σε απογοήτευση τους καταναλωτές, που δηλώνουν χαρακτηριστικά στο NPR ότι «μπαίνεις μέσα για ένα πράγμα και βγαίνεις έξω και έχεις πληρώσει 45 δολάρια». Πολύ σημαντική παράμετρος είναι και το ότι οι εταιρείες μειώνουν τα μεγέθη των συσκευασιών, πράγμα που σημαίνει ότι παίρνετε λιγότερα απ’ ό,τι παλιά για τις ίδιες ή μερικές φορές ακόμη και για υψηλότερες τιμές. «Η ζάχαρη είναι μόνο 4 κιλά», λέει καταναλωτής στο NPR. «Δεν παίρνεις πια ούτε μια σακούλα των 5 κιλών (με τα ίδια λεφτά)». Και όλα αυτά σε μια χώρα που η ζάχαρη είναι ψηλά στη λίστα των νοικοκυριών.
Οι τιμές στα σούπερ μάρκετ είναι ιδιαίτερα αισθητές, επειδή αποτελούν ένα τόσο σημαντικό κομμάτι του προϋπολογισμού μιας τυπικής οικογένειας, αντιπροσωπεύοντας περίπου το 8% κατά μέσο όρο, σύμφωνα με αμερικανικά κυβερνητικά στοιχεία. Για τις οικογένειες με χαμηλότερο εισόδημα είναι συχνά μεγαλύτερο το ποσοστό.
Πώς προσαρμόζονται οι άνθρωποι στις υψηλότερες τιμές;
Για λίγο καιρό πολλοί καταναλωτές απλά έσφιγγαν τα δόντια και πλήρωναν -αλλά οι Αμερικανοί αρχίζουν να αντιδρούν. Η PepsiCo, η οποία ανακοίνωσε τα οικονομικά της αποτελέσματα αυτήν την εβδομάδα, δήλωσε ότι οι πωλήσεις των σνακ της μειώθηκαν κατά τη διάρκεια του πιο πρόσφατου τριμήνου. Εν μέρει αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι αγοραστές αντιδρούν στις υψηλότερες τιμές, μειώνοντας εντελώς τα τσιπς ή επιλέγοντας φθηνότερες μάρκες.
Αρκετοί είναι οι καταναλωτές που επιλέγουν μάρκες που μπορεί να μη γνώριζαν, αλλά έχουν ακόμα και το 1/4 της τιμής των επώνυμων προϊόντων. «Πριν θα είχαμε αγοράσει μια μεγάλη σακούλα με κατεψυγμένες κοτομπουκιές για τον γιο μας. Και η συγκεκριμένη τσάντα ανέβηκε τρία επιπλέον δολάρια», λέει πελάτισσα σούπερ μάρκετ στο NPR. «Έτσι ξεκινήσαμε να φτιάχνουμε σπιτικές κοτομπουκιές, τις οποίες πιθανότατα δεν θα αλλάξουμε ποτέ, γιατί είναι πολύ καλές».
Αυτό στέλνει ένα μήνυμα στους μεγάλους παραγωγούς τροφίμων. Όταν η PepsiCo και άλλοι αρχίζουν να χάνουν μερίδιο αγοράς, γίνονται πιο προσεκτικοί όσον αφορά την ακρίβεια στα προϊόντα τους. Σε ορισμένες περιπτώσεις, αρχίζουν να προσφέρουν εκπτώσεις -και αυτός είναι ένας λόγος που οι τιμές των τροφίμων δεν ανεβαίνουν τόσο γρήγορα όσο παλαιότερα.
Θα πέσουν επιτέλους οι τιμές στα σούπερ μάρκετ;
Σε κάποιον βαθμό, απαντάει το NPR. Οι τιμές ορισμένων μεμονωμένων ειδών έχουν μειωθεί. Για παράδειγμα, οι τιμές των φρούτων και των λαχανικών μειώθηκαν τον τελευταίο χρόνο. Στην Ελλάδα, για παράδειγμα, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΙΕΛΚΑ για τον Ιούνιο, οι τιμές για τα φρέσκα φρούτα και λαχανικά μειώθηκαν κατά 10,66% (έχουν ευνοηθεί από τις συγκριτικά καλύτερες καιρικές συνθήκες σε σχέση με το 2023). Ωστόσο, το συνολικό κόστος των σούπερ μάρκετ είναι απίθανο να μειωθεί σημαντικά, τουλάχιστον στο άμεσο μέλλον, σύμφωνα με το αμερικανικό μέσο. Υπάρχουν βέβαια και άλλες παράμετροι, όπως οι πόλεμοι και τα προβλήματα στο εμπόριο, που δεν αναλύονται εκτενώς.
Παράλληλα, στο κομμάτι ακρίβεια στα σούπερ μάρκετ υπάρχει και η παράμετρος των μισθών. Στις ΗΠΑ οι μέσοι μισθοί αυξήθηκαν κατά 3,9% ή περίπου τρεισήμισι φορές ταχύτερα από τις τιμές των σούπερ μάρκετ. Ο τυπικός εργαζόμενος πρέπει τώρα να εργαστεί περίπου τον ίδιο αριθμό ωρών για να αγοράσει τα ψώνια μιας εβδομάδας όπως το 2019, πριν από την πανδημία, και αυτό σύμφωνα με το NPR είναι θετικό για τον Αμερικανό καταναλωτή, ωστόσο δεν μπορεί να ισχύει το ίδιο σε όλες τις χώρες, αφού οι μισθολογικές διαφορές και οι τιμές στα σούπερ μάρκετ είναι πολύ διαφορετικές.
Διαβάστε επίσης:
Με τι πρόστιμα απειλούνται όσοι δεν υποβάλουν φορολογική δήλωση
Pappu: Με δύναμη κι ορμή από το Περιστέρι
H τιμή του χαλκού, η ενεργειακή μετάβαση και η Κίνα