THEPOWERGAME
Η κυβέρνηση ανοίγει τη συζήτηση για την αύξηση των ορίων ηλεκτρομαγνητικής (Η/Μ) ακτινοβολίας στην κινητή τηλεφωνία. Σε σύσκεψη που έχει προγραμματιστεί στο υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης για την ερχόμενη Πέμπτη, θα συζητηθεί το θέμα αυτό μεταξύ παραγόντων του υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης, του υπουργείου Περιβάλλοντος, της Ελληνικής Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας (ΕΕΑΕ), της ΕΕΤΤ, του ΕΜΠ κ.ά.
Πρόκειται για ένα ζήτημα που έχει τεθεί εδώ και πολλούς μήνες από τους παρόχους τηλεπικοινωνιακών δικτύων κινητών επικοινωνιών, οι οποίοι σημειώνουν ότι η ανάπτυξη των δικτύων 5G με τα υφιστάμενα όρια εκπομπών είναι μια δύσκολη υπόθεση, αν όχι ανέφικτη. Καθώς μάλιστα η τεχνολογία αυτή, αλλά και η επερχόμενη 6G, απαιτεί για την υλοποίησή της πολύ πυκνότερο δίκτυο κεραιών και σταθμών βάσης σε σχέση με τις τεχνολογίες 3G και 4G, καθίσταται ακόμη δυσκολότερη με τα υφιστάμενα όρια εκπομπών. To προαπαιτούμενο πυκνό δίκτυο 5G πρέπει να γίνει ακόμη πυκνότερο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε κόστος και χρόνο ανάπτυξης (εξοπλισμός, εγκαταστάσεις κ.λπ.).
Είναι η πρώτη φορά από το 2006 και μετά που η κυβέρνηση ανοίγει μια τέτοια συζήτηση. Αναμφιβόλως η ίδια βρίσκεται σε δύσκολη θέση, καθώς από τη μία πλευρά θα πρέπει να κοιτάξει το μέλλον και τις επενδύσεις στις νέες ασύρματες τεχνολογίες και το 5G, που «σέρνεται» τόσο στην Ελλάδα όσο και την υπόλοιπη ΕΕ, και από την άλλη πλευρά ν’ αντιπαλέψει με τις πεποιθήσεις ανθρώπων που θεωρούν τη μη-ιοντίζουσα ακτινοβολία κινητής τηλεφωνίας «καρκινογόνο».
Μάλιστα, την εποχή που η κυβέρνηση της ΝΔ έδινε τις άδειες 5G, το 2020, είχε αναπτυχθεί και στη χώρα μας κίνημα κατά της συγκεκριμένης τεχνολογίας (Stop5G). Ωστόσο, μετά την αδειοδότηση των παρόχων και την άντληση περίπου 370 εκατ. ευρώ από τις άδειες 5G, το κίνημα αυτό εξαφανίσθηκε.
Το αίτημα των παρόχων τηλεπικοινωνιακών δικτύων κινητής στη χώρα μας βασίζεται πρωτίστως στο γεγονός ότι τα όρια εκπομπής της Η/Μ ακτινοβολίας στην κινητή είναι 30% έως 40% χαμηλότερα από τα διεθνή που έχει ορίσει η Διεθνής Ένωση για τις Μη-Ιοντίζουσες Ακτινοβολίες (International Commission on Non-Ionizing Radiation Protection, ICNIRP) του ΟΗΕ και τα οποία έχει αποδεχθεί το Συμβούλιο της Ευρώπης και ισχύουν από το Ιούλιο του 1999 στην ΕΕ.
Σημειώνεται η επανεξέταση των ορίων αυτών, 20 χρόνια μετά την ICNIRP, το 2020, δεν μετέβαλε τα όρια εκπομπής, καθώς φάνηκε να μην υπάρχουν ουσιαστικές επιδράσεις της Η/Μ ακτινοβολίας στα επίπεδα αυτά στους βιολογικούς μηχανισμούς. Έτσι, τα όρια που ορίσθηκαν πίσω στο 1999 είναι αυτά που ισχύουν ακόμη και σήμερα.
Στη Ελλάδα με ρύθμιση του 2006 (ν.3431/03.02.2006 «Περί Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και άλλες διατάξεις») τα όρια για την έκθεση του κοινού τίθενται στο 70% των ορίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τους σταθμούς κεραιών που βρίσκονται σε απόσταση μεγαλύτερη των 300 μέτρων από την περίμετρο των κτιριακών εγκαταστάσεων σχολείων, βρεφονηπιακών σταθμών, νοσοκομείων και γηροκομείων και στο 60% των ορίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τους σταθμούς κεραιών που βρίσκονται σε απόσταση μικρότερη των 300 μέτρων από τις εγκαταστάσεις αυτές.
Σημειώνεται ότι υπάρχουν κι άλλες χώρες που τα όρια εκπομπής Η/Μ ακτινοβολίας από κεραίες κινητής είναι χαμηλότερα της ICNIRP, αλλά η Ελλάδα φαίνεται να κρατά τα πρωτεία. «Η πλειονότητα των ψηφιακά προηγμένων χωρών της ΕΕ έχουν εναρμονιστεί εξαρχής με τα προτεινόμενα όρια (ενδεικτικά Γερμανία, Γαλλία, Ισπανία, Δανία, Σουηδία, Νορβηγία, Φινλανδία, Ηνωμένο Βασίλειο), ενώ άλλες τα υιοθέτησαν στην πορεία (π.χ. Τσεχία το 2000, Εσθονία το 2002, Ουγγαρία το 2003, Σλοβακία το 2004, Ρουμανία το 2006, Πολωνία & Λιθουανία το 2020)», αναφέρει μελέτη της ελληνικής Ένωσης Εταιρειών Κινητής Τηλεφωνίας (ΕΕΚΤ) του 2021.
Στην ίδια έκθεση αναφέρεται ότι 156 χώρες παγκοσμίως έχουν εναρμονιστεί με τα όρια της ICNIRP (ICNIRP 1998 ή ICNIRP 2020). Η Ελλάδα παραμένει η τελευταία χώρα στην ΕΕ που έχει θεσπίσει όρια κατά τουλάχιστον 30% αυστηρότερα από τις συστάσεις των επιστημόνων και δεν έχει ξεκινήσει τη διαδικασία εναρμόνισης.
Διαβάστε επίσης
Η ΕΕ πρέπει να γίνει πρωτοπόρος στις αντλίες θερμότητας παγκοσμίως
Οι 6+3 αλλαγές σε ασφαλιστικό και εργασιακό
Πώς η Ελλάδα μπαίνει στον ευρωπαϊκό διάλογο για την πυρηνική ενέργεια