THEPOWERGAME
Σε αντίθεση με την επιθετική ρητορική του Ντόναλντ Τραμπ όταν κρατούσε τα ηνία του Λευκού Οίκου, το κλίμα ανάμεσα στην κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν και της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει εξομαλυνθεί. Δίχως αμφιβολία. Εντούτοις, οι ΗΠΑ είναι αποφασισμένες να ενισχύσουν την αυτονομία τους σε στρατηγικούς κλάδους της οικονομίας και να υποστηρίξουν την απασχόληση στο εσωτερικό της χώρας. Εάν οι ΗΠΑ αποκόμισαν ένα πικρό μάθημα από την προηγούμενη κυβέρνηση των Ρεπουμπλικάνων είναι πως ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας νιώθει περιθωριοποιημένο από την ισχυρότερη οικονομία του κόσμου.
Αναλόγως πράττει και η Ε.Ε., συνειδητοποιώντας μετά την πανδημία πως θα πρέπει να διαφοροποιήσει τις εφοδιαστικές της αλυσίδες, να διατηρεί μεγαλύτερα αποθέματα σε κρίσιμα προϊόντα και να προστατεύσει ορισμένους κλάδους από το μεγάλο κύμα επενδύσεων από το εξωτερικό. Με φόντο και την αυξανόμενη επιρροή της Κίνας στην παγκόσμια οικονομία, αυτό το ένστικτο επιβίωσης είναι ιδιαίτερα έντονο σήμερα σε δυο μέτωπα των οικονομίων και στις δυο πλευρές του Ατλαντικού: τα εμβόλια και τα τσιπ. Ανεπάρκειες υπάρχουν τόσο σε πρώτες ύλες για την παρασκευή των εμβολίων, όσο και στην παραγωγή των τσιπ που είναι απαραίτητα για να «τρέξουν» οι κλάδοι των αυτοκινητοβιομηχανιών και των ηλεκτρονικών ειδών.
Προσχηματική η διαμάχη για τις πατέντες
Από την μια πλευρά, οι εξαγγελίες του Αμερικανού προέδρου, Τζο Μπάιντεν, στις αρχές Μάιου για την άρση της πατέντας σε όλα τα εμβόλια κατά της νόσου Covid-19 αποβλέπουν θεωρητικά στην αύξηση της παγκόσμιας παραγωγής. Από την άλλη πλευρά, οι ΗΠΑ έχουν θέσει σε ισχύ τη νομοθεσία περί αμυντικής παραγωγής (Defense Production Act) που δεν επιτρέπει, παραδείγματος χάριν, στη γερμανική Curevac να έχει πρόσβαση σε πρώτες ύλες από τις ΗΠΑ για να ολοκληρώσει την παραγωγή του νέου της εμβολίου με στόχο να ξεκινήσουν οι εμβολιασμοί μάσα στο τρέχον τρίμηνο. «Οι εφοδιαστικές αλυσίδες έχουν διαταραχθεί» είχε δηλώσει στη γερμανική Rheinische Post ο Φλόριαν βον ντε Μιούλμπε, επικεφαλής παραγωγής στην Curevac.
Αυτή η πρακτική δυσκολία στις αλτρουιστικές προθέσεις του Λευκού Οίκου να «θεραπεύσει» την ελλειμματική παραγωγή εμβολίων δεν μπόρεσε να παραβλέψει η εκπρόσωπος Εμπορίου των ΗΠΑ, Κάθριν Τάι. Στην ίδια ανακοίνωση για τις πατέντες των εμβολίων τόνισε πως η κυβέρνηση Μπάιντεν σχεδιάζει να ανοίξει το εμπόριο και στις πρώτες ύλες που είναι αναγκαίες στην παρασκευή εμβολίων, επεσήμανε πρώτο το γαλλικό δίκτυο France24. Εξάλλου τη στάση αυτή των «Αγγλοσαξόνων» έθιξε επιγραμματικά και ο πρόεδρος της Γαλλίας, Μανουέλ Μακρόν. Τόνισε πως η διαμάχη για την πνευματική ιδιοκτησία των εμβολίων είναι προσχηματική εκ μέρους των ΗΠΑ και έχει μόνον ως στόχο να αποπροσανατολίσει τη συζήτηση στα εμπόδια που ισχύουν σ΄ότι αφορά τις εξαγωγές εμβολίων και συστατικών. «Σήμερα οι Αγγλοσάξονες μπλοκάρουν αρκετά από αυτά τα συστατικά και τα εμβόλια», είπε ο Μακρόν από το Πόρτο της Πορτογαλίας στο πλαίσιο της Κοινωνικής Συνόδου της Ε.Ε.
Λιγότερα τσιπ, περισσότερες πιέσεις για θωράκιση της εγχώριας παραγωγής
Τόσο οι ΗΠΑ, όσο και οι Ε.Ε γενικά λαμβάνουν μέτρα για να θωρακίσουν κρίσιμους κλάδους στις οικονομίες τους. Στην περίπτωση των Βρυξελλών μελετάται νομικό πλαίσιο που θα ενσωματώνει την έννοια της «αμοιβαιότητας» σε μεγάλα δημόσια έργα για την τόνωση των «εθνικών πρωταθλητών», αναφέρει το Politico. Άλλωστε ο επίτροπος Εμπορίου της Ε.Ε, Τιερί Μπρετόν, είπε σε συνέντευξη στο τηλεοπτικό δίκτυο του Bloomberg πως έφθασε η στιγμή για την Ε.Ε να μην είναι πια «αφελής» και «ανοιχτή», αναφερόμενος στο θέμα της ανεπαρκούς προσφοράς τσιπ που καθυστερεί την παραγωγή αυτοκινήτων και ηλεκτρονικών ειδών με επιπτώσεις στην ευρωπαϊκή βιομηχανία. Στόχος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι να διπλασιάσει την παραγωγή τσιπ τουλάχιστον στο 20% της παγκόσμιας προσφοράς μέχρι το 2030.
Στις ΗΠΑ, αρκετές βιομηχανίες πιέζουν την κυβέρνηση Μπάιντεν να επεκτείνει τη νομοθεσία περί αμυντικής παραγωγής στον κλάδο των τσιπ. Μέχρι στιγμής, ο Λευκός Οίκος δεν έχει κινηθεί προς αυτήν την κατεύθυνση αλλά έχει ζητήσει από το Κογκρέσο να εγκρίνει κονδύλια 50 δις δολαρίων για την τόνωση της εγχώριας παραγωγής και ακόμη 50 δις για τη δημιουργία ειδικής υπηρεσίας που θα παρακολουθεί τον κλάδο. Το μερίδιο των ΗΠΑ στην παγκόσμια παραγωγή τσιπ μειώθηκε από το 37% το 1990 στο 12% σήμερα. Αν και δεν αναμένονται ριζικές αλλαγές στην παγκόσμια οικονομία, η τάση εσωστρέφειας των ισχυρών οικονομιών ενδεχομένως να μεταβάλει τις ισορροπίες σε συγκεκριμένους κλάδους μετά την πανδημία.