THEPOWERGAME
Ο πληθωρισμός, τα προβλήματα ρευστότητας και η φορολογία είναι οι τρεις παράγοντες που οδήγησαν στο β’ εξάμηνο του 2023 στην επιδείνωση του οικονομικού κλίματος για τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις, παρά τις ενθαρρυντικές επιδόσεις στην κερδοφορία και την απασχόληση. Αυτό είναι το βασικό συμπέρασμα της έρευνας της ΓΣΕΒΕΕ, που δημοσιοποιήθηκε κατά τη διάρκεια της θυελλώδους συζήτησης στη Βουλή για τα Τέμπη, με αποτέλεσμα να επισκιαστούν από την πολιτική συγκυρία τα ποιοτικά της ευρήματα. Οι αντίρροπες τάσεις που καταγράφονται προδιαγράφουν και τη δυναμική και τις προβλέψεις για το 2024. Η έρευνα της MARC έγινε σε πανελλαδικό δείγμα 801 μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων1 (0-49 άτομα προσωπικό), από 1 έως 14 Φεβρουαρίου 2024. Αντανακλά μεταξύ άλλων και τα διαχρονικά προβλήματα της οικονομίας από την λειτουργία-έως κυριαρχία- των μικρού μεγέθους των επιχειρήσεων στην Ελλάδα.
Η γενική εικόνα αναδύεται από τις μετρήσεις βασικών δεικτών στις έρευνες της ΓΣΕΒΕΕ, όπως ο δείκτης οικονομικού κλίματος των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων, που υποχώρησε στις 63,9 μονάδες το β’ εξάμηνο του 2023, σε σχέση με το α’ εξάμηνο του ίδιου έτους (66,7 μονάδες). Η κάμψη αποδίδεται κυρίως στις αβεβαιότητες που τροφοδοτούνται από το ρευστό οικονομικό περιβάλλον και από τις επιπτώσεις από εφαρμοζόμενες πολιτικές. Η απαισιοδοξία «πλήττει» κυρίως τις πολύ μικρές επιχειρήσεις σχετικά με τη μελλοντική τους βιωσιμότητα. Ωστόσο, ο ανάλογος δείκτης στο σύνολο των επιχειρήσεων δίνει μια πιο αισιόδοξη προοπτική, καθώς μόλις το 2,2% των επιχειρήσεων εκφράζει το φόβο για διακοπή της δραστηριότητάς του το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα, έναντι 4,7% που ήταν τον Ιούλιο του 2023.
Η αβεβαιότητα και η ανασφάλεια που καταγράφονται δεν αναιρούν ένα σημαντικό εύρημα της έρευνας. Το 2023 περίπου έξι στις 10 επιχειρήσεις (57,3%) δήλωσαν ότι κατέγραψαν κέρδη, ποσοστό αυξημένο σε σχέση με το 2022 (51%). Μειωμένο είναι και το ποσοστό των εταιρειών που δήλωσαν ζημίες (19,2% το 2023 έναντι 22,4% το 2022), ενώ το 13,7% των επιχειρήσεων δεν εμφανίζει κέρδη ή ζημίες. Μια θετική τάση καταγράφεται και για το 2024 σε ό,τι αφορά στην απασχόληση προσωπικού. Για το τρέχον έτος 13,7% των επιχειρήσεων δηλώνει ότι θα αυξήσει το προσωπικό (7,4% για το 2023) ενώ μόλις το 3,5% ότι θα το μειώσει (7,3% το 2023).
Τρία είναι τα βασικά προβλήματα που καταγράφει η έρευνα.
Το πρώτο είναι ο πληθωρισμός και οι επιπτώσεις στις ανατιμήσεις που έκαναν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις: Η μία στις τρεις από αυτές δήλωσε ότι αύξησε τις τιμές του το δεύτερο εξάμηνο του 2023. Το ποσοστό αυτό, αν και είναι μειωμένο σε σχέση με τις 3 προηγούμενες έρευνες παραμένει εξαιρετικά υψηλό. Αύξηση εμφανίζεται και στο λειτουργικό κόστος των επιχειρήσεων αυτών.
Το δεύτερο πρόβλημα είναι η έλλειψη ρευστότητας. Η μία στις τέσσερις εταιρείες εμφανίζει μηδενικά ρευστά διαθέσιμα, ενώ το 25,1% διαθέτει διαθέσιμα το πολύ για ένα μήνα. Η δυσπραγία αυτή βάζει φρένο και στην επενδυτική δραστηριότητα, παρά το υψηλό ποσοστό (37,2 το β΄εξάμηνο του 2023)) που εμφανίζεται να έχει κάνει επενδύσεις την περσινή χρονιά. Γιατί, τι να κρίνει κανείς όταν μία στις δύο μικρές επιχειρήσεις που δήλωσαν ότι έκαναν επένδυση, ήταν της τάξης των… 5.000 ευρώ-και αυτά με ίδιους πόρους. Το 5,7% τις χρηματοδότησε μέσω προγραμμάτων χρηματοδότησης (ΕΣΠΑ), ενώ μόλις το 3,7% μέσω τραπεζικού δανεισμού.
Η τρίτη παράμετρος που αποτιμάται αρνητικά είναι η καθολική, σχεδόν, αντίδραση στην εφαρμογή φορολογικών μέτρων, όπως αυτό του τεκμαρτού τρόπου φορολόγησης των ατομικών επιχειρήσεων. Οι εννιά στους δέκα θεωρούν ότι αυτό θα οδηγήσει σε νέα λουκέτα ενώ το 27,1% εκτιμά πως θα έχουμε το αντίθετο από το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα, δηλαδή τη αύξηση της φοροδιαφυγής.
Ακόμα όμως και για τα πολύ μικρά μεγέθη των επιχειρήσεων στην Ελλάδα, η έρευνα της ΓΣΕΒΕΕ καταδεικνύει ότι οι πολύ μικρές επιχειρήσεις (ενδεικτικά όσες απασχολούν έως 5 άτομα) βρίσκονται σε δυσχερέστερη θέση στις συνολικότερες επιδόσεις. Ενδεικτικά, παρατηρείται μια θετική σχέση μεταξύ του μεγέθους των επιχειρήσεων και της εξέλιξης στον κύκλο εργασιών, αφού οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις με βάση τόσο τον κύκλο εργασιών (πάνω από 300.000 €) όσο και τον αριθμό εργαζομένων (πάνω από 5 άτομα) παρουσιάζουν σημαντικά καλύτερες επιδόσεις σε σχέση με τις μικρότερες επιχειρήσεις (έως 50.000 € κύκλο εργασιών ή/και χωρίς προσωπικό). Παρ’ όλα αυτά καμιά ένδειξη δεν υπάρχει για ανίχνευση τάσεων για συγχωνεύσεις με στόχο τη δημιουργία μεγαλύτερου μεγέθους και, άρα, πιο ανταγωνιστικών μικρομεσαίων επιχειρήσεων.