THEPOWERGAME
Σε πολύτιμο «εργαλείο» για τη δημιουργία νέων διαμερισμάτων και τον εμπλουτισμό του αποθέματος των κατοικιών που διατίθενται προς μακροχρόνια ενοικίαση μπορεί να εξελιχθεί τους επόμενους μήνες το πρόγραμμα Χρυσή Βίζα. Αν και έχει ασκηθεί κριτική για το πώς οι ξένοι επενδυτές «φούσκωσαν» τις τιμές πώλησης κατοικιών, αποκλείοντας έτσι τους εγχώριους αγοραστές, που έχουν χαμηλότερη αγοραστική δύναμη, φαίνεται πως τα νέα μέτρα, που ανακοινώθηκαν την προηγούμενη εβδομάδα, έχουν και μια παράμετρο αναπτυξιακή, που ενδεχομένως να διατηρήσει το πρόγραμμα «εν ζωή», παρ’ ότι το ελάχιστο ύψος επένδυσης αυξήθηκε για δεύτερη φορά μέσα σε 12 μήνες και διαμορφώθηκε στις 800.000 ευρώ στην Αττική, τη Θεσσαλονίκη και όλα τα μεγάλα νησιά (άνω των 3.100 κατοίκων).
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με στελέχη που δραστηριοποιούνται στον τομέα της επενδυτικής μετανάστευσης και της αγοράς ακινήτων, μία από τις αλλαγές που φαίνεται να συγκεντρώνει θετικά σχόλια αφορά την παροχή της δυνατότητας επένδυσης σε ακίνητα που έχουν αλλάξει χρήση κι έχουν μετατραπεί σε κατοικίες. Σε τέτοιες περιπτώσεις, το ελάχιστο ύψος επένδυσης παραμένει στις 250.000 ευρώ. Μάλιστα, δεν υπάρχει κάποιος ιδιαίτερος περιορισμός, καθώς, όπως τονίζεται στη ρύθμιση, «εφόσον οι κύριοι χώροι του ακινήτου μετατρέπονται σε κατοικία, η ελάχιστη αξία καθορίζεται σε 250.000 ευρώ. Η επένδυση πραγματοποιείται σε ένα μόνο ακίνητο και η μετατροπή της χρήσης πρέπει να έχει ολοκληρωθεί πριν από την υποβολή του αιτήματος για τη χορήγηση της μόνιμης άδειας διαμονής επενδυτή».
Στην πράξη, η ρύθμιση αυτή παρέχει τη δυνατότητα σε ενδιαφερόμενους πωλητές ακινήτων, ή και τους ίδιους τους επενδυτές, να προχωρήσουν σε αλλαγή χρήσης των ακινήτων τους, μετατρέποντάς τα σε κατοικίες, όπου ασφαλώς αυτό είναι εφικτό από τον πολεοδομικό κανονισμό. Στη συνέχεια οι ενδιαφερόμενοι θα μπορούν να αιτούνται τη λήψη άδειας παραμονής, έχοντας κατοχυρώσει το σχετικό δικαίωμα, επενδύοντας μόλις 250.000 ευρώ, αντί για 800.000 ευρώ, ποσό που ασφαλώς κρίνεται απαγορευτικό. Πρόκειται για μια πολύ σημαντική εξέλιξη, καθώς θα προσφέρει ένα πολύ σημαντικό κίνητρο στους ενδιαφερόμενους, προκειμένου να επενδύσουν στην ανακατασκευή ακινήτων που σήμερα βρίσκονται εκτός αγοράς και να τα μετατρέψουν σε κατοικίες προς ενοικίαση, ώστε να έχουν και την απαιτούμενη απόδοση επί των κεφαλαίων τους. Παλιές βιοτεχνίες, κλειστές αποθήκες, κενά γραφεία σε δευτερεύουσες αγορές ή οριζόντιες ιδιοκτησίες στο κέντρο της Αθήνας, που έχουν μηδαμινή ζήτηση επί χρόνια, μπορούν να αξιοποιηθούν πλέον επενδυτικά κι αφού μετατραπούν σε κατοικίες, να πωληθούν σε ξένους επενδυτές από τρίτες χώρες, αντί 250.000 ευρώ (ή και παραπάνω, ανάλογα με τις προδιαγραφές των ακινήτων). Στη συνέχεια οι επενδυτές θα προχωρήσουν στη μακροχρόνια ενοικίασή τους, προσθέτοντας πολύτιμα οικιστικά ακίνητα στο συνολικό απόθεμα της Αττικής, της Θεσσαλονίκης ή ακόμα και άλλων περιοχών της χώρας, όπου υπάρχει σημαντικό έλλειμμα κατοικιών, όπως για παράδειγμα τα Χανιά και το Ηράκλειο στην Κρήτη, η Κέρκυρα και άλλες περιοχές της χώρας.
Υπενθυμίζεται ότι άλλες δύο σημαντικές αλλαγές που θεσπίζονται αφορούν κατ’ αρχάς την απαγόρευση αξιοποίησης των ακινήτων που αγοράζουν οι ξένοι επενδυτές μέσω πλατφορμών βραχυχρόνιας μίσθωσης, κάτι που ισχύει πανελλαδικά, όπως επίσης και η υποχρέωση να αποκτούν ακίνητα με ελάχιστη επιφάνεια 120 τ.μ. Αυτές είναι παράμετροι που επίσης θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους όσοι τοποθετηθούν επενδυτικά στην αγορά αυτήν. Είναι λοιπόν εμφανές ότι όλη η στόχευση των αλλαγών γίνεται κατ’ αρχάς για να σταματήσει η απότομη αύξηση των τιμών πώλησης κατοικιών σε περιοχές που συγκεντρώνουν υψηλό αγοραστικό ενδιαφέρον από το εξωτερικό και αφετέρου για να στραφούν οι ενδιαφερόμενοι σε πιο παραγωγικές επενδύσεις, οι οποίες ταυτόχρονα θα προσφέρουν λύσεις στο διαρκώς οξυνόμενο στεγαστικό πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι κάτοικοι στα μεγάλα αστικά κέντρα.