THEPOWERGAME
Η ιδέα της Βρετανίας ως έθνος μετανάστευσης μπορεί να φαίνεται αντιφατική. Οι πολίτες της ψήφισαν υπέρ της αποχώρησης από την Ευρωπαϊκή Ένωση το 2016, αφού τους υποσχέθηκαν ασφυκτικό έλεγχο στις εισροές ανθρώπων από την Ευρώπη. Αυτήν την εβδομάδα οι πολιτικοί στο Κοινοβούλιο διαπληκτίστηκαν για ένα νομοσχέδιο που θα διευκολύνει την αποστολή αιτούντων άσυλο στη Ρουάντα χωρίς να εισακούονται οι λόγοι αναίρεσής της. Πρόκειται για τον τελευταίο από μια σειρά ανελεύθερων νόμων που έχουν σχεδιαστεί για να «σταματήσουν τις βάρκες».
Επίσης, η χώρα δεν πανηγυρίζει για τους μετανάστες που έχει. Άλλα μέρη έχουν μεγάλα μουσεία μετανάστευσης. Αυτό στο λιμάνι της Νέας Υόρκης προσελκύει εκατομμύρια τουρίστες κάθε χρόνο. Το μικρό Μουσείο Μετανάστευσης της Βρετανίας, το οποίο δεν ιδρύθηκε από το κράτος αλλά από κάποιους άξιους ανθρώπους, βρίσκεται στο εμπορικό κέντρο Lewisham στο νότιο Λονδίνο, ανάμεσα σε ένα εκπτωτικό κατάστημα και ένα κατάστημα παπουτσιών.
Ωστόσο, η Βρετανία έχει πλέον μεγαλύτερο ποσοστό κατοίκων που έχουν γεννηθεί στο εξωτερικό απ’ ό,τι η Αμερική. Ένας στους έξι κατοίκους της ξεκίνησε τη ζωή του σε άλλη χώρα. Το ποσοστό αυτό αυξάνεται επειδή, ενώ αγωνίζεται να σταματήσει τις βάρκες, η συντηρητική κυβέρνηση έχει ανοίξει την πόρτα σε εργάτες, φοιτητές και επιλεγμένα θύματα του αυταρχισμού, όπως οι κάτοικοι του Χονγκ Κονγκ και οι Ουκρανοί. Το άσυλο είναι ένα δευτερεύον θέαμα όσον αφορά τους αριθμούς. Λιγότεροι από 30.000 άνθρωποι πέρασαν πέρυσι τη Μάγχη. Η μακροχρόνια μετανάστευση κατά το έτος έως τον Ιούνιο του 2023 ανήλθε σε 1,2 εκατομμύρια.
Μεγαλύτερη έκπληξη προκαλεί το γεγονός ότι η χώρα είναι πολύ καλή στην αφομοίωση των μεταναστών. Οι αγχωμένοι πολιτικοί γκρινιάζουν ότι η Βρετανία δέχεται ανθρώπους από φτωχές χώρες για να κάνουν δουλειές του ποδαριού και αδύναμους φοιτητές που θέλουν βίζα μόνο και μόνο για να μπορούν να παραδίδουν πίτσες. Η πολυπολιτισμικότητα απέτυχε, λένε: πάρα πολλοί μετανάστες ζουν παράλληλες ζωές σε διαχωρισμένες γειτονιές. Ανοησίες: η Βρετανία διαπρέπει στο να φέρνει τους αλλοδαπούς στα μέτρα της οικονομικά, κοινωνικά και πολιτισμικά. Αποτελεί (τουλάχιστον από αυτή την άποψη) πρότυπο για τον υπόλοιπο κόσμο.
Σε πολλές χώρες ακόμα και οι ειδικευμένοι μετανάστες δυσκολεύονται να βρουν δουλειά. Στην ΕΕ οι ενήλικες που γεννήθηκαν στο εξωτερικό και έχουν πτυχίο και δεν συνεχίζουν να σπουδάζουν, έχουν ποσοστό απασχόλησης δέκα ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερο από τους γηγενείς με πτυχίο. Στη Βρετανία το χάσμα είναι ασήμαντο, δύο μονάδες, και τα άτομα με ελλιπή εκπαίδευση που γεννήθηκαν στο εξωτερικό έχουν 12 μονάδες περισσότερες πιθανότητες να εργαστούν από τους ομοεθνείς τους που γεννήθηκαν στη Βρετανία.
Ακόμα και οι μετανάστες που έχουν κολλήσει σε βαρετές δουλειές, γνωρίζουν ότι τα παιδιά τους τείνουν να τα πηγαίνουν καλά στο σχολείο. Στην Αγγλία οι έφηβοι που δεν μιλούν τα αγγλικά ως πρώτη γλώσσα, είναι πιθανότερο να πάρουν καλό βαθμό στα μαθηματικά και τα αγγλικά στις εθνικές εξετάσεις GCSE απ’ ό,τι όσοι έχουν ως μητρική γλώσσα τα αγγλικά. Τα τεστ PISA που διεξάγονται από τον ΟΟΣΑ, δείχνουν ότι οι μετανάστες και τα παιδιά τους έχουν κακές επιδόσεις σε μεγάλο μέρος της Ευρώπης. Στη Γερμανία τα παιδιά των μεταναστών συγκέντρωσαν 436 βαθμούς στο τελευταίο τεστ μαθηματικών, έναντι 495 βαθμών για τους γηγενείς. Στη Βρετανία τα πήγαν ελαφρώς καλύτερα.
Η ιδέα ότι η Βρετανία χωρίζεται σε γκέτο είναι μύθος. Οι εθνοτικές ομάδες τείνουν να διαχωρίζονται όλο και λιγότερο από τότε που η απογραφή άρχισε να παρακολουθεί αυτές τις τάσεις, το 1991. Ο πληθυσμός που γεννήθηκε στο εξωτερικό αυξάνεται ταχύτερα όχι στα παραδοσιακά χωνευτήρια όπως το Μπέρμιγχαμ και το εσωτερικό του Λονδίνου, αλλά στα ήσυχα προάστια και τις μικρές πόλεις. Ακόμα και μέσα σε αυτές τις πόλεις, οι αλλοδαποί δεν ομαδοποιούνται.
Είναι αλήθεια ότι η μετανάστευση παραμένει αντικείμενο έντονης πολιτικής αντιπαράθεσης. Ωστόσο, αυτό οφείλεται μάλλον στο γεγονός ότι οι άνθρωποι που την αντιπαθούν είναι πραγματικά διατεθειμένοι να βασίσουν τις εκλογικές τους αποφάσεις μόνο σε αυτό το ζήτημα. Οι Βρετανοί στο σύνολό τους έχουν γίνει χαλαρότεροι, ιδίως μετά την ψηφοφορία για το Brexit. Οι σημαντικές πρόσφατες εξελίξεις δεν φαίνεται να τους απασχολούν. Στις κορυφαίες πολιτικές θέσεις στη Βρετανία, τη Σκωτία και το Λονδίνο βρίσκονται παιδιά μεταναστών, όλα με καταγωγή από τη Νότια Ασία. Οι πρώτοι υπουργοί της Βόρειας Ιρλανδίας και της Ουαλίας γεννήθηκαν στο εξωτερικό (αν και η Michelle O’Neill απλώς μετακόμισε βόρεια από την Ιρλανδία).
Η Βρετανία δεν μπορεί να μετατρέψει κάθε μετανάστη ή τα παιδιά κάθε μετανάστη σε καλά μορφωμένα, παραγωγικά μέλη της κοινωνίας. Παλεύει με τις εισαγόμενες προκαταλήψεις και τον επιθετικό ισλαμισμό, αν και το πρόβλημα αυτό είναι δυστυχώς συχνά εγχώριο. Οι αιτούντες άσυλο δεν προσαρμόζονται τόσο καλά όσο οι άλλοι, πιθανώς επειδή η κυβέρνηση τους στριμώχνει σε ξενοδοχεία και τους εμποδίζει να εργαστούν, ενώ καθυστερεί να εκδικάσει τις υποθέσεις τους. Επίσης, το κράτος δεν είναι καλό στη γραφειοκρατία. Το υπουργείο Εσωτερικών είναι γνωστό για την ανικανότητά του. Καθυστερεί την αφομοίωση με το να χρεώνει πολλά για την πολιτογράφηση -σε πραγματικούς όρους το κόστος έχει αυξηθεί κατά έξι φορές από το 2000.
Επιπλέον, η Βρετανία διαθέτει ορισμένα πλεονεκτήματα που δεν μπορούν να αναπαραγάγουν άλλες χώρες. Είναι πολύ μακριά από οποιαδήποτε εμπόλεμη ζώνη, οπότε δέχεται σχετικά λίγους απρόσκλητους πρόσφυγες και τυχαίνει να χρησιμοποιεί μια γλώσσα που μιλούν πολλοί άνθρωποι, έστω λίγο. Ωστόσο, δύο άλλες εξηγήσεις για την επιτυχία της είναι ευκολότερο να αντιγραφούν από άλλους.
Η πρώτη είναι η ευέλικτη αγορά εργασίας της Βρετανίας. Σε σύγκριση με την υπόλοιπη Ευρώπη, οι προσλήψεις και οι απολύσεις είναι απλές, ακόμα και για άτομα που απασχολούνται με κανονικές συμβάσεις. Αυτό βοηθάει τους μετανάστες να βρουν οικονομικό έρεισμα, γεγονός που καθιστά όλα τα υπόλοιπα ευκολότερα. Τα ξενοφοβικά διαπιστευτήρια είναι ασθενέστερα. Ένα ασυνήθιστο πράγμα για τη Βρετανία είναι ότι οι μετανάστες με ξένα προσόντα έχουν σχεδόν ακριβώς το ίδιο ποσοστό απασχόλησης με εκείνους με εγχώρια προσόντα. Στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες το χάσμα είναι μεγάλο. Στην Ελλάδα είναι 25 ποσοστιαίες μονάδες, τρομερά υψηλό.
Το άλλο πλεονέκτημα της χώρας είναι η συμπεριφορά του λαού της. Οι Βρετανοί είναι ανοιχτόμυαλοι. Μόλις το 5% δήλωσε στην Παγκόσμια Έρευνα Αξιών ότι θα είχε αντίρρηση να ζήσει δίπλα σε έναν μετανάστη (και τα παιδιά των μεταναστών αναφέρουν ότι εκφοβίζονται στο σχολείο λιγότερο συχνά από ό,τι τα παιδιά των γηγενών). Οι Βρετανοί συνδυάζουν τη δυσανεξία στις διακρίσεις με τις υψηλές προσδοκίες. Σε σύγκριση με άλλους Ευρωπαίους, επιθυμούν διακαώς οι μετανάστες να μάθουν τη γλώσσα, να αποκτήσουν προσόντα, να υιοθετήσουν την κουλτούρα και να γίνουν πολίτες της χώρας. Πιθανώς βοηθάει το γεγονός ότι η Βρετανία δεν είχε ποτέ φιλοξενούμενους εργάτες. Ωστόσο, οι πολιτικοί αλλού θα ήταν φρόνιμο να μην προβλέπουν ότι οι νεοφερμένοι που έχει δεχτεί θα επιστρέψουν μια μέρα στην πατρίδα τους, όπως δήλωσε η Angela Merkel, η πρώην καγκελάριος της Γερμανίας, για τους πρόσφυγες το 2016.
Η Βρετανία, λόγω των πρόσφατων εξελίξεων, δεν είναι η χώρα που θα σκεφτόταν κάποιος να αντιγράψει. Η σημαντικότερη υπηρεσία που προσφέρει στην υπόλοιπη Ευρώπη είναι να δείξει το κόστος της εξόδου από την ΕΕ. Όμως, όσον αφορά την ενσωμάτωση δεν υπάρχει όμοιά της.
© 2024 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved.
Άρθρο από τον Economist, το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από την www.powergame.gr. Το πρωτότυπο άρθρο, στα αγγλικά, βρίσκεται στο www.economist.com