THEPOWERGAME
Οι εκλογές για την ανάδειξη του 47ου Προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών θα διεξαχθούν στις 5 Νοεμβρίου και ήδη το κλίμα είναι εξαιρετικά τεταμένο. Μέχρι και ο Βλάντιμιρ Πούτιν πήρε θέση, δηλώνοντας ότι προτιμά τον Τζο Μπάιντεν, γιατί είναι πιο προβλέψιμος από τον Ντόναλντ Τραμπ. Παρά το γεγονός ότι η δημοτικότητα και των δύο πολιτικών αντιπάλων είναι σε πολύ χαμηλά επίπεδα, Μπάιντεν και Τραμπ έχουν ξεκάθαρο προβάδισμα για να λάβουν το χρίσμα από το Δημοκρατικό και το Ρεπουμπλικανικό κόμμα αντίστοιχα, κάτι που θα κριθεί μέσα στις επόμενες εβδομάδες. Η επανάληψη της εκλογικής μάχης του 2020 αποτελεί το επικρατέστερο σενάριο. Ενώ, όμως, τα περιθώρια στενεύουν πολύ για να επιλέξουν τα δύο κόμματα κάποιον άλλο υποψήφιο, κυκλοφορεί ένα ακραίο σενάριο που θέλει τις εκλογές να διενεργούνται χωρίς Μπάιντεν και Τραμπ.
Παράγοντες όπως η ηλικία, κάποια σοβαρά θέματα υγείας ή νομικά προβλήματα, θα μπορούσαν να υποχρεώσουν και τους δύο υποψήφιους να παραιτηθούν από την εκλογική κούρσα, αναφέρει η Citigroup. Οι ανησυχίες για την ηλικία και την κατάσταση της υγείας του 81χρονου Τζο Μπάιντεν δεν είναι καινούριες. Ο ίδιος δήλωσε τον περασμένο Δεκέμβριο ότι δεν είναι σίγουρο πως θα έθετε υποψηφιότητα αν δεν ήταν αντίπαλος ο Τραμπ. Επίσης είναι πολύ συχνό πλέον το φαινόμενο οι δημοσιογράφοι να ρωτούν τον Μπάιντεν για την κατάσταση της μνήμης του και γενικότερα για την υγεία του, προκαλώντας τη δυσαρέσκεια και την αντίδρασή του.
Ο Τραμπ από την άλλη βρίσκεται αντιμέτωπος με μία καταιγίδα νομικών υποθέσεων σε ομοσπονδιακό και σε πολιτειακό επίπεδο. Υποθέσεις όπως της Τζιν Κάρολ που τον είχε καταγγείλει για βιασμό σε δοκιμαστήριο καταστήματος της Νέας Υόρκης τη δεκαετία του 1990 και μιας μεγάλης οικονομικής απάτης της Trump Organization. Επιπλέον, σε βάρος του Τραμπ εκκρεμούν μεταξύ άλλων καταγγελίες για εκβιασμό, απόπειρα αλλοίωσης εκλογικού αποτελέσματος και υποκίνησης εξέγερσης. Μέχρι στιγμής πάντως όλες οι προσπάθειες των αντιπάλων του Τραμπ να τους κόψουν το δρόμο προς την υποψηφιότητα έχουν πέσει στο κενό.
Αν ένας υποψήφιος παραιτηθεί πριν από τις προκριματικές εκλογές του κόμματός του, πριν τις 15-18 Ιουλίου για τους Ρεπουμπλικανούς και πριν τις 19-22 Αυγούστου για τους Δημοκρατικούς, οι αντιπρόσωποι μπορούν να ψηφίσουν υπέρ κάποιου άλλου στελέχους του κόμματος μετά τον αρχικό γύρο της ψηφοφορίας. Όμως δεν υπάρχει κανόνας που να λέει ότι ο επόμενος υποψήφιος πρέπει να είναι είτε ο δεύτερος σε ψήφους, όπως π.χ. η Νίκι Χέιλι και ο Ρον ΝτεΣάντις για τους Ρεπουμπλικανούς ή ο υφιστάμενος αντιπρόεδρος στην περίπτωση των Δημοκρατικών, που είναι η Καμίλα Χάρις.
Είναι σαφές ότι σε μία τέτοια εξέλιξη, θα ακολουθήσει μία χαοτική περίοδος ζυμώσεων, διαβουλεύσεων και εσωκομματικών μαχών και είναι πολύ πιθανό να προκύψουν και νέοι, λιγότερο γνωστοί υποψήφιοι. Το συγκεκριμένο σενάριο θα μπορούσε να οδηγήσει και σε άνοδο τα ποσοστά που λαμβάνουν οι υφιστάμενοι ανεξάρτητοι υποψήφιοι για την προεδρία.
Σύμφωνα με την Citigroup, οι ζυμώσεις στα κόμματα και η ανάγκη γρήγορου συμβιβασμού είναι πολύ πιθανό να αναδείξουν τελικά κάποιο νέο και πιο μετριοπαθές πρόσωπο. Δεδομένης της χαμηλής δημοτικότητας τόσο του Μπάιντεν όσο και του Τραμπ, οι πιο μετριοπαθείς υποψήφιοι θα αποτελέσουν μία «φρέσκια» λύση για Αμερικανούς ψηφοφόρους και επενδυτές και θα μειώσουν την πιθανότητα να λάβει υψηλά ποσοστά κάποιος ανεξάρτητο υποψήφιος.
Σημαντικό ρόλο σε αυτό το ακραίο σενάριο θα παίξει και ο χρόνος της παραίτησης των δύο υποψηφίων. Αν οι νέοι υποψήφιοι εκλεγούν πριν το φθινόπωρο, τότε εκτιμάται ότι ψηφοφόροι και επενδυτές θα προλάβουν να αφομοιώσουν τις πολιτικές που πρεσβεύουν. Αν η εκλογή τους έρθει πιο κοντά στις κάλπες του Νοεμβρίου, π.χ. τον Οκτώβριο, το πολιτικό σκηνικό αλλά και οι αγορές θα έχουν να αντιμετωπίσουν μία περίοδο έντονης αβεβαιότητας.