THEPOWERGAME
Γερμανοί, Άγγλοι, Αμερικανοί, Γάλλοι και Ιταλοί έφεραν σχεδόν τα μισά τουριστικά έσοδα στην Ελλάδα το 2019, αποτελώντας τις πέντε βασικές αγορές του ελληνικού τουρισμού. Όπως προκύπτει από την έκθεση του ΙΝΣΕΤΕ «Οι εξελίξεις στην παγκόσμια οικονομία και στις χώρες προέλευσης των εισερχόμενων στην Ελλάδα τουριστών», συνολικά αυτές οι εθνικότητες άφησαν στη χώρα μας 8,9 δισ. ευρώ. Κρίνοντας από τα στοιχεία του δεκαμήνου του 2023, το ταμείο της περσινής χρονιάς από τις πέντε αυτές αγορές αναμένεται να ξεπεράσει τα 10 δισ. ευρώ.
Αντίστοιχη ζήτηση αναμένεται να έχει η Ελλάδα σε αυτές τις αγορές και τη φετινή χρονιά, κρίνοντας από το μακροοικονομικό περιβάλλον, καθώς η πορεία του ΑΕΠ και της Ιδιωτικής Κατανάλωσης στις κύριες αγορές του ελληνικού τουρισμού αναμένεται το 2024 να κυμανθεί στα ίδια επίπεδα με το 2023. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την ανάλυση του ΙΝΣΕΤΕ, οι τιμές των προϊόντων ενέργειας, το κόστος των μεταφορών και γενικά ο πληθωρισμός αναμένεται να ακολουθήσουν πτωτική πορεία, ενώ το ευρώ θα κυμανθεί σε ανταγωνιστικά επίπεδα σε σχέση με τα κυριότερα διεθνή νομίσματα. Συνεπώς, το 2024 η ζήτηση για τουριστικές υπηρεσίες στις κύριες αγορές του εισερχόμενου τουρισμού στην Ελλάδα δεν αναμένεται να επηρεαστεί ουσιαστικά από το μακροοικονομικό περιβάλλον.
Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι η φετινή πορεία του εισερχόμενου τουρισμού θα εξαρτηθεί και πάλι από τη διατήρηση και την περαιτέρω ενίσχυση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας του ελληνικού τουριστικού προϊόντος. Η στοχευμένη στρατηγική είναι απαραίτητη για να πετύχει τους στόχους του ο τουρισμός.
Και ο Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) έχει ήδη οριοθετήσει σε πέντε κεντρικούς πυλώνες, που περιλαμβάνουν τις υποδομές, τις επενδύσεις και την ανταγωνιστικότητα, την αποτελεσματική διαχείριση των προορισμών, την αγορά εργασίας και τη βιωσιμότητα.
Οι βασικές αγορές του ελληνικού τουρισμού
Ο ελληνικός τουρισμός βασίζεται στις χώρες της Ζώνης του Ευρώ, καθώς από αυτές προέκυψε το 44% του συνόλου των τουριστικών εσόδων της χώρας του 2019 (7,7 δισ. ευρώ). Με τις αεροπορικές αφίξεις στο δεκάμηνο του 2023 να είναι αυξημένες κατά 13,7% σε σχέση με το 2019 και τις εισπράξεις να είναι αυξημένες κατά 17%, είναι εμφανές ότι οι περισσότεροι τουρίστες της Ελλάδας προέρχονται από την ευρωπαϊκή «γειτονιά» μας. Κάτι που εκτιμάται ότι θα συνεχιστεί, καθώς τόσο το ΑΕΠ της Ευρωζώνης όσο και η ιδιωτική κατανάλωση αναμένεται να αυξηθούν φέτος.
Η σημαντικότερη αγορά σε επίπεδο εσόδων είναι η Γερμανία, η οποία συνεισέφερε περίπου 3 δισ. ευρώ το 2019 (16,7% του συνόλου), ενώ το δεκάμηνο του 2023 οι εισπράξεις ανήλθαν ήδη σε 2,9 δισ. ευρώ. Την ίδια ώρα, οι διεθνείς αεροπορικές αφίξεις από τα αεροδρόμια της Γερμανίας για το σύνολο του 2023 παρουσίασαν αύξηση 8,5% σε σχέση με το 2019. Τα μακροοικονομικά στοιχεία για τη Γερμανία είναι ενθαρρυντικά και δείχνουν οριακή ανάκαμψη του ΑΕΠ της κατά 0,1% το 2024 (ΔΝΤ: 0,9%), με την ιδιωτική κατανάλωση να αναμένεται να υποχωρήσει το 2024 κατά -0,3%, έναντι -1,1% το 2023.
Δεύτερη χώρα σε τουριστικά έσοδα για την Ελλάδα είναι το Ηνωμένο Βασίλειο, με περίπου 2,6 δισ. ευρώ το 2019 (14,5% του συνόλου). Οι εισπράξεις από το Ηνωμένο Βασίλειο τους δέκα πρώτους μήνες του 2023 ανήλθαν σε 2,5 δισ. ευρώ, αυξημένες κατά +32% σε σύγκριση με το αντίστοιχο δεκάμηνο του 2019, ενώ οι διεθνείς αεροπορικές αφίξεις από τα αεροδρόμια του Ηνωμένου Βασιλείου για το σύνολο του 2023 παρουσίασαν αύξηση 24,4% σε σχέση με το 2019. Οι προοπτικές της οικονομίας του Ηνωμένου Βασιλείου είναι θετικές, με την αύξηση του ΑΕΠ να εκτιμάται στο 0,4% και της ιδιωτικής κατανάλωσης στο 0,2%.
Τη σημαντική συμβολή των Αμερικανών τουριστών στην Ελλάδα δείχνουν τα στοιχεία τουριστικών εσόδων του 2019, όπου οι ΗΠΑ έρχονται στην τρίτη θέση, με περίπου 1,2 δισ. ευρώ (6,7% του συνόλου). Η δυναμική της αγοράς συνεχίστηκε και το 2023, όπου στο δεκάμηνο οι εισπράξεις από τις ΗΠΑ ανήλθαν σε 1,1 δισ. ευρώ, αυξημένες κατά +7% σε σύγκριση με το αντίστοιχο δεκάμηνο του 2019. Και παρ’ όλο που το ΑΕΠ των ΗΠΑ αναμένεται να περιοριστεί το 2024 στο 0,8% από 2,0% το 2023, η εκτίμηση ότι η ιδιωτική κατανάλωση αναμένεται να αυξηθεί κατά 1,5% αποτελεί σημείο αισιοδοξίας για την Ελλάδα.
Στην τέταρτη θέση των τουριστικών εσόδων του 2019 βρίσκουμε τη Γαλλία, με περίπου 1,1 δισ. ευρώ (6,2% του συνόλου), και στην πέμπτη θέση την Ιταλία, με περίπου 1 δισ. ευρώ. Και οι δύο αγορές εμφάνισαν αύξηση στα έσοδα και στις αφίξεις κατά το δεκάμηνο του 2023, ενώ τα μακροοικονομικά στοιχεία του 2024 είναι επίσης θετικά.
«Πήλινος γίγαντας» η Κίνα;
Αν και προ της πανδημίας η Ελλάδα δεν κατάφερε να προσελκύσει σημαντικά μεγέθη τουριστών από αυτήν την τεράστια αγορά, η ανάκαμψη της 2ης παγκόσμιας οικονομίας μετά την πανδημία δεν είναι η αναμενόμενη. Ο ασιατικός γίγαντας εμφάνισε σημαντική επιβράδυνση της αύξησης του ΑΕΠ κατά 3,0% το 2022, λόγω της ακραίας πολιτικής των lockdowns. Επιπλέον, τους τελευταίους μήνες παρατηρείται σημαντική επιδείνωση στα οικονομικά στοιχεία της Κίνας και αυτό έχει προκαλέσει ανησυχίες για την εξέλιξη του ΑΕΠ της Κίνας στο 4ο τρίμηνο 2023 και το 2024.
Και το αντίπαλον δέος της Ινδίας
Βλέπουμε το τελευταίο διάστημα να γίνονται κινήσεις προς την Ινδία σε ό,τι αφορά τον ελληνικό τουρισμό, κάτι που στηρίζεται στην εκτίμηση ότι η Ινδία είναι μια πολύ δυναμικά ανερχόμενη οικονομία. Με αύξηση του ΑΕΠ κατά 8,93% το 2021 και κατά 6,69% το 2022 και με εκτιμώμενη ανάπτυξη κατά 6,9% και το 2023 (ΔΝΤ: 6,3%), η Ινδία έχει ήδη καταστεί η ταχύτερα αναπτυσσόμενη μεγάλη χώρα στον κόσμο -με ανάπτυξη υψηλότερη και από την Κίνα. Με το ΑΕΠ της στο € 1,8 τρισ., η Ινδία είναι σήμερα η 5η μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο, αλλά με τους σημερινούς ρυθμούς ανάπτυξης εκτιμάται ότι θα είναι η μεγαλύτερη οικονομία ήδη από το 2027, ξεπερνώντας την Ιαπωνία και τη Γερμανία και κατατασσόμενη μετά τις ΗΠΑ και την Κίνα. Η Ινδία έχει τον 2ο μεγαλύτερο πληθυσμό στον κόσμο (1,39 δισ. κατοίκους), με 1η την Κίνα (1,4 τρισ.).
Αν λοιπόν η Ελλάδα θέλει να πάρει ένα μερίδιο από αυτήν την αγορά τουριστών που δημιουργεί η οικονομική ανάπτυξη της Ινδίας, θα πρέπει να κινηθεί γρήγορα.