THEPOWERGAME
Οι δαπάνες για κατασκευές στη Γερμανία θα μειωθούν το 2024 για πρώτη φορά μετά την οικονομική κρίση, που ‘όπως φαίνεται είναι ένα ακόμη κακό σημάδι για τον κλάδο των ακινήτων που υφίσταται τη χειρότερη κρίση των τελευταίων δεκαετιών, σύμφωνα με μελέτη του ερευνητικού ινστιτούτου DIW.
Ο όγκος των κατασκευών θα συρρικνωθεί κατά 3,5% το 2024 στα 546 δισ. ευρώ (597,38 δισ. δολάρια), προτού ανακάμψει ελαφρώς με αύξηση 0,5% το 2025, αναφέρει το οικονομικό ινστιτούτο DIW σε μελέτη που θα δημοσιευθεί την Τετάρτη και την οποία επικαλείται το Reuters.
Για χρόνια, ο τομέας των ακινήτων στη Γερμανία και αλλού στην Ευρώπη γνώρισε μεγάλη άνθηση, καθώς τα επιτόκια ήταν χαμηλά και η ζήτηση ισχυρή.
Αλλά μια απότομη άνοδος των επιτοκίων και του κόστους έβαλε τέλος στην κούρσα, οδηγώντας τους κατασκευαστές σε αφερεγγυότητα, καθώς η τραπεζική χρηματοδότηση στερεύει και οι συμφωνίες παγώνουν.
Η τελευταία φορά που οι γερμανικές κατασκευαστικές δαπάνες μειώθηκαν ήταν το 2009.
«Η ύφεση στον κατασκευαστικό κλάδο διαρκεί περισσότερο από ό,τι αναμενόταν», δήλωσε η Laura Pagenhardt, συγγραφέας της μελέτης.
Υπενθυμίζεται ότι μόλις χθες ο γίγαντας των γερμανικών πολυκαταστημάτων Galeria Karstadt Kaufhof υπέβαλε αίτηση πτώχευσης μετά την κατάρρευση της μητρικής του εταιρείας Signa εν μέσω κρίσης ακινήτων στην περιοχή.
Η Galeria, ο πιο γνωστός λιανοπωλητής της Γερμανίας, δήλωσε ότι αναζητά νέο ιδιοκτήτη αφού επλήγη από τα προβλήματα της Signa, της αφερέγγυας αυτοκρατορίας ακινήτων με έδρα την Αυστρία, η οποία έχει γίνει το μεγαλύτερο θύμα μέχρι στιγμής στην κρίση ακινήτων στην Ευρώπη.
Σημειώνεται ότι είναι η τρίτη φορά που η Galeria, με 15.000 εργαζόμενους, καταθέτει αίτηση αφερεγγυότητας τα τελευταία χρόνια. Η πανδημία την έσπρωξε να καταθέσει αίτηση το 2020 και η εκτίναξη του πληθωρισμού και του ενεργειακού κόστους στον απόηχο του πολέμου στην Ουκρανία την έπληξε ξανά το 2022.
Αυτή τη φορά, τα προβλήματα της Galeria προέρχονται από την ιδιοκτήτρια εταιρεία Signa, η οποία είχε δεσμευτεί να παράσχει στη Galeria 200 εκατομμύρια ευρώ (218,62 εκατομμύρια δολάρια), μια πληρωμή