THEPOWERGAME
Μπορεί το σκέλος των επιδοτήσεων του Ταμείου Ανάκαμψης να αποτελεί μεγάλη πρόκληση για την κυβέρνηση, αλλά στον τομέα των δανείων έχουν ήδη αποτυπωθεί στην οικονομία σειρά θετικών εξελίξεων. Μια πρόσφατη παρουσίαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το ελληνικό μοντέλο δανείων με στήριξη από κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης δείχνει πως το σχέδιο που κατάρτισαν ο τότε αρμόδιος αναπληρωτής υπουργός Θεόδωρος Σκυλακάκης και ο τότε διοικητής του Ταμείου Νίκος Μαντζούφας απέδωσε τα μέγιστα.
Με τη συνδρομή των συγκεκριμένων δανείων, η Ελλάδα πέτυχε καλύτερες επιδόσεις από Ισπανία, Ιταλία και Πορτογαλία στις χρηματοδοτήσεις επιχειρήσεων τον τελευταίο χρόνο, με σημαντική μάλιστα διαφορά. Επιπλέον, βελτιώθηκαν οι δείκτες πρόσβασης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΜμΕ) σε τραπεζική χρηματοδότηση, με την Ελλάδα να εμφανίζει καλύτερη εικόνα από τις τρεις χώρες που προαναφέρθηκαν. Τέλος, η Ελλάδα, από το τρίτο τρίμηνο του 2022 μέχρι και το τρίτο τρίμηνο του 2023, εμφάνιζε τον υψηλότερο ρυθμό αύξησης επενδύσεων μεταξύ των τεσσάρων χωρών. Η διθυραμβική παρουσίαση της Κομισιόν για το ελληνικό πρόγραμμα δανείων του Ταμείου Ανάκαμψης κλείνει με αναφορά στη σημαντική συμβολή σε ΑΕΠ και επενδύσεις.
Το μοντέλο που ανέπτυξε η Κομισιόν δείχνει πως η ροή δανείων με στήριξη του Ταμείου Ανάκαμψης θα συνεχιστεί και θα κορυφωθεί το 2026, με αποτέλεσμα να φτάσει τα 16,7 δισ. ευρώ. Εκτιμάται πως οι επιχειρήσεις που θα πάρουν τέτοια δάνεια θα έχουν χρηματοοικονομικό κόστος τουλάχιστον 4,5 μονάδες βάσης χαμηλότερο από αυτό που θα είχαν αν έπαιρναν αντίστοιχο δάνειο χωρίς στήριξη του Ταμείου. Οι επενδύσεις μέσω των συγκεκριμένων δανείων θα συμβάλλουν, κατά την Κομισιόν, σε αύξηση του ΑΕΠ κατά 0,8% και των ιδιωτικών επενδύσεων κατά 4%. Ακόμα και με βάση το πλέον αρνητικό σενάριο για την οικονομία που επεξεργάστηκαν οι υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η στήριξη σε ΑΕΠ και ιδιωτικές επενδύσεις είναι σημαντική (0,5% και 2,7%, αντίστοιχα).
Στην παρουσίαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής επισημαίνεται πως το πρόγραμμα για τα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης έρχεται να βελτιώσει τον δείκτη επενδύσεων των ελληνικών επιχειρήσεων που παραδοσιακά βρίσκεται πολύ χαμηλότερα των ανταγωνιστών της σε Ιταλία, Ελλάδα και Ισπανία, αλλά και τον κοινοτικό μέσο όρο. Ως ποσοστό του ΑΕΠ οι επενδύσεις των επιχειρήσεων στη χώρα μας βρίσκονται από το 2000 κάτω από το 8% ενώ την περίοδο 2010 – 2017 υποχώρησαν και κάτω από το 6%, όταν ο μέσος όρος στην Ε.Ε ήταν σχεδόν διπλάσιος.
Οι περιορισμένες επενδύσεις των εγχώριων επιχειρήσεων, κατά τις υπηρεσίες της Κομισιόν, συνδέονται με το γεγονός πως στη χώρα μας κυριαρχεί ο λιγότερο απαιτητικός σε κεφάλαια τομέας των υπηρεσιών, αρκετές επιχειρήσεις είχαν ήδη υψηλό δανεισμό, το ρυθμιστικό περιβάλλον δεν είναι ελκυστικό, ενώ η ελληνική οικονομία βρέθηκε σε πολυετή δίνη, ακόμα και με κεφαλαιακούς ελέγχους. Ειδικά οι ΜμΕ έχουν περιορισμένες δυνατότητες πρόσβασης σε δανεισμό ενώ σε ολόκληρη τη νότια Ευρώπη ζούμε τα τελευταία χρόνια σε ρυθμούς ενεργειακής κρίσης, ελλειμμάτων σε ψηφιακές υποδομές και χαμηλής ζήτησης.
Στην παρουσίαση της Κομισιόν επισημαίνεται πως για την περίοδο Ιούνιος 2022 – Σεπτέμβριος 2023, ένα στα πέντε νέα επιχειρηματικά δάνεια που χορήγησαν οι τράπεζες ήταν με στήριξη του Ταμείου Ανάκαμψης. Με το μέσο επιτόκιο ενός επιχειρηματικού δανείου να κινείται τον τελευταίο ενάμισι χρόνο κοντά στο 6,5%, η στήριξη επιτοκίου που προσφέρει το Ταμείο Ανάκαμψης υπήρξε καταλυτική για όσες επιχειρήσεις έλαβαν τέτοια δάνεια. Είχαν όφελος άνω των 4,5 μονάδων βάσης από πλευράς επιτοκίου. Η μέση διάρκεια των δανείων του Ταμείου είναι 13,7 χρόνια με σταθερό χαμηλό επιτόκιο που κινείται κάτω του 2%.
Μέχρι το τέλος Νοεμβρίου είχαν υπογραφεί 245 συμβάσεις δανείων ύψους 4 δισ. ευρώ μέσω των οποίων θα χρηματοδοτηθούν επενδύσεις άνω των 9,4 δισ. ευρώ. Από τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προκύπτει πως το μεγαλύτερο ποσοστό (27%) των νέων επενδύσεων αφορά τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας και την ενεργειακή αποδοτικότητα, το 25% την ενίσχυση βιομηχανικής παραγωγής, το 22% τον ψηφιακό μετασχηματισμό, το 14% τον τουρισμό και το 8% την ηλεκτροκίνηση. Μικρότερα ποσοστά προορίζονται για επενδύσεις σε ακίνητα (2%) και αποθήκες (1%).