THEPOWERGAME
Το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας προωθεί προς ψήφιση στις αρχές του 2024 ένα νέο νομοσχέδιο για τη διαχείριση των δασικών οικοσυστημάτων της χώρας. Στο νομοσχέδιο προβλέπεται, για πρώτη φορά στην Ελλάδα, η δημιουργία μιας νέας αγοράς πιστώσεων άνθρακα (carbon credits).
Οι πιστώσεις άνθρακα είναι προϊόντα που διαπραγματεύονται στις αγορές και στη συγκεκριμένη περίπτωση εκφράζουν την αξία ανά μετρικό τόνο διοξειδίου του άνθρακα (CO2) που δεσμεύεται από τα δάση. Η πώληση αυτών των προϊόντων αποφέρει έσοδα στους ιδιοκτήτες των δασών, ενώ ταυτόχρονα βοηθά τους φορείς που τα αποκτούν να επιτύχουν τους στόχους μείωσης εκπομπών CO2.
Η αγορά εθελοντικών ανταλλαγών πιστώσεων αναπτύσσεται με ραγδαίους ρυθμούς σε διεθνή κλίμακα, καθώς θεωρείται ότι αποτελεί έναν κρίσιμο συντελεστή για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης.
Ο αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Δασολογίας, Επιστημών Ξύλου και Σχεδιασμού του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, Μάριος Τρίγκας, εξηγεί αναλυτικά στο powergame.gr τον τρόπο λειτουργίας των αγορών άνθρακα, τα οφέλη που προκύπτουν για την προστασία των δασών, καθώς και τις ευκαιρίες που δημιουργούνται στη νέα αγορά για τις εταιρείες που επιδιώκουν ένα μηδενικό καθαρό ισοζύγιο (net zero) εκπομπών άνθρακα στο πλαίσιο των στόχων της πράσινης μετάβασης.
Τι είναι τα carbon credits
«Τα πιστωτικά μόρια άνθρακα (carbon credits) είναι ένα είδος αγοραίου μέσου που επιτρέπει σε εταιρείες, κυβερνήσεις και άλλους οργανισμούς να αντιμετωπίσουν τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου χρηματοδοτώντας έργα που μειώνουν ή απομακρύνουν από την ατμόσφαιρα το διοξείδιο του άνθρακα ή άλλες επιβλαβείς εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου (GHG). Στόχος των πιστώσεων άνθρακα είναι να δημιουργηθεί ένα οικονομικό κίνητρο για τις επιχειρήσεις και τα κράτη να μειώσουν το αποτύπωμα άνθρακα και να επενδύσουν σε καθαρότερες, πιο βιώσιμες πρακτικές» σημειώνει ο κ. Τρίγκας.
«Η ΕΕ έχει δεσμευτεί να επιτύχει κλιματική ουδετερότητα έως το 2050 για να εξασφαλίσει ένα βιώσιμο μέλλον στην ήπειρό μας και στον πλανήτη μας. H πρώτη και πιο επείγουσα προτεραιότητα παραμένει η μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στην ΕΕ. Ταυτόχρονα, η ΕΕ πρέπει να αντισταθμίσει τις υπολειπόμενες εκπομπές που δεν μπορούν να εξαλειφθούν, μέσω της κλιμάκωσης των απορροφήσεων άνθρακα ή, με άλλα λόγια, με την απορρόφηση διοξειδίου του άνθρακα (CO2) από την ατμόσφαιρα» προσθέτει.
«Για να μπορέσει να λειτουργήσει η σχετική αγορά και για την ελληνική δασοπονία και την αξιακή της αλυσίδα (προϊόντα ξύλου και της σχετικής βιομηχανίας), θα πρέπει να υπάρξει η ανάπτυξη προσαρμοσμένης μεθόδου πιστοποίησης για τις δραστηριότητες απορρόφησης άνθρακα που προκύπτουν. Σχετική ερευνητική πρόταση είναι υπό διαμόρφωση από το Τμήμα Δασολογίας, Επιστημών Ξύλου και Σχεδιασμού (ΔΕΞΥΣ) του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και γίνονται προσπάθειες για χρηματοδότηση» αναφέρει.
«Αφού πιστοποιηθούν οι ποσότητες των carbon credits τότε μπορούν να ενταχθούν στις αγορές και τα έσοδα να πηγαίνουν στον κρατικό προϋπολογισμό π.χ. Πράσινο Ταμείο, ο οποίος με τη σειρά του μπορεί να χρηματοδοτήσει επιπλέον δράσεις διαχείρισης των δασών. Αντίστοιχα μπορεί να ενισχυθεί και η εθελοντική αγορά. Η αγορά των carbon credits που δημιουργούνται από τα δάση και την αξιακή τους αλυσίδα, σίγουρα μπορεί να αποτελέσει ένα ισχυρό κίνητρο για τις αναδασώσεις και στη χώρα μας, ειδικότερα υπό το πρίσμα των εθελοντικών αγορών και στο πλαίσιο έργων Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης και του ιδιωτικού τομέα» συμπληρώνει.
Υποχρεωτική και εθελοντική αγορά άνθρακα
Η αγορά άνθρακα, σημειώνει ο κ. Τρίγκας, είναι ένα σύστημα αγοράς και πώλησης πιστωτικών μορίων άνθρακα. Υπάρχουν διάφοροι τύποι αγορών άνθρακα, όπως είναι οι:
- Αγορές συμμόρφωσης (Compliance-based Carbon Markets ή CCMs).
Οι CCMs έχουν προκύψει από την ανάγκη συμμόρφωσης με τις εθνικές, περιφερειακές και/ή διεθνείς πολιτικές ή νομικές απαιτήσεις, ως αποτέλεσμα των δεσμεύσεων που αναλαμβάνονται από τα κράτη για μείωση των εκπομπών τους, στο πλαίσιο διεθνών συμφωνιών ή συνθηκών. Η πρώτη και πλέον σημαντική προσπάθεια για τον έλεγχο μείωσης των εκπομπών άνθρακα έγινε το 1997 μέσω του Πρωτοκόλλου του Κιότο και της εφαρμογής του Συστήματος Εμπορίας Εκπομπών Ρύπων (ET). Οι CCMs ρυθμίζονται από τον νόμο και, ως εκ τούτου, λειτουργούν σε υποχρεωτική βάση, καθώς οι συμμετέχοντες οργανισμοί, δηλαδή εταιρείες και κυβερνήσεις, έχουν νομική υποχρέωση να αντισταθμίσουν τις εκπομπές τους. Οι άδειες για τις εκπομπές ρύπων κατανέμονται σύμφωνα με πρόγραμμα και μπορούν να δημοπρατούνται ή να αγοράζονται από άλλους αντίστοιχους οργανισμούς.
Η πλέον σημαντική αγορά CCM στην Ευρώπη είναι το Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών στις Ευρωπαϊκής Ένωσης (EU ETS – ΣΕΔΕ της Ε.Ε.). Το EU ETS καθορίζει ένα ανώτατο επιτρεπτό όριο σχετικά με το πόσο διοξείδιο του άνθρακα μπορεί να διοχετεύεται στην ατμόσφαιρα και τα κράτη μέλη και οι εταιρείες που λειτουργούν στην ΕΕ αναζητούν Ευρωπαϊκές Άδειες Εκπομπών (EUA) για κάθε τόνο εκπεμπόμενου CO2 κατά τη διάρκεια του ημερολογιακού έτους. Το ανώτατο επιτρεπτό όριο μειώνεται ετησίως, έτσι ώστε οι συνολικές εκπομπές άνθρακα στις χώρες της ΕΕ να μειώνονται σταδιακά και να επιτευχθεί ο απώτερος στόχος μηδενικών εκπομπών, καθώς τα Κράτη Μέλη της ΕΕ πρέπει να γίνουν κλιματικά ουδέτερα μέχρι το 2050.
- Εθελοντικές αγορές αντιστάθμισης εκπομπών άνθρακα (Volunteer Carbon Markets ή VCMs).
Οι VCMs υποστηρίζονται από μη κρατικούς φορείς και δίνουν την δυνατότητα στις εταιρείες να αναλάβουν εθελοντικά την πρωτοβουλία να μειώσουν το δικό τους αποτύπωμα άνθρακα πέρα απ’ ότι προβλέπεται από τον νόμο. Αντί να καθοδηγείται από διεθνείς κανονισμούς ή συμφωνίες, το «κίνημα» των εθελοντικών αγορών δημιουργήθηκε ώστε οι εταιρείες να μπορούν να συμμετάσχουν στην προσπάθεια για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, αντισταθμίζοντας τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου που προκαλούν, παράλληλα με τις άμεσες μειώσεις των εκπομπών που υλοποιούν στην παραγωγική αλυσίδα τους.
«Με την αυξημένη επενδυτική ζήτηση για δράσεις με θετικό περιβαλλοντικό αποτύπωμα να υποστηρίζεται και από επιστημονικά στοιχεία, οι VCM έχουν αναδειχθεί ως ταχέως αναπτυσσόμενες αγορές. Επενδύοντας σε έργα μείωσης εκπομπών άνθρακα, οι επιχειρήσεις μπορούν να εκδώσουν Εθελοντικές Πιστώσεις Αντιστάθμισης Εκπομπών Άνθρακα, οι οποίες μπορούν στη συνέχεια να προσφέρονται μέσω των VCM σε εταιρείες που χρειάζεται να μειώσουν το δικό τους αποτύπωμα άνθρακα, ή σε επενδυτές που αναζητούν ανταποδοτικές και βιώσιμες επενδύσεις» υπογραμμίζει ο κ. Τρίγκας.
Το ΣΕΔΕ της ΕΕ καλύπτει τις εκπομπές από την παραγωγή ηλεκτρισμού και θερμότητας, την ενεργοβόρα βιομηχανία και τις αερομεταφορές στην Ευρώπη. Τα συνολικά έσοδα των κρατών μελών, του Ηνωμένου Βασιλείου και των χωρών του Ενιαίου Οικονομικού Χώρου από τους πλειστηριασμούς μεταξύ 2012 και 2020 ξεπέρασαν τα 57 δισ. ευρώ. Μόνο το 2019, τα παραγόμενα συνολικά έσοδα ξεπέρασαν τα 14 δισ. ευρώ, ενώ το πρώτο εξάμηνο του 2020 έφτασαν τα 7,9 δισ. ευρώ. Η αναθεωρημένη οδηγία για το ΣΕΔΕ που είναι σε ισχύ από τον Ιούνιο του 2023, προβλέπει ότι τα κράτη μέλη θα πρέπει να χρησιμοποιούν ολόκληρο το ποσό των εσόδων από τους πλειστηριασμούς ή το ισοδύναμο σε χρηματική αξία για σκοπούς που σχετίζονται με το κλίμα και την ενέργεια.
Η εθελοντική αγορά αντιστάθμισης εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, η αξία της οποίας ήταν 2 δισ. Δολάρια, περίπου, το 2021, εκτιμάται ότι θα αυξηθεί σε 10 – 40 δις. δολάρια σε αξία έως το 2030, πραγματοποιώντας συναλλαγές 0,5 – 1,5 δις. τόνων ισοδύναμου διοξειδίου του άνθρακα, έναντι 500 εκατ. τόνων σήμερα, σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση που συνέταξε η Boston Consulting Group (BCG).
Έως 160 εκατ. αποθηκευμένοι τόνοι άνθρακα στα ελληνικά δάση
Σύμφωνα με την έκθεση για τα ευρωπαϊκά δάση του Forest Europe του 2020, η συνολική δυναμικότητα αποθήκευσης άνθρακα για τη δασική βιομάζα (υπέργεια και υπόγεια) στα δάση της Ν.Α. Ευρώπης είναι περίπου 41,6tn/ha (τόνοι ανά εκτάριο, 1 εκτάριο = 10 στρέμματα). Επίσης σύμφωνα με την ίδια έκθεση το ξυλαπόθεμα των ελληνικών δασών είναι περίπου 47m3/ha (κυβικά μέτρα ανά εκτάριο). «Από τα παραπάνω», επισημαίνει ο κ. Τρίγκας, «συμπεραίνεται ότι συνολικά στα δάση της χώρας μας είναι αποθηκευμένοι περίπου 100 – 160 εκατ. τόνοι άνθρακα, καθώς η έκταση των δασών και δασικών εκτάσεων είναι περίπου 3,9.εκατ. ha».
Βέβαια, αυτό το οποίο συγκομίζεται κάθε χρόνο από τα δάση είναι ένα μέρος της ετήσιας προσαύξησης, δηλαδή του όγκου με τον οποίο αυξάνει το δάσος κάθε έτος, όπως επισημαίνει ο κ. Τρίγκας. Με βάση το Forest Europe αλλά και σχετικές μελέτες η Μέση Ετήσια Προσαύξηση (ΜΙΑ) για τα ελληνικά δασοπονικά είδη είναι περίπου 5m3/ha (κυβικά μέτρα/εκτάριο). Επομένως, κάθε χρόνο θεωρητικά υπάρχει μία επιπλέον αποθήκευση άνθρακα περίπου 11- 19 εκατ. τόνων. Από αυτή την ποσότητα με την υλοτομία λαμβάνεται το 60-70% της ΜΙΑ, στο πλαίσιο της αειφορικής διαχείρισης των δασών και διατήρησης του ξυλαποθέματος αλλά και λόγω της δημιουργίας υπολειμμάτων των υλοτομιών που μένουν μέσα στο δάσος είτε για οικολογικούς λόγους είτε λόγω αδυναμίας και έλλειψης οικονομικού ενδιαφέροντος για την εξωδάσωση.
«Επομένως», προσθέτει ο κ. Τρίγκας «οι εκτιμήσεις του ΥΠΕΝ για ετήσια έσοδα 150 εκατ. ευρώ από τη συνολική διαχείριση όλων των ελληνικών δασών και με βάση την τιμή στις 11 Δεκεμβρίου, στο Μηχανισμό ΣΕΔΕ στα 67€/tn (ευρώ/ ο τόνος) περίπου, είναι αρκετά ρεαλιστικές και ίσως τα νούμερα να είναι ακόμη μεγαλύτερα αν τεθούν υπό καθεστώς διαχείρισης το σύνολο των δασών και δασικών εκτάσεων της χώρας».
Σύμφωνα με σχετικές έρευνες στη χώρα μας και λαμβάνοντας υπόψη την απορρόφηση του CO2 ανά έκταση που καταλαμβάνουν οι δασικοί τύποι, ο κ. Τρίγκας αναφέρει ότι τη μεγαλύτερη δυνατότητα συγκράτησης CO2 την έχει η ερυθρελάτη, όμως καταλαμβάνει μόνο μια πολύ μικρή έκταση των ελληνικών δασών, που είναι 27.540 στρέμματα. Αμέσως μετά έρχεται η λευκόδερμη πεύκη με μεγάλες δυνατότητες, αλλά μικρή έκταση (0,1% των δασών), ενώ ακολουθούν η οξιά, η δασική πεύκη και η ελάτη. Τη μικρότερη δυνατότητα την έχουν τα αείφυλλα πλατύφυλλα, τα οποία όμως με ανάλογη διαχείριση μπορούν να μετατραπούν σε υψηλά δάση, με πολύ μεγαλύτερες ικανότητες δέσμευσης CO2.
Η οικονομική αξία των ελληνικών δασών
Η Ελλάδα είναι η τέταρτη μεγαλύτερη χώρα στην Ευρώπη όσον αφορά τους δασικούς πόρους, με 39 εκατ. στρέμματα δασών, που αντιστοιχούν στο 29% της συνολικής έκτασης της χώρας. Το 80% των δασών είναι δημόσια, ενώ τα υπόλοιπα ανήκουν σε ιδιώτες και ιδρύματα. Ωστόσο, όπως επισημαίνει ο κ. Τρίγκας υπάρχει μεγάλη έλλειψη σε δεδομένα που αφορούν την έκταση, την παραγωγή και την αξία των ελληνικών δασών αλλά και της αξιακής τους αλυσίδας, σε προϊόντα και υπηρεσίες καθώς και κατ’ επέκταση της συνολικής συμβολής τους στην οικονομία και την απασχόληση.
Σύμφωνα με στοιχεία του Εργαστηρίου Δασικής Οικονομικής, Μάρκετινγκ, Καινοτομίας & Επιχειρηματικότητας του Τμήματος Δασολογίας, Επιστημών Ξύλου και Σχεδιασμού του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, προερχόμενα από διάφορες πηγές, η ετήσια παραγωγή προϊόντων ξύλου από τα δημόσια δάση της χώρας κυμαίνεται από 700.000 – 1.000.000 m3 (κυβικά μέτρα), με την τεχνική ξυλεία και τα καυσόξυλα να καταλαμβάνουν τη μερίδα του λέοντος. Στην Ελλάδα, η δασική και υλοτομική βιομηχανία παρήγαγε ακαθάριστη προστιθέμενη αξία 65,5 εκατ. ευρώ το 2017.
«Η χαμηλή συμβολή του δασικού τομέα στο ΑΕΠ οφείλεται καταρχάς στο γεγονός ότι τα δάση της χώρας είναι χαμηλής παραγωγικότητας, καθώς ο ρόλος τους είναι προστατευτικός σε γενικές γραμμές, αλλά και στην έλλειψη αξιόπιστων στατιστικών στοιχείων όπως αναφέρθηκε. Ωστόσο, η χαμηλή αυτή παραγωγικότητα μπορούμε να πούμε πως είναι πλασματική, καθώς εστιάζει σχεδόν αποκλειστικά στην παραγωγή ξύλου. Επίσης, ο διαχωρισμός της αξιακής αλυσίδας των δασών στην πρωτογενή παραγωγή και τη μεταποίηση, υποβαθμίζει τη συνολική συμβολή του τομέα ως σύνολο στην εγχώρια παραγωγή πλούτου», αναφέρει ο κ. Τρίγκας.
Επίσης, σύμφωνα με σχετική μελέτη του ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ και του Ινστιτούτου Δασικών Ερευνών το 2014, η ετήσια αξία των δασών της χώρας ανέρχεται σε 2,069 δισ. ευρώ, ενώ η κατά ha ετήσια αξία σε 318 €/ ha (ευρώ/εκτάριο). Η μέση συνολική αξία των δασών της χώρας ανέρχεται σε 59,12 δισ. ευρώ, ενώ η κατά ha σε 9.077 ευρώ/εκτάριο. Από τα δασικά είδη, τη μεγαλύτερη ετήσια αξία στο σύνολο έχουν τα είδη αείφυλλα πλατύφυλλα και η δρυς, καθώς κατέχουν τη μεγαλύτερη έκταση, ενώ τη μεγαλύτερη ετήσια αξία ως μεμονωμένο είδος έχουν η ερυθρελάτη και η ελάτη.