THEPOWERGAME
Πόσο ωραίο είναι να είσαι νέος και να ζεις στην Ισπανία; 21,3 εκατομμύρια άνθρωποι -αριθμός-ρεκόρ- εργάζονται, ενώ το ποσοστό ανεργίας είναι το χαμηλότερο της τελευταίας δεκαετίας. Περισσότεροι νέοι εργάζονται ή σπουδάζουν: το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 15-29 ετών που δεν κάνουν τίποτε από τα δύο μειώθηκε από 22,5% το 2013 σε 12,5% το 2022. Πράγματι, σε ολόκληρη τη νότια Ευρώπη (συμπεριλαμβανομένης της Γαλλίας, η οποία είναι εν μέρει νότια), όλο και περισσότεροι άνθρωποι απασχολούνται. Για το τμήμα της ηπείρου που βίωνε πάντοτε υψηλά ποσοστά ανεργίας, ακόμα και πριν από την κρίση του ευρώ, αυτά τα νούμερα είναι εξαιρετικά.
Όμως, με μια πιο προσεκτική ματιά, η έκρηξη είναι λιγότερο εντυπωσιακή απ’ ό,τι φαίνεται. Κατ’ αρχάς, η απασχόληση αυξάνεται σε όλο τον πλούσιο κόσμο, όχι μόνο στην Ευρώπη. Η Ισπανία εξακολουθεί να κατέχει την πρώτη θέση στην ανεργία στον ΟΟΣΑ, ακολουθούμενη από την Ελλάδα. Η Ιταλία και η Γαλλία δεν απέχουν πολύ. Η ανεργία των νέων είναι πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ σε όλη τη νότια Ευρώπη, εκτός από την Πορτογαλία. Η περιοχή παραμένει η εξαίρεση σε έναν κόσμο πολύ χαμηλής ανεργίας.
Τα πράγματα είναι απίθανο να βελτιωθούν. Η μετά την πανδημία ανάκαμψη του Νότου, που τροφοδοτήθηκε από την εκτόξευση του τουρισμού και τα μεγάλα δημόσια ελλείμματα, φτάνει στο τέλος της. Οι γενναιόδωρες μεταβιβάσεις του ταμείου ανάκαμψης της ΕΕ θα αρχίσουν να μειώνονται μετά το 2024. Το ποσοστό ανεργίας της Γαλλίας αυξήθηκε από 7,3% σε 7,4% το τρίτο τρίμηνο, γεγονός που αποτελεί κακό νέο για την υπόσχεση του προέδρου, Emmanuel Macron, για πλήρη απασχόληση έως το 2027.
Η υψηλότερη ανεργία στον Νότο είναι εν μέρει απότοκος προηγούμενων κρίσεων. Στην Ισπανία πολλοί εργαζόμενοι εγκατέλειψαν το σχολείο για να επωφεληθούν από την οικοδομική έκρηξη της πρώτης δεκαετίας του αιώνα, πριν η οικονομική κρίση την καταστρέψει -και τις προοπτικές εργασίας που ανοίγονταν μπροστά τους. Πιο πρόσφατα, η πανδημία έπληξε σκληρά τους τουριστικούς προορισμούς. Ως εκ τούτου, στην Ιταλία, την Ελλάδα και την Πορτογαλία ένα ασυνήθιστα μεγάλο ποσοστό των ανέργων παραμένουν άνεργοι για περισσότερο από έξι μήνες.
Ωστόσο, οι κρίσεις είναι μόνο ένα μέρος της απάντησης. Όταν ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού σε ηλικία εργασίας παραμένει σταθερά άνεργο, ευθύνονται διαρθρωτικοί παράγοντες. Για να βρουν οι εργαζόμενοι δουλειά, τρία πράγματα πρέπει να συνδυαστούν.
Πρώτον, χρειάζονται τις σωστές δεξιότητες. Η Πορτογαλία, η Ιταλία και η Ισπανία κατέχουν τα πρωτεία στην Ευρώπη όσον αφορά τα ποσοστά των εργαζομένων με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο: Το 35%-40% των ατόμων ηλικίας 25-64 ετών έχουν μόνο κατώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση ή και χαμηλότερη, σε σύγκριση με περίπου 17% στη Γερμανία (ή τη Γαλλία). Τα οφέλη όσων συνεχίζουν τις σπουδές τους στο πανεπιστήμιο συχνά είναι αμφίβολα. Ελάχιστα δημόσια πανεπιστήμια στην Ισπανία και την Ιταλία βρίσκονται ψηλά στις παγκόσμιες κατατάξεις και τα περισσότερα έχουν ελάχιστες συνδέσεις με την αγορά εργασίας. Η επαγγελματική εκπαίδευση που θα μπορούσε να προσφέρει πιο χρήσιμες δεξιότητες είναι υποανάπτυκτη και περιφρονείται. Μόνο το 2022 η Γαλλία, σύμφωνα με μια μελέτη, επιχορήγησε τη μαθητεία με 20 δισ. ευρώ (22 δισ. δολάρια) για να μιμηθεί το γερμανικό σύστημα κατάρτισης στον χώρο εργασίας, αν και οι επικριτές λένε ότι οι περισσότεροι από αυτούς που επωφελήθηκαν θα τα κατάφερναν ούτως ή άλλως.
Η δεύτερη προϋπόθεση είναι οι εργαζόμενοι να βρίσκονται εκεί όπου υπάρχουν θέσεις εργασίας. Αυτό δεν συμβαίνει πάντοτε. Στην Ιταλία και την Ισπανία τα ποσοστά ανεργίας εξακολουθούν να είναι σταθερά υψηλότερα στον νότο απ’ ό,τι στον βορρά. Στο Καντίθ και τη Γρανάδα το ποσοστό ξεπερνά το 20%, σε σύγκριση με το 6% σε ορισμένες από τις βόρειες περιοχές της Ισπανίας. Οι εργαζόμενοι διστάζουν να μετακινηθούν για συμβάσεις ορισμένου χρόνου, οι οποίες είναι πολύ συνηθισμένες στη νότια Ευρώπη. Η πώληση ενός σπιτιού στον φθηνότερο νότο μπορεί να μην αποφέρει αρκετά έσοδα για την αγορά ενός σπιτιού στον ακριβό βορρά. Και αν οι παππούδες και οι γιαγιάδες παρέχουν τη φροντίδα των παιδιών, το να μείνουν πίσω δημιουργεί νέα προβλήματα.
Τέλος, πολλές επιχειρήσεις στις χώρες του Νότου αντιμετωπίζουν προβλήματα με τη διαδικασία πρόσληψης. Κάθε χώρα έχει τα δικά της προβλήματα. Στην Ισπανία οι συμβάσεις ορισμένου χρόνου είναι ευρέως διαδεδομένες, επειδή οι μόνιμοι υπάλληλοι προστατεύονται εδώ και χρόνια από αυστηρές ρυθμίσεις και είναι δύσκολο να απολυθούν. Οι επιχειρήσεις έχουν ελάχιστα κίνητρα να επενδύσουν στις δεξιότητες των προσωρινών υπαλλήλων, όσο και οι εργαζόμενοι να μετακινηθούν για μια βραχυπρόθεσμη δουλειά. Πρόσφατες μεταρρυθμίσεις έχουν καταστήσει τις συμβάσεις αορίστου χρόνου λιγότερο επαχθείς και το ποσοστό των συμβάσεων μερικής απασχόλησης μειώνεται. Αυτό είναι μια αρχή. Στη Γαλλία οι κεντρικές διαπραγματεύσεις για τους μισθούς, οι υψηλοί κατώτατοι μισθοί και τα γενναιόδωρα επιδόματα ανεργίας έχουν από καιρό συμπιέσει την απασχόληση. Οι πρόσφατες αλλαγές κατά το πρότυπο των μεταρρυθμίσεων της Γερμανίας στις αρχές της δεκαετίας του 2000 έχουν βοηθήσει, αλλά δεν έχουν προχωρήσει αρκετά.
Όσον αφορά την Ιταλία, οι πολλές μικρές επιχειρήσεις της τείνουν να έχουν χαμηλή παραγωγικότητα και, ως εκ τούτου, χαμηλούς μισθούς. Η γραφειοκρατία τις αποθαρρύνει να μεγαλώσουν. Η σημερινή κυβέρνηση θέλει να μειώσει τη φορολογία των εργαζομένων με χαμηλότερο εισόδημα και να ενισχύσει τις προσωρινές συμβάσεις. Το τελευταίο μπορεί να βελτιώσει τους αριθμούς απασχόλησης, αλλά θα επιδεινώσει τις συνθήκες για τους εργαζομένους, εκτός αν απελευθερωθούν και οι μόνιμες συμβάσεις. Σε κάθε περίπτωση, μια χώρα που δεν παράγει σχεδόν καμία οικονομική ανάπτυξη εδώ και δεκαετίες θα συνεχίσει να αγωνίζεται για τη δημιουργία θέσεων εργασίας.
Οι πολιτικοί στις χώρες του νότου δεν φαίνεται να ενοχλούνται απ’ όλα αυτά. Αυτό μπορεί να οφείλεται στο γεγονός ότι ορισμένοι από τους «ανέργους» στην πραγματικότητα εργάζονται στη μεγάλη παραοικονομία της νότιας Ευρώπης. Με την απασχόληση να αυξάνεται ούτως ή άλλως λόγω της ανάκαμψης μετά την πανδημία, δεν υπήρξε μεγάλη πίεση για την αντιμετώπιση των δύσκολων διαρθρωτικών ζητημάτων. Αυτό μπορεί να αλλάξει τώρα, που η ανάκαμψη φτάνει στο τέλος της. «Οι αυξανόμενοι αριθμοί αποτελούν τεράστιο πρόβλημα για τον Macron, αφού υποσχέθηκε ανεργία 5%», εκτιμά ο Phillipe Martin, επικεφαλής του Συμβουλίου Οικονομικής Ανάλυσης της Γαλλίας, ενός ανεξάρτητου φορέα.
Η ανεργία είναι εν μέρει μια ατυχής παρενέργεια μιας κατά τα άλλα καλής πτυχής της νότιας Ευρώπης: οι κοινότητες και οι οικογένειές της είναι δεμένες μεταξύ τους. Αντί να μετακομίσουν αλλού για να βρουν δουλειά, οι νέοι τείνουν να ζουν με τους γονείς τους και να συνεχίζουν να ψάχνουν. Αυτό είναι κακό για την ανάπτυξη, την οικονομική αποτελεσματικότητα και τις θέσεις εργασίας, αλλά δεν φαίνεται να πειράζει όλους τους γονείς ή τα παιδιά.
© 2023 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved.
Άρθρο από τον Economist, το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από την www.powergame.gr. Το πρωτότυπο άρθρο, στα αγγλικά, βρίσκεται στο www.economist.com