THEPOWERGAME
Τα «πρωτεία» στα κλειστά διαμερίσματα φαίνεται ότι κατέχει η Ελλάδα σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη, καθώς ο αριθμός τους μέχρι σήμερα ξεπερνά κατά πολύ το ένα εκατομμύριο. Συγκεκριμένα, εκτιμάται ότι 1 στα 3 οικιστικά ακίνητα είναι κενά, με την Αθήνα να συγκεντρώνει το μεγαλύτερο απόθεμα εγκαταλειμμένων κατοικιών. Παράλληλα, όπως υποστηρίζει ο ιδρυτής και CEO της εταιρείας Protio, Αντώνης Φιοράκης, στην υπόλοιπη Ευρώπη ο αριθμός των κενών διαμερισμάτων είναι εξίσου μεγάλος, καθώς το ποσοστό τους φτάνει στο 25% με 30%. Συγκεκριμένα, μετά την Ελλάδα ακολουθεί η Κροατία, με τα περισσότερα κενά σπίτια, τρίτη είναι η Πορτογαλία, τέταρτη η Βουλγαρία, ενώ ακολουθούν η Ισπανία και η Ιταλία.
Οι λόγοι ωστόσο που παραμένουν κλειστές τόσες κατοικίες στην ελληνική αγορά ποικίλλουν. Πρώτος και κυριότερος, σύμφωνα με τον κ. Φιοράκη, είναι η πολυϊδιοκτησία που εντοπίζεται στα ελληνικά ακίνητα. Ακόμη, το γεγονός ότι πολλοί ιδιοκτήτες δεν διαθέτουν τα κατάλληλα κεφάλαια ώστε να τα ανακαινίσουν και να τα καταστήσουν βιώσιμα. Επιπλέον, η Αθήνα, που αντιμετωπίζει και το μεγαλύτερο πρόβλημα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Protio, διαθέτει συνολικά 2,2 εκατ. διαμερίσματα, που σ’ αυτά κατοικούν κατά μέσο όρο 1,7 άτομα, γεγονός που αποδεικνύει ότι κατά το παρελθόν χτίστηκε ένας πλεονάζων αριθμός κατοικιών, με αποτέλεσμα σήμερα ένα σημαντικό ποσοστό αυτών να παραμένει κλειστό. Ωστόσο, ένας ακόμη λόγος είναι και το θέμα της ελληνικής κουλτούρας, καθώς η Ελλάδα αποτελεί μια «αποθήκη πλούτου» και δεν υπάρχει η νοοτροπία της δημιουργίας ενός επενδυτικού ακινήτου.
Όπως υποστηρίζει κ. Φιοράκης: «Ο καλύτερος τρόπος να δημιουργήσουμε διαθέσιμες κατοικίες προς ενοικίαση δεν είναι να χτίσουμε νέες, αλλά να διαμορφώσουμε το ήδη υπάρχον διαθέσιμο απόθεμα». Η Ελλάδα έχει ιδιαίτερα παλαιωμένο απόθεμα κατοικιών, καθώς από το 2000 και μετά έχει χτιστεί μόνο το 11% των συνολικών κτιρίων της, με αποτέλεσμα το 89% των ακινήτων να είναι άνω 24 ετών, ενώ το 65% των σπιτιών να είναι κατασκευασμένα στο διάστημα μεταξύ του 1945 έως το ’99. Στην Ευρώπη επικρατεί μια διαφορετική εικόνα, καθώς το 15% των πόλεων έχει χτιστεί μετά το 2000, συγκεκριμένα στις χώρες της Νότιας Ευρώπης, όπως η Ισπανία και η Ιταλία, έχει χτιστεί το 29% και το 25% αντιστοίχως.
Όπως εξηγεί στο powergame.gr ο ιδρυτής και CEO της εταιρείας, Αντώνης Φιοράκης, η Protio στοχεύει να καλύψει αποκλειστικά τη ζήτηση των Ελλήνων για ποιοτικές κατοικίες. Συγκεκριμένα, ο ίδιος τονίζει ότι «πρόκειται για μια πλατφόρμα η οποία έχει ως επίκεντρό της τη διαδικασία μετατροπής ενός διαμερίσματος σε επενδυτικό, είτε μέσω πώλησης είτε μέσω μακροχρόνιας μίσθωσης».
Συγκεκριμένα, η πλατφόρμα από τη μια βρίσκει τον επενδυτή που θέλει να αγοράσει και να αναβαθμίσει ενεργειακά ένα ακίνητο, ώστε να το μισθώσει και να έχει εισόδημα από αυτό, και από την άλλη εντοπίζει τον ιδιοκτήτη που θέλει να πωλήσει το ακίνητό του. Η πλατφόρμα λοιπόν αναλαμβάνει όλη τη διαδικασία της αγοραπωλησίας, της ανακαίνισης και της ενεργειακής αναβάθμισης και στη συνέχεια της μακροχρόνιας μίσθωσης. Σύμφωνα με τον ίδιο, η μέση επένδυση στην πλατφόρμα της Protio σήμερα ανέρχεται στις 130.000 ευρώ συνολικό budget, ενώ το μέσο ακίνητο το αγοράζει ένας επενδυτής γύρω στις 70.000 με 80.000.Το μικρότερο επενδυτικό πρότζεκτ που έχει τρέξει μέχρι στιγμής ανέρχεται στις 27.000, ενώ το μεγαλύτερο έχει φτάσει έως τις 220.000 ευρώ.
Τα επόμενα βήματα για την Protio, όπως τονίζει ο κ. Φιοράκης, είναι το «Ανακαινίζω – Ενοικιάζω», το οποίο βοηθά τον ιδιοκτήτη ενός διαμερίσματος αν δεν θέλει να το πωλήσει να γίνει ο ίδιος επενδυτής, ώστε να μπορεί να έχει εισόδημα από το ακίνητό του. Ακόμη, ο ίδιος επισημαίνει ότι «η εταιρεία έχει ανοιχτεί και στην αγορά της Θεσσαλονίκης, η οποία είναι μια διαφορετική αγορά από την Αθήνα, άλλα έχει ενδιαφέροντα χαρακτηριστικά, με εξίσου παλαιωμένο απόθεμα. Ακόμη, στη στρατηγική της περιλαμβάνονται και πόλεις που έχουν ζήτηση από φοιτητές, όπως τα Γιάννενα, ο Βόλος, η Πάτρα, όπου εντοπίζεται μεγάλο πρόβλημα με το διαθέσιμο απόθεμα κατοικιών. Επιπλέον, η εταιρεία στοχεύει και σε περιοχές οι οποίες έχουν μεγάλη ζήτηση από τον τουρισμό και στις οποίες δεν υπάρχουν διαθέσιμες κατοικίες για τους εργαζομένους, όπως η Καλαμάτα, η Κρήτη και η Ρόδος.