THEPOWERGAME
Εξαιρετικός αποδείχτηκε ο Σεπτέμβρης για τα ξενοδοχεία της Αθήνας, τα οποία είδαν τα δωμάτιά τους να γεμίζουν, αν και αύξησαν τις τιμές τους πάνω από αυτές πολλών άλλων ευρωπαϊκών πόλεων. Τα διεθνή συνέδρια που πραγματοποιήθηκαν στην πρωτεύουσα συνέβαλαν στις πολύ καλές επιδόσεις του κλάδου, με τους ξενοδόχους να τονίζουν για άλλη μια φορά πόσο σημαντικό είναι να «επενδύσει» η χώρα στον Συνεδριακό Τουρισμό.
Με βάση τα μηνιαία στοιχεία «Κίνησης και Απόδοσης Ξενοδοχείων», που συγκεντρώνει και αναλύει η Ένωση Ξενοδόχων Αθηνών – Αττικής & Αργοσαρωνικού με τη συνεργασία της GBR Consulting, τον Σεπτέμβρη τα ξενοδοχεία κατέγραψαν την εντυπωσιακή πληρότητα της τάξης του 93,7%. Δηλαδή οριακά ξεπέρασε την πληρότητα του περσινού αντίστοιχου μήνα (+0,7%), ενώ σημείωσε μικρή πτώση έναντι του Σεπτεμβρίου του 2019 (-1,1%). Ωστόσο, στα τέσσερα χρόνια που έχουν μεσολαβήσει έχουν προστεθεί στην Αθήνα πολλές νέες ξενοδοχειακές μονάδες, αυξάνοντας σημαντικά τα μερίδια στα οποία μοιράζεται η πίτα των τουριστών της Αθήνας.
Άλλωστε, λόγω αυτής ακριβώς της προσθήκης νέων δωματίων, τα οποία έχουν αναβαθμίσει το ξενοδοχειακό δυναμικό της Αθήνας, προσελκύονται ακόμα περισσότεροι τουρίστες στην πρωτεύουσα, όπως δείχνουν και τα στοιχεία κίνησης του Αεροδρομίου «Ελευθέριος Βενιζέλος», αλλά και περισσότερα συνέδρια.
Με τη ζήτηση να είναι πιο αυξημένη, οι ξενοδόχοι κατάφεραν να πετύχουν και καλύτερες τιμές για τα δωμάτιά τους τον Σεπτέμβρη. Η μέση τιμή δωματίου (ADR) έφτασε τα 171,35 ευρώ, από 143,94 πέρυσι και 123,67 τον Σεπτέμβρη του 2019. Πέτυχαν δηλαδή αύξηση της τάξης του 19% και του 38,6% έναντι του Σεπτεμβρίου του 2022 και του 2019 αντίστοιχα.
Έτσι, το έσοδο ανά διαθέσιμο δωμάτιο (RevPAR) έφτασε τα 160,48 ευρώ, έναντι 133,89 ευρώ του Σεπτεμβρίου 2022 και 117,13 ευρώ του Σεπτεμβρίου 2019. Παρατηρήθηκε δηλαδή θετική μεταβολή κατά 19,9% και κατά 37% έναντι του Σεπτεμβρίου του 2022 και του Σεπτεμβρίου 2019 αντίστοιχα.
Ακριβότερες τιμές από πολλές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες
Η Αθήνα τον μήνα Σεπτέμβριο μπόρεσε να ξεχωρίσει, σημειώνοντας καλύτερη μέση τιμή από κάποιους ανταγωνιστές της, όπως λ.χ. από τη Μαδρίτη (161,32 ευρώ), την Κωνσταντινούπολη (151,43 ευρώ), το Βερολίνο (149,41 ευρώ) και τη Βιέννη (152,18 ευρώ).
Στην ανακοίνωσή τους οι ξενοδόχοι σημειώνουν ότι οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές πόλεις σημείωσαν μέση τιμή που αγγίζει ή και ξεπερνά τα 300 ευρώ.
Στο 9μηνο Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου 2023 η μέση πληρότητα στα ξενοδοχεία της Αθήνας ήταν 78%, σημειώνοντας αύξηση κατά 14% σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2022, αλλά μείωση -2,4% έναντι του 2019. Αντίστοιχα, η μέση τιμή δωματίου της Αθήνας δεν ξεπέρασε τα 142,19 ευρώ και το έσοδο ανά διαθέσιμο δωμάτιο τα 110,91 ευρώ. Ενώ οι ανταγωνιστές της Αθήνας σημείωσαν σχεδόν στο σύνολό τους πολύ καλύτερη μέση τιμή 9μήνου, όπως λ.χ. 175,58 ευρώ η Βαρκελώνη, 237,84 ευρώ η Ρώμη, 333,08 ευρώ το Παρίσι, 148,11 ευρώ η Κωνσταντινούπολη κ.ο.κ.
Ο εσωτερικός ανταγωνισμός
Οι ξενοδόχοι της Αθήνας πάντως κάνουν λόγο, για άλλη μια φορά, για υπερπροσφορά καταλυμάτων εκτός ξενοδοχείων (εννοώντας τη βραχυχρόνια μίσθωση), άλλοτε φθηνών, άλλοτε πανάκριβων σε τιμή. Σημειώνουν ότι προφανώς σε αυτά κατευθύνεται μεγάλη μερίδα επισκεπτών. Φαίνεται όμως ότι αυτός ο έντονος ανταγωνισμός τούς εμποδίζει να αυξήσουν ακόμα περισσότερο τις τιμές των δωματίων τους.
Η αλήθεια είναι ότι οι επιχειρήσεις στην Αθήνα δύσκολα θα μπορούσαν να υποστηρίξουν ακόμα μεγαλύτερες αυξήσεις τιμών, να φτάσουν δηλαδή στα επίπεδα του Παρισιού ή ακόμα και της Βαρκελώνης. Όχι επειδή δεν τους το επιτρέπει ο ανταγωνισμός από τα Airbnbs. Ούτε επειδή τα ξενοδοχεία της πρωτεύουσας υστερούν απέναντι στα αντίστοιχα άλλων ευρωπαϊκών πόλεων. Το αντίθετο, μάλιστα!
Αλλά γιατί οι υπόλοιπες υποδομές της Αθήνας απέχουν σημαντικά από αυτές των ανταγωνιστών. Όπως οι ίδιοι τονίζουν: «Θα ήταν σκόπιμο να θέσουμε ψηλότερα τον πήχη των προσδοκιών και των απαιτήσεών μας από την πόλη μας σε θέματα ποιότητας ζωής και ασφάλειας πολιτών και επισκεπτών, καθαριότητας, βιωσιμότητας, υποδομών κ.ό.κ., καθώς βιώνουμε εποχές σημαντικών γεωπολιτικών, οικονομικών, αλλά και κλιματικών αλλαγών και ανακατατάξεων».