THEPOWERGAME
Με ακόμη υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης, σταθερά ανοδική κερδοφορία και βελτίωση κεφαλαιακών δεικτών, οραματίζονται οι διοικήσεις των τραπεζών το κλείσιμο της φετινής χρονιάς. Η χρήση 2023, που θα ολοκληρωθεί τέλος του έτους και θα δημοσιοποιηθεί το Μάρτιο του 2024, έχει μια πολύ ξεκάθαρη βάση: τα ισχυρά αποτελέσματα του τρίτου τριμήνου, για τα οποία η αυλαία άνοιξε την Παρασκευή.
Οι δύο CEOs των Alpha Bank και Τράπεζας Πειραιώς, Βασίλης Ψάλτης και Χρήστος Μεγάλου, είχαν με βάση το χρονοδιάγραμμα της δημοσίευσης της λογιστικής εικόνας του γ’ τριμήνου, την ευκαιρία να προετοιμάσουν πρώτοι την αγορά για το επόμενο τρίμηνο που έρχεται. Εκτός απροόπτου πάντα και παρά τις δυσκολίες του ευρύτερου περιβάλλοντος, οι ελληνικές τράπεζες πήγαν τόσο καλά στο ενεάμηνο, που προβλέπουν υψηλότερους ρυθμούς για το σύνολο του έτους.
Εντύπωση προκάλεσε στους αναλυτές το ότι ακόμη και οι εκτιμήσεις των ίδιων των τραπεζών για την πιστωτική επέκταση αντισταθμίστηκαν από τους θετικούς ρυθμούς των νέων εκταμιεύσεων (κι ας είναι μικρότεροι από όσους ίσως θα ήθελαν στις αρχές του έτους). Με μοχλό το Ταμείο Ανάπτυξης, αλλά και όχι μόνο, η επέκταση των εργασιών είχε ως αποτέλεσμα τις αυξημένες νέες εκταμιεύσεις, που δικαιολόγησαν και έστησαν σε θετικό υπόβαθρο την καθαρή πιστωτική επέκταση.
Αποτέλεσμα αυτού, η απογείωση στα έσοδα από τόκους και προμήθειες, που σε ετήσια βάση όχι μόνο είναι σε διψήφια ποσοστά, αλλά ακουμπάνε ή υπερβαίνουν την ποσοστιαία αύξηση του 50%. Το πιο ενδιαφέρον για τους επενδυτές και τους μετόχους των τραπεζών, είναι ότι η τάση αυτή, μπορεί να έφτασε στο peak του βουνού (αν τα επιτόκια σταθεροποιηθούν) αλλά θα συνεχίσει να αποκομίζει οφέλη, ακόμη και αν παραμείνει σε σταθεροποιητικά επίπεδα.
Έσοδα από τραπεζικές εργασίες και επέκταση δανειακού χαρτοφυλακίου, αύξηση καταθέσεων (παρά τα χαμηλά επιτόκια), βελτίωση κεφαλαιακών δεικτών σε νέα υψηλότερα επίπεδα, κεφαλαιακά μαξιλάρια και αποθέματα ασφαλείας, ενισχυμένη απόδοση κερδών ανά μετοχή αλλά και καθαρής λογιστικής αξίας. Ένα κοκτέιλ με το οποίο φλερτάρουν εν δυνάμει νέοι μέτοχοι -γιατί όχι και στρατηγικοί- που θα επιδιώξουν να περάσουν τις πύλες της μετοχικής βάσης των συστημικών τραπεζών, με αιχμή του δόρατος την αποεπένδυση του ΤΧΣ από τις τράπεζες.
Η πρόβλεψη για το επόμενο τρίμηνο είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντική και αυτό αφορά όλη την αγορά, όπου εκτός από την θετική ροή σε νέες πιστώσεις – με εμφανές μερίδιο και στη χρηματοδότηση των μμε – αναμένεται περαιτέρω βελτίωση στα υπόλοιπα των κόκκινων δανείων, που όπως επίσης έγραψε το powergame.gr συνολικά είναι κοντά στα 10 δισ. ευρώ όσα έχουν παραμείνει σε τραπεζικά κιτάπια. Τα υπόλοιπα 70 δισ. ευρώ είναι προς διαχείριση από τους servicers και 60 δισ. ευρώ από αυτά έχουν την σφραγίδα του Ηρακλή. Την ίδια στιγμή, ένας «κουβάς» δανείων σε καθυστέρηση κάτω των 90 ημερών, αριθμεί ήδη 10 δισ. ευρώ και απαιτεί σχολαστικό σκανάρισμα και monitoring.
Στον αντίποδα του θετικού momentum για τις τράπεζες που αποτελεί η συνεχής αύξηση επιτοκίων (όπως αντανακλάται στα αυξημένα έσοδα οργανικής κερδοφορίας, δηλαδή τόκοι, προμήθειες) οι αναλυτές των χρηματοοικονομικών οίκων αναρωτιούνται τι επιπτώσεις θα έχει στην πορεία των εσόδων, το φρένο της ανόδου στα επιτόκια. Καθησυχαστικοί οι τραπεζίτες, γνωρίζουν και τις δύο πλευρές του νομίσματος (καθώς από την άλλη, πιέζονται οι επιχειρήσεις και αναβάλλουν επενδυτικά σχέδια ή νέες χρηματοδοτήσεις), εκτιμούν ότι σε πρώτη φάση, η σταθεροποίηση έστω των επιτοκίων στα σημερινά, υψηλά, επίπεδα, δεν θα επηρεάσει αρνητικά τη συλλογή εσόδων από τις παραδοσιακές τραπεζικές εργασίες.
Προτεραιότητα για τους τραπεζικούς ομίλους αποτελεί μεταξύ άλλων η κεφαλαιακή ισχύς, που θα πλαισιώνεται με πολλαπλές κινήσεις περαιτέρω ενίσχυσης, που αποσκοπούν όχι μόνο στη βελτίωση των δεικτών, αλλά και στην κατάκτηση ενός άνετου στόχου που θα επιτρέψει την επιστροφή αξίας στους μετόχους, παράλληλα με τη στήριξη –μέσω πιστώσεων- της πραγματικής οικονομίας.