THEPOWERGAME
Οι δύο τραπεζικές ειδήσεις της χρονιάς, το deal μεταξύ της Alpha Bank και της UniCredit και το επικείμενο placement του 20% της Εθνικής Τράπεζας, συμπίπτουν με τις πρώτες θετικές επιπτώσεις της επιστροφής του ελληνικού Δημοσίου στην επενδυτική βαθμίδα.
Η αναβάθμιση από τον οίκο S&P την περασμένη Παρασκευή αποτελεί την επισφράγιση της πολύ θετικής πορείας που καταγράφει τα τελευταία χρόνια η ελληνική οικονομία, παρά τις αντιξοότητες και τις συνεχόμενες κρίσεις.
Η άνοδος των επιτοκίων σε υψηλά δεκαετιών και η πρόσφατη εκτίναξη του γεωπολιτικού κινδύνου ενισχύουν τη διστακτικότητα ως προς την υλοποίηση επενδυτικών σχεδίων. Οι επενδυτές δεν δεσμεύουν εύκολα κεφάλαια σε τέτοιες εποχές και με τόσο υψηλά επιτόκια, όμως αυτό που αλλάζει για τη χώρα μας είναι ότι εξετάζουν πλέον περισσότερο το ενδεχόμενο εισόδου στην ελληνική αγορά. Έχοντας αναβαθμιστεί στην επενδυτική βαθμίδα και επιτυγχάνοντας πρωτογενή πλεονάσματα και ρυθμό ανάπτυξης υπερδιπλάσιο του ευρωπαϊκού μέσου όρου, η Ελλάδα φαντάζει μία ενδιαφέρουσα επιλογή για όσους θέλουν να κυνηγήσουν υψηλές αποδόσεις.
Στους προσεχείς μήνες και μέσα στο 2024 αναμένεται να καταγραφεί ενδιαφέρον για deals σε διάφορους τομείς, υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα υπάρξει κάποια μεγάλη διεθνής αναταραχή. Ξεχωρίζουν οι κλάδοι της πληροφορικής, των υποδομών, της «πράσινης» ενέργειας και του τουρισμού. Τα deals που ολοκληρώνονται ή ακόμη και αυτά που κυοφορούνται στην ελληνική αγορά χρειάζονται μήνες ή και χρόνια προετοιμασίας και διαπραγματεύσεων. Το ότι η Ελλάδα θα ανακτούσε την επενδυτική βαθμίδα ήταν κάτι που είχε αρχίσει να διαφαίνεται από πέρυσι και έγινε σχεδόν βέβαιο μετά τις εκλογές του Ιουνίου.
Είναι επομένως λογικό να βλέπουμε deals να ολοκληρώνονται και να οφείλονται σε μεγάλο βαθμό στην αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας και των τραπεζών. Ειδικά για τη συμφωνία της Alpha Bank με τη UniCredit έπαιξε καθοριστικό ρόλο η εξυγίανση των τραπεζικών ισολογισμών και η σταθερότητα που αποπνέει πλέον το ελληνικό τραπεζικό σύστημα. Στο ίδιο πλαίσιο είναι και το επικείμενο placement της Εθνικής Τράπεζας. Στα μέσα Σεπτεμβρίου ο οίκος Moody’s αναβάθμισε στην επενδυτική βαθμίδα την Εθνική Τράπεζα και τη Eurobank, πριν από το ελληνικό Δημόσιο, μία εξέλιξη που βοηθά στην επιτυχία της διάθεσης μετοχών ποσοστού 20% της ΕΤΕ μέσα στον Νοέμβριο.
Εκτός τραπεζών, ο τουρισμός είναι χωρίς αμφιβολία ο κλάδος που μπορεί να διατηρήσει την ίδια δυναμική και τα επόμενα χρόνια. Μέσα στην εβδομάδα έγινε η επίσημη παρουσίαση του One&Only Aesthesis στα πρώην «Αστέρια» της Γλυφάδας. Ένα υπερπολυτελές beach resort της Grivalia Hospitality, μία επένδυση ύψους 300 εκατ. ευρώ. Νωρίτερα μέσα στο 2023 η Goldman Sachs εξαγόρασε την αλυσίδα Casa Cook, που διαθέτει τρία ακίνητα στην Ελλάδα, σε Μύκονο, Ρόδο και Σάμο, δίνοντας ψήφο εμπιστοσύνης στις προοπτικές του ελληνικού τουριστικού προϊόντος.
Η εταιρεία πολυτελών θέρετρων Banyan Tree επέλεξε την Ελλάδα για να υλοποιήσει την πρώτη της επένδυση στην Ευρώπη. Το Banyan Tree Varko Bay, μία επένδυση ύψους 180 εκατ. ευρώ, σε συνεργασία με την RND Investments και τη γαλλική Accor, αναμένεται να ανοίξει τις πύλες της το 2026.
Εκτιμάται ότι θα ακολουθήσουν και νέα deals, κυρίως στο κομμάτι του πολυτελούς τουρισμού. Ένα πεδίο στο οποίο η Ελλάδα έχει μεγάλα περιθώρια ανάπτυξης, καθώς το ποσοστό των υψηλών προδιαγραφών καταλυμάτων είναι μικρό σε σχέση με άλλες χώρες. Ο τουρισμός αποτελούσε επενδυτικό «μαγνήτη» και πριν από την επενδυτική βαθμίδα, αλλά πλέον θα είναι περισσότερα και μεγαλύτερα τα επενδυτικά χαρτοφυλάκια που θα ασχοληθούν με την αγορά μας.
Σε αναδυόμενη δύναμη εξελίσσεται ο κλάδος της πληροφορικής. Από το οικοσύστημα των startups έως τον τομέα των λογισμικών, το επενδυτικό ενδιαφέρον αυξάνεται συνεχώς. Η Ελλάδα έχει στόχο να εξελιχθεί σε hub καινοτομίας, κάτι που αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι ο κλάδος του λογισμικού και της πληροφορικής ευθύνεται για το 40% των άμεσων ξένων επενδύσεων που πραγματοποιήθηκαν στη χώρα το 2022.
Τέλος, μια σειρά νέων επενδύσεων στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας αναμένεται να υλοποιηθούν στα επόμενα χρόνια. Στόχος είναι ο υπερδιπλασιασμός της εγκατεστημένης ισχύος σε ΑΠΕ, έτσι ώστε έως το 2023 το 80% της ηλεκτροπαραγωγής να προέρχεται από ΑΠΕ και υδροηλεκτρικούς σταθμούς.