THEPOWERGAME
Έξι πρωτοβουλίες για τη στήριξη του τραπεζικού τομέα παρουσίασε ο Κωστής Χατζηδάκης μιλώντας σε εκδήλωση της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών (ΕΕΤ) για τον εορτασμό των 95 ετών από την ίδρυσή της. «Συνδυασμός ευρωστίας και ανταγωνισμού η πολιτική της κυβέρνησης για τις τράπεζες» το μήνυμα που έστειλε ο υπουργός Οικονομίας.
Η ανακοίνωση του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών
Έξι πρωτοβουλίες του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών για την στήριξη του τραπεζικού τομέα, που αποτελεί βασικό εταίρο της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας, παρουσίασε ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κωστής Χατζηδάκης, μιλώντας σήμερα σε εκδήλωση της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών (ΕΕΤ) για τον εορτασμό των 95 ετών από την ίδρυσή της.
«Αποτελεί προτεραιότητά μας να στηρίξουμε τόσο την ευρωστία του τραπεζικού τομέα όσο και την αύξηση του ανταγωνισμού εντός αυτού. Προσφέροντας ανταγωνιστικά χρηματοοικονομικά προϊόντα σε μικρές και μεγάλες επιχειρήσεις, ο τραπεζικός τομέας μπορεί να τις βοηθήσει να εκσυγχρονίσουν και να επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους, ώστε να γίνουν ανταγωνιστικές στην παγκόσμια αγορά. Αυτό πρέπει να συνδυαστεί με τη διάθεση ελκυστικών ευκαιριών χρηματοδότησης για τα ελληνικά νοικοκυριά. Είναι αυτονόητο ότι βασική προϋπόθεση για να μπορέσει ο τραπεζικός τομέας να παράσχει αποτελεσματική στήριξη στην ελληνική οικονομία είναι να είναι υγιής και ανταγωνιστικός από μόνος του», τόνισε ο υπουργός.
Προς την κατεύθυνση αυτή, όπως είπε, προωθούνται:
1. Η εφαρμογή της επόμενης φάσης του προγράμματος «Ηρακλής», το οποίο έχει διαμορφωθεί με τη συμβολή της Τράπεζας της Ελλάδος και βρίσκεται υπό διαπραγμάτευση με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. «Η τρίτη φάση του «Ηρακλή» θα αποτελέσει ένα ακόμη σημαντικό βήμα προς την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στο τραπεζικό σύστημα, βοηθώντας τις συστημικές και μη συστημικές τράπεζες να ενισχύσουν τους ισολογισμούς τους», τόνισε.
2. Η επέκταση του «Ηρακλή» θα συμβάλει στην ανάδειξη του λεγόμενου πέμπτου πυλώνα του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, που θα ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα του τομέα και θα προσφέρει ένα ευρύτερο φάσμα επιλογών για τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά.
3. Σύντομα θα παρουσιαστεί νομοσχέδιο που θα δώσει τη δυνατότητα σε μη τραπεζικά ιδρύματα να προσφέρουν ενυπόθηκα και εταιρικά δάνεια, διευρύνοντας το φάσμα των επιχειρήσεων που έχουν πρόσβαση στη χρηματοδότηση.
4. Με το ίδιο νομοσχέδιο θα ενσωματωθεί στην ελληνική νομοθεσία η Οδηγία της Ε.Ε. για τους Servicers, η οποία ρυθμίζει την πώληση, την αγορά και την εξυπηρέτηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Το νομοσχέδιο θα θεσπίσει υποχρέωση των Servicers να παρέχουν εξατομικευμένη πληροφόρηση στους δανειολήπτες, ώστε να αυξηθεί η διαφάνεια της διαδικασίας.
5. Η προώθηση καλύτερων επιλογών αποταμίευσης: «Ο ρόλος ενός υγιούς και ανταγωνιστικού τραπεζικού συστήματος περιλαμβάνει την προσφορά ευρέος φάσματος επιλογών στους καταναλωτές, συμπεριλαμβανομένων των καταθετικών λογαριασμών με ανταγωνιστικά επιτόκια», ανέφερε ο κ. Χατζηδάκης. «Μετά από συνάντηση με την ΕΕΤ, οι μεγάλες τράπεζες συμφώνησαν να προωθήσουν περαιτέρω πιο ελκυστικά προϊόντα, όπως οι προθεσμιακές καταθέσεις. Αυτό έχει ήδη αρχίσει σε κάποιο βαθμό, αλλά αναμένουμε ότι θα επεκταθεί περαιτέρω».
6. Η αποεπένδυση του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας από το μετοχικό κεφάλαιο των τραπεζών. Την περασμένη εβδομάδα, όπως είπε ο κ. Χατζηδάκης, ξεκίνησε η διάθεση της συμμετοχής του ΤΧΣ στο μετοχικό κεφάλαιο της Eurobank. «Οι υπόλοιπες τράπεζες, πρόσθεσε, θα ακολουθήσουν στο άμεσο μέλλον και θα εφαρμοστούν διαφορετικές στρατηγικές αποεπένδυσης σε κάθε περίπτωση. Αυτό στέλνει ένα σαφές μήνυμα στη διεθνή επενδυτική κοινότητα ότι η Ελλάδα είναι προσηλωμένη στο μεταρρυθμιστικό της πρόγραμμα. Δείχνει επίσης ότι ο τραπεζικός μας τομέας επιστρέφει στην κανονικότητα και αποτελεί ελκυστικό επενδυτικό στόχο χάρη στη σταθερότητα και τις προοπτικές ανάπτυξής του».
«Στόχος μας να συνεχίσουμε να εκπλήσσουμε θετικά, τόσο εντός όσο και εκτός της χώρας»
Ο υπουργός αναφέρθηκε ακόμη στην πρόοδο της οικονομίας, επισημαίνοντας τον υψηλό ρυθμό ανάπτυξης (2,3% το 2023, τριπλάσιο από το μέσο όρο της ευρωζώνης και 3% το 2024), την αύξηση των επενδύσεων και τη μείωση της ανεργίας. Αποτελέσματα που οφείλονται στη δημοσιονομική πολιτική η οποία αποκατέστησε την εμπιστοσύνη, στη μείωση των φόρων που έκανε τη χώρα πιο ελκυστική για επενδύσεις, στην μεταρρύθμιση της εργασιακής νομοθεσίας που εκσυγχρόνισε την αγορά εργασίας και στην απλοποίηση της αδειοδότησης που βελτίωσε το επιχειρηματικό περιβάλλον. Τόνισε δε ότι τα προηγούμενα χρόνια η οικονομία κατέγραψε υπεραπόδοση σε σχέση με τα μεγέθη του προϋπολογισμού.
«Στόχος μας», κατέληξε, «είναι να συνεχίσουμε να εκπλήσσουμε θετικά, τόσο εντός όσο και εκτός της χώρας. Για το λόγο αυτό θα συνεχίσουμε στο δρόμο της οικονομικής αξιοπιστίας και των μεταρρυθμίσεων».