THEPOWERGAME
Έντονη είναι η στροφή των αγοραστών και των ενοικιαστών σήμερα σε μικρότερης επιφάνειας κατοικίες, ενώ αξιοσημείωτο είναι ότι έχουν «ξεπουλήσει» τα σπίτια που χρονολογούνται μεταξύ 1950-1980. Παράλληλα, η Αθήνα θεωρείται το απόλυτο hotspot, καταγράφοντας την υψηλότερη μέση τιμή ενοικίου, η οποία ανέρχεται στα 9,37 ευρώ ανά τ.μ. (τετραγωνικό μέτρο). Σε ό,τι αφορά τις τιμές πώλησης, τα πρωτεία της ακρίβειας κατέχουν οι Κυκλάδες, με μέσο όρο πώλησης τα 5.030 ευρώ ανά τ.μ.
Σύμφωνα με την έρευνα της Estate Brains, όσον αφορά το μέσο μέγεθος των ακινήτων προς πώληση, η Ανατολική Αττική και οι Κυκλάδες έχουν τα μεγαλύτερα ακίνητα προς πώληση, με μέσο μέγεθος 214,3 και 237,26 τ.μ. αντίστοιχα. Τα μικρότερα προς πώληση ακίνητα εντοπίζονται στη Θεσσαλονίκη, στην Κοζάνη και στον Πειραιά. Σχετικά με τα ενοικιαζόμενα ακίνητα, στην Ανατολική και η Δυτική Αττική, στην Αθήνα και τις Κυκλάδες παρατηρούνται τα μεγαλύτερα ακίνητα, ενώ τα μικρότερα στη Ροδόπη, στην Κοζάνη και στην Ημαθία.
Τα στοιχεία για το μέγεθος των ακινήτων αποκαλύπτουν τις προτιμήσεις που έχουν αγοραστές και ενοικιαστές ακινήτων σήμερα. Αναλυτικά, ένα σημαντικό μέρος των ακινήτων που πωλούνται είναι μικρότερα από 50 τ.μ. Η τάση αυτή υποδηλώνει ότι τα μικρότερα ακίνητα έχουν μεγαλύτερη ζήτηση από τα μεγάλα. Πιθανώς, αυτό συμβαίνει λόγω της οικονομικής προσιτότητας, της ανάγκης για μικρότερη συντήρηση ή της τάσης για συμπαγέστερους χώρους διαβίωσης. Από την άλλη πλευρά, εκείνα μεταξύ 100-250 τετραγωνικών μέτρων αποτελούν το 34,83% των ακινήτων που διατίθενται στην αγορά, αλλά μόνο το 16,55% αυτών αγοράζεται. Η έλλειψη ενδιαφέροντος για τα μεγάλα ακίνητα είναι ακόμη πιο έντονη όταν πρόκειται για σπίτια μεγαλύτερα των 250 τετραγωνικών μέτρων, τα οποία αποτελούν το 8,13% αυτών που διατίθενται στην αγορά, αλλά μόνο το 1,89% τα αγοράζει. Αυτό θα μπορούσε να αποδοθεί σε παράγοντες όπως οι υψηλότερες τιμές, το αυξημένο κόστος συντήρησης ή μια μικρότερη δεξαμενή δυνητικών αγοραστών για μεγαλύτερα ακίνητα.
Με βάση το έτος κατασκευής των ακινήτων, η έρευνα δείχνει ότι πωλήθηκε το 51,33% των σπιτιών τα οποία χρονολογούνται από το 1950 έως το 1980, παρά το γεγονός ότι αποτελούσαν μόνο το 21,80% των ακινήτων που διατέθηκαν στην αγορά, λόγω του γεγονότος ότι ένας μεγάλο μέρος αυτών έχουν εγκαταλειφθεί και παραμένουν κενά. Τα συγκεκριμένα ακίνητα πωλούνται με υπερδιπλάσιο ρυθμό, ίσως λόγω της τοποθεσίας τους ή της ιστορικής τους σημασίας και των τιμών τους. Από την άλλη πλευρά, τα ακίνητα που κατασκευάστηκαν μετά το 2000 αντιπροσωπεύουν το 56,43% του συνόλου των ακινήτων που διατίθενται στην αγορά, αλλά μόνο το 24,64% αυτών πωλήθηκε. Αυτό δείχνει ότι ενώ υπάρχει αρκετή προσφορά νεόδμητων ακινήτων στην αγορά, αυτά δεν αγοράζονται με τον ίδιο ρυθμό. Αυτό θα μπορούσε να οφείλεται σε διάφορους παράγοντες, όπως τις εξαιρετικά υψηλές τιμές, την τοποθεσία τους ή την προτίμηση των Ελλήνων για παλαιότερα ακίνητα.
Για τα ενοικιαζόμενα ακίνητα, ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι στην κατηγορία των 50-100 τετραγωνικών μέτρων υπάρχουν ελαφρώς περισσότερα ανακαινισμένα ακίνητα, ωστόσο δεν συμβαίνει το ίδιο για τα μεγαλύτερα ακίνητα προς ενοικίαση (>250 τ.μ.), τα οποία στην πλειονότητά τους δεν έχουν ανακαινιστεί. Σε ό,τι αφορά τα ακίνητα προς πώληση, τα στοιχεία δείχνουν ότι υπάρχει μια μεγάλη δεξαμενή μη ανακαινισμένων ακινήτων, ιδίως όσο αυξάνεται το μέγεθος του ακινήτου. Για παράδειγμα, τα ακίνητα τα οποία είναι μικρότερα των 50 τ.μ. στην πλειονότητά τους δεν είναι ανακαινισμένα. Το ίδιο συμβαίνει και με τα διαμερίσματα εώς 100 τ.μ., στα οποία το 89,5% δεν έχει ανακαινιστεί. Αυτό θα μπορούσε να υποδηλώνει ότι πολλοί ιδιοκτήτες ακινήτων μεγαλύτερων χώρων δεν έχουν επενδύσει σε ανακαινίσεις λόγω υψηλού κόστους πριν θέσουν το ακίνητό τους προς πώληση.
Για τους ενοικιαστές και αγοραστές, ωστόσο, που προτιμούν τις ενεργειακά αποδοτικές κατοικίες, σύμφωνα με την έρευνα, οι καλύτερες περιοχές με τα περισσότερα νεόδμητα και ανακαινισμένα σπίτια είναι η Γλυφάδα, η Νέα Σμύρνη και το Παλαιό Φάληρο. Οι περιοχές αυτές παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τους αγοραστές και τους ενοικιαστές που δίνουν προτεραιότητα στην περιβαλλοντική βιωσιμότητα και τη μακροπρόθεσμη εξοικονόμηση ενέργειας. Αντίθετα, οι περιοχές που διαθέτουν τα λιγότερα ανακαινισμένα σπίτια και διαθέτουν ισχνή έως και μηδαμινή ενεργειακή απόδοση, είναι τα Πατήσια, η Νέα Ιωνία και οι Αχαρνές (Μενίδι). Ωστόσο, περιοχές όπως ο Πειραιάς και το Περιστέρι, στις οποίες, αν και δεν υπάρχουν ιδιαίτερα νέες κατοικίες, παρουσιάζουν δυνητικές ευκαιρίες ανάπτυξης.