THEPOWERGAME
Στα 700 εκατ. ευρώ υπολογίζει η Eurobank τη ζημιά από την παραγωγή που χάνεται στον αγροτικό τομέα και τη βιομηχανία από τις καταστροφές στην Θεσσαλία. Οι αναλυτές της τράπεζας επισημαίνουν, ωστόσο, πως μπορεί η άμεση ζημιά να είναι σχετικά περιορισμένη, αλλά οι έμμεσες επιπτώσεις από τις πλημμύρες είναι σοβαρότερες.
Μια ακριβής εκτίμηση των επιπτώσεων των πλημμυρών στα μακροοικονομικά μεγέθη της ελληνικής οικονομίας είναι επί του παρόντος πολύ δύσκολο να μετρηθεί, δεδομένου ότι ούτε το μέγεθος των ζημιών, αλλά ούτε εκείνο των μέτρων δημοσιονομικής στήριξης, μπορούν να υπολογιστούν με αξιοπιστία.
Όπως εξηγούν οι αναλυτές, η αγοραστική δύναμη πολλών Θεσσαλών, ιδίως εκείνων που έχουν υποφέρει περισσότερο από την καταστροφή και η τάση τους να καταναλώνουν αγαθά και υπηρεσίες θα μειωθούν βραχυπρόθεσμα (λόγω της αντικειμενικής αδυναμίας κατανάλωσης και μέχρι να αρχίσουν να εφαρμόζονται τα μέτρα στήριξης), κάτι που μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τη ζήτηση για την παραγωγή άλλων περιοχών.
Οι μεταφορές και τα logistics έχουν, επίσης, επηρεαστεί αρνητικά. Ο κύριος αυτοκινητόδρομος και ο σιδηρόδρομος που συνδέουν το βόρειο και το νότιο τμήμα της ελληνικής ηπειρωτικής χώρας πλημμύρισαν και ήταν απροσπέλαστοι για σχεδόν μια εβδομάδα (σχεδόν το 2% του έτους, ένα ποσοστό που δεν είναι αμελητέο). Ο αυτοκινητόδρομος άνοιξε στις 18 Σεπτεμβρίου, ωστόσο ο σιδηρόδρομος είναι ακόμη εκτός λειτουργίας και θα παραμείνει εκτός για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Ως αποτέλεσμα τα εμπορεύματα από το νότιο τμήμα δεν μπορούν να φτάσουν στο βόρειο και αντίστροφα (ή πρέπει να κάνουν μεγαλύτερη και πιο δαπανηρή παράκαμψη), ενώ παράλληλα, τα εμπορεύματα που εισέρχονται στη χώρα από το κομβικό λιμάνι του Πειραιά θα δυσκολευτούν (και θα κοστίσουν περισσότερο) να εξαχθούν.
Επιπλέον, ενδέχεται να υπάρχουν και πιο μακροπρόθεσμες επιπτώσεις: δεν μπορούμε να υποθέσουμε ότι η ζημιά θα αντιστραφεί πλήρως το επόμενο έτος, δεδομένου ότι οι υποδομές και τα ιδιωτικά κεφαλαιουχικά αγαθά χρειάζονται χρόνο για να αναπληρωθούν, ακόμη και αν υπάρχουν διαθέσιμα χρήματα.
Αυτό που συμβαίνει συνήθως μετά από πολέμους και μεγάλες καταστροφές είναι μια μεγάλη αρνητική επίδραση βραχυπρόθεσμα, ακολουθούμενη όμως από μια θετική επίδραση καθώς αρχίζει η ανοικοδόμηση, και αυξάνονται οι επενδύσεις. Δεδομένου, ωστόσο, ότι μόνο ένα σχετικά μικρό μέρος της χώρας επλήγη, και οι δύο αυτές επιπτώσεις θα μετριαστούν σε επίπεδο χώρας.
Πιο συγκεκριμένα, οι απώλειες του ΑΕΠ θα είναι μάλλον περιορισμένες, καθώς η καταστροφή της παραγωγής και των υποδομών θα αντισταθμιστεί σε μεγάλο βαθμό από τα μέτρα δημοσιονομικής στήριξης και την επακόλουθη ενίσχυση των εισοδημάτων, της κατανάλωσης και των επενδύσεων, ωστόσο δεν μπορούν να αποκλειστούν κάποιες μακροπρόθεσμες επιπτώσεις από το σοκ της προσφοράς.
Μία αύξηση του πληθωρισμού είναι εξαιρετικά πιθανή (με τρέχουσα πρόβλεψη στο 4,3% για το οικονομικό έτος 2023), καθώς η καταστροφή της παραγωγής και των υποδομών θα προκαλέσει αναπόφευκτα ορισμένες ελλείψεις. Οι τιμές των τροφίμων αναμένεται να επηρεαστούν σχετικά πιο πολύ, δεδομένου του σημαντικού μεριδίου της Θεσσαλίας στην εγχώρια αγροτική παραγωγή. Και πάλι, ο χρόνος και η έκταση της ζημιάς είναι δύσκολο να προβλεφθούν.
Εκτός από τον συμπληρωματικό προϋπολογισμό των 600 εκατ. ευρώ, επιπλέον 35 εκατ. ευρώ θα μεταφερθούν στους πληγέντες από τις πρόσφατες πλημμύρες και πυρκαγιές, κυρίως σε Θεσσαλίακαι Έβρο, με τη μορφή κουπονιών για τρόφιμα (Market Pass). Παρ’ όλα αυτά, ο συνολικός δημοσιονομικός αντίκτυπος φέτος αναμένεται να είναι περιορισμένος, καθώς ένα μεγάλο μέρος της στήριξης θα προέλθει από χρήματα της ΕΕ, ενώ ο εθνικός προϋπολογισμός έχει επίσης ένα μαξιλάρι για να αξιοποιήσει. Επιπλέον, τα δημόσια έσοδα υπερκαλύπτουν συστηματικά τους στόχους μέχρι στιγμής, παρέχοντας έτσι βαθμούς ελευθερίας για την κάλυψη αυξημένων μέτρων στήριξης χωρίς απόκλιση από τον στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 0,7% του ΑΕΠ.