THEPOWERGAME
Στις 26 Αυγούστου του 2022 η τιμή του φυσικού αερίου, με βάση τα συμβόλαια TTF, είχε εκτοξευθεί στο ιστορικό ρεκόρ των 300 ευρώ ανά μεγαβατώρα (MWh), προκαλώντας πανικό σε κυβερνήσεις, επιχειρήσεις και νοικοκυριά ανά την Ευρώπη. Το φετινό καλοκαίρι οι τιμές του φυσικού αερίου κινήθηκαν σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα, μεταξύ 26,5 και 43 ευρώ ανά μεγαβατώρα.
Ο θόρυβος που προκλήθηκε τις τελευταίες ημέρες για τις πιθανές αναταράξεις στην αγορά υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG), της σχεδιαζόμενης απεργίας σε τρεις μεγάλες εγκαταστάσεις της Αυστραλίας, οδήγησε σε αύξηση τις διεθνείς τιμές, αλλά παραμένουν προσωρινά κάτω από τα 40 ευρώ ανά MWh, δηλαδή στα επίπεδα που ήταν τον Ιανουάριο του 2022, λίγο αφότου άρχισε το μεγάλο ράλι που προκάλεσε την ενεργειακή κρίση στην Ευρώπη.
Οι αναλυτές προβλέπουν πως οι τιμές του φυσικού αερίου θα αρχίσουν να κινούνται πιο επιθετικά προς τα πάνω από το φθινόπωρο. Επικαλούνται τη συνέχιση του πολέμου στην Ουκρανία, την πιθανότητα ενός πιο κρύου χειμώνα στην Ευρώπη, η οποία πέρυσι είχε την τύχη μιας ήπιας χειμερινής περιόδου, και άλλα έκτακτα περιστατικά, όπως η Αυστραλία ή οι πιθανές ουρές πλοίων για διέλευση από τη Διώρυγα του Παναμά λόγω της ξηρασίας στην αμερικανική ήπειρο.
Στις τελευταίες, αναθεωρημένες προβλέψεις η γερμανική επενδυτική τράπεζα Berenberg υποστηρίζει πως η πιθανότητα επανεμφάνισης μιας κρίσης στην αγορά φυσικού αερίου τον φετινό χειμώνα περιορίζεται περαιτέρω, με βάση τα τελευταία στοιχεία για την πληρότητα στις ευρωπαϊκές αποθήκες. Οι αναλυτές της Berenberg τονίζουν, μάλιστα, πως σε σχέση με τις προηγούμενες προβλέψεις, προ έξι εβδομάδων, είναι ακόμα πιο αισιόδοξοι και πως θεωρούν πως η Ευρώπη θα αποφύγει μια νέα κρίση στο φυσικό αέριο κατά ποσοστό άνω του 95%.
Οι θετικές προβλέψεις των αναλυτών στηρίζονται στο γεγονός πως η Ευρωπαϊκή Ένωση σημείωσε περαιτέρω πρόοδο στο γέμισμα των αποθηκών φυσικού αερίου. Η πληρότητα του 90% και πλέον, που έχουν σήμερα οι ευρωπαϊκές αποθήκες, βρίσκεται πολύ ψηλότερα από τον μέσο όρο πληρότητας της περιόδου 2015-2020. Ακόμα και η σχεδιαζόμενη διακοπή της παραγωγής φυσικού αερίου από το ολλανδικό κοίτασμα Groningen την 1η Οκτωβρίου δεν θα επηρεάσει σοβαρά την ΕΕ, θεωρούν οι αναλυτές, καθώς τα στοιχεία του τελευταίου εξαμήνου δείχνουν πως ούτως ή άλλως η ολλανδική παραγωγή φυσικού αερίου γίνεται ήδη από άλλα κοιτάσματα σε συντριπτικό ποσοστό.
Εκτός από τα αρνητικά σενάρια που προαναφέρθηκαν, οι αναλυτές προσθέτουν και άλλο ένα: το πλήρες κλείσιμο της στρόφιγγας του ρωσικού αερίου που φτάνει μέσω αγωγών στην Ευρώπη, που θα προκαλέσει πρόσθετο κενό στην προσφορά. Το ρωσικό φυσικό αέριο κάλυπτε το 41% των αναγκών της ΕΕ το 2021 και σήμερα εξακολουθεί να καλύπτει περί το 8% μέσω αγωγών και πρόσθετο ποσοστό 6% μέσω LNG. Την ίδια στιγμή, πάντως, στην ΕΕ καταγράφεται σημαντική κάμψη στην κατανάλωση φυσικού αερίου, που αποτυπώθηκε και στην υποχώρηση κατά 16% των καθαρών εισαγωγών σε σχέση με τον μέσο όρο της περιόδου 2017-2021.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Berenberg, οι κυριότεροι προμηθευτές φυσικού αερίου μέσω αγωγών της ΕΕ κατά τη διάρκεια του 2023 ήταν η Νορβηγία (29% των εισαγωγών), η Αλγερία (10%), η Ρωσία (8%), η Βρετανία (7%), το Αζερμπαϊτζάν (4%) και η Λιβυή (1%), ενώ το 40% των εισαγωγών καλύφθηκε μέσω LNG. Αυτό το 40% μεριδίου του υγροποιημένου φυσικού αερίου μοιράζονται οι ΗΠΑ (19%), χώρες της Αφρικής (8%), η Μέση Ανατολή (6%), η Ρωσία (6%) και άλλοι προμηθευτές (2%).
Ωστόσο, όπως επισημαίνουν και οι αναλυτές της Berenberg, πολλά θα κριθούν από τις θερμοκρασίες τον φετινό χειμώνα. Ο περσινός ήπιος χειμώνας βοήθησε την ΕΕ να αποθηκεύσει φυσικό αέριο, αλλά και τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, που δαπάνησαν λιγότερα για το ακριβό καύσιμο. Στην ανάλυση τονίζεται πως όσο οι θερμοκρασίες πέφτουν κάτω από το επίπεδο που πρέπει να λειτουργήσει η θέρμανση για τα νοικοκυριά, τόσο αυξάνονται οι λεγόμενες «ημέρες θέρμανσης». Έχει υπολογιστεί πως μια ετήσια αύξηση κατά 10% των «ημερών θέρμανσης» οδηγεί σε αύξηση της ετήσιας κατανάλωσης φυσικού αερίου κατά περίπου 6,5%.