THEPOWERGAME
Κορυφώνεται αυτή την εποχή η ζήτηση για το εθνικό μας ποτό, το ούζο, τον μεγάλο πρωταγωνιστή των ελληνικών αποσταγμάτων, που απολαμβάνει τη μερίδα του λέοντος στις εξαγωγές αλκοολούχων ποτών ενώ «κερδίζει» το τσίπουρο και τη ρακή στις πωλήσεις μέσω των σούπερ μάρκετ.
Αν και τα τελευταία διακινούνται σε μεγάλους όγκους και εκτός οργανωμένου εμπορίου, καθώς παράγονται κατά βάση σε μικρές οικογενειακές εγκαταστάσεις, είναι ενδεικτική η υπεροχή του ούζου. Στα σούπερ μάρκετ κατέγραφε διψήφια αύξηση στο πρώτο μισό του έτους, πριν ανοίξει η περίοδος υψηλής ζήτησης λόγω τουρισμού. Το τσίπουρο τους πρώτους μήνες του έτους σημείωνε χαμηλή μονοψήφια αύξηση πωλήσεων και η ρακή μικρή πτώση.
Μεσούσης της τουριστικής περιόδου κορυφώνεται η ζήτηση για ελληνικά αποστάγματα, με τα μηνύματα από νησιά και άλλους τουριστικούς προορισμούς να καλλιεργούν προσδοκίες στον κλάδο για μια αποδοτική χρονιά. H τάση φαίνεται πιο έντονη στο ούζο, καθώς εκατοντάδες ετικέτες προσδιορίζουν τόπους παραγωγής σε όλη την ελληνική επικράτεια. Από το Ούζο Πλωμαρίου Ισίδωρος Αρβανίτης, το Βαρβαγιάννη, το ούζο της ΕΒΑ, το ούζο της Ποτοποιίας Θράκης, μέχρι το Χιώτικο, το Καζανιστό και του Πιτσιλαδή, το ούζο αναγνωρίζεται ως το πιο δημοφιλές ελληνικό ποτό. Αποτελεί εξάλλου ναυαρχίδα για τις εξαγωγές και πολλοί ξένοι που επισκέπτονται την Ελλάδα ζητούν συγκεκριμένη ετικέτα όταν παραγγέλνουν σε εστιατόρια, ουζερί και μπαρ. Από την άλλη μεριά θα πρέπει να σημειωθεί ο ανταγωνισμός των επώνυμων με το χύμα και το ούζο ιδιωτικής ετικέτας, με πολλούς καταναλωτές να στρέφονται σε πιο οικονομικές επιλογές εν μέσω πληθωριστικών πιέσεων. Πάντως, σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, οι ανατιμήσεις τον τελευταίο χρόνο στο ούζο δεν ξεπερνούν το 1 ευρώ με 1,20 ευρώ ανά φιάλη 700 ml.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι το 2023 οι πωλήσεις ούζου θα διατηρήσουν τη δυναμική τους, ενώ παράγοντες της αγοράς μιλούν για νέο ρεκόρ εξαγωγών, παρά τις προκλήσεις που αναδύονται. Σημειώνεται ότι διαχρονικά ο κλάδος ποτοποιίας εξάγει πάνω από το 70% των προϊόντων του στις διεθνείς αγορές, με το ούζο να καταλαμβάνει το μεγαλύτερο μερίδιο. Μάλιστα κύριες αγορές προορισμού είναι η Γερμανία και το Ιράκ με μερίδιο περίπου 75% της συνολικής αξίας των εξαγωγών ούζου.
Σύμφωνα με στελέχη της αγοράς, το ούζο αν και έχει να ανταγωνιστεί αντίστοιχα ποτά από χώρες όπως η Ιταλία, η Ισπανία και η Γαλλία έχει καθιερωθεί διεθνώς λόγω της υψηλής ποιότητάς του. Αποτελεί διαχρονικά το κυριότερο εξαγόμενο προϊόν της ελληνικής ποτοποιίας, καταλαμβάνοντας το τελευταίο έτος (2022) το 61% της αξίας και το 70% της ποσότητας του συνόλου των εξαγωγών των ελληνικών αποσταγμάτων. Το 2022 καταγράφεται ποσοστιαία αύξηση της αξίας των εξαγωγών του διεθνώς κατά περίπου 12%. Την ίδια στιγμή οι εξαγωγές τσίπουρου/τσικουδιάς αν και αντιπροσωπεύουν ένα πολύ μικρό μερίδιο (περίπου 2% σε αξία & 1% σε ποσότητα) του συνόλου των εξαγωγών καταγράφουν σταθερή άνοδο.
Τα στοιχεία του Συνδέσμου Ελλήνων Παραγωγών Αποσταγμάτων Αλκοολούχων Ποτών (ΣΕΑΟΠ) δείχνουν ότι ο κλάδος της ποτοποιίας και της αποσταγματοποιίας είναι ένας από τους πιο εξωστρεφείς αναδεικνύοντας την ελληνική παράδοση σε όλο τον κόσμο, ενώ αποτελεί κινητήριο δύναμη για την εγχώρια οικονομία με ανοδική πορεία στις εξαγωγές.
Οι προκλήσεις και η εφαρμογή LOTify
Στο πλαίσιο αυτό αυξάνονται οι επενδύσεις στα παραδοσιακά αποσταγματοποιία και οι νέες γενιές που αναλαμβάνουν ευθύνες στις οικογενειακές επιχειρήσεις ενισχύουν την εξωστρέφειά τους. Εξάλλου, σύμφωνα με τον Χάρη Μαυράκη, πρόεδρο του ΣΕΑΟΠ, ο κλάδος συνεισφέρει αφενός μεν στην εθνική οικονομία με τους υψηλούς ειδικούς φόρους κατανάλωσης, αφετέρου δε στις τοπικές κοινωνίες, με τις θέσεις εργασίας τις οποίες δημιουργεί, ειδικά στην Περιφέρεια. Όπως επισήμανε σε πρόσφατη ενημερωτική εκδήλωση του Συνδέσμου, ποσοτικά, οι εξαγωγές των ελληνικών αλκοολούχων ποτών είναι σταθερά μεγαλύτερες από τις εισαγωγές, αλλά η αξία των εισαγομένων ποτών είναι σαφώς υψηλότερη από εκείνη των εξαγωγών. Στο πλαίσιο αυτό οι επιχειρήσεις του κλάδου καλούνται να δημιουργήσουν προστιθέμενη αξία και να επενδύσουν περισσότερο στην προβολή, το μάρκετινγκ και την εικόνα των προϊόντων τους.
Αναφερόμενος στις προκλήσεις με τις οποίες είναι αντιμέτωπος ο κλάδος αναφέρθηκε μεταξύ άλλων στην υποχρέωση καταχώρισης στοιχείων στο Ηλεκτρονικό Σύστημα Ταυτοποίησης Αλκοολούχων Ποτών – LOTify, που θα ξεκινήσει τον Οκτώβριο και θα επιβαρύνει γραφειοκρατικά αλλά και με πρόσθετα λειτουργικά κόστη τις μικρές εταιρείες που δεν διαθέτουν εξελιγμένα μηχανογραφικά συστήματα. Από την πλευρά της η ΑΑΔΕ προωθεί τα ψηφιακά εργαλεία για την πάταξη του λαθρεμπορίου και την εξοικονόμηση εσόδων ενώ θέση του αναδόχου (OnLine Data) της ψηφιακής εφαρμογής είναι ότι παρά τις δυσκολίες στόχος είναι η καταπολέμηση του λαθρεμπορίου στα αλκοολούχα ποτά.
Πάντως στην εκδήλωση του ΣΕΑΟΠ ο Θεόδωρος Λίζας, μέλος του συνδέσμου, εκφράζοντας τις απόψεις μικρών ποτοποιών σχετικά με τις δυσκολίες που θα αντιμετωπίζουν με την εφαρμογή LOTify, σημείωσε ότι την πλατφόρμα μπορούν να διαχειριστούν οι μεγάλες παραγωγικές και εισαγωγικές εταιρείες, επειδή γι’ αυτές είναι πιο εύκολη υπόθεση λόγω της μηχανοργάνωσης που διαθέτουν ενώ και το κόστος έχει μικρή αναλογία στο τζίρο τους.