THEPOWERGAME
Ο έντονος ανταγωνισμός αλλά και τα υψηλά λειτουργικά κόστη, λόγω των ανατιμήσεων σε πρώτες ύλες, υλικά συσκευασίας, ενέργεια, πιέζουν τα περιθώρια κέρδους στη βιομηχανία μπισκότων, αλλά η ζήτηση αποδεικνύεται ανθεκτική, ειδικά για προϊόντα υψηλής διατροφικής αξίας και ισχυρά brands.
Αυτό επιβεβαιώνει η εξέλιξη των μεγεθών ισχυρών παικτών της αγοράς, όπως της ιστορικής βιομηχανίας Ε.Ι. Παπαδόπουλος ΑΕ, με ιστορία 100 ετών, ο τζίρος της οποίας ξεπέρασε το 2022 τα 216 εκατ. ευρώ, με αύξηση 17%. Η εταιρεία, ωστόσο, εμφάνισε πτώση κερδοφορίας (9,6% σε επίπεδο καθαρών κερδών, μετά από φόρους στα 11,6 εκατ. ευρώ), καθώς απορρόφησε μεγάλο ποσοστό του αυξημένου κόστους που επωμίστηκε ως αποτέλεσμα της παγκόσμιας κρίσης. Περιόρισε τις αυξήσεις στις τελικές τιμές καταναλωτή σε ποσοστά σημαντικά χαμηλότερα από τον πληθωρισμό. Εν τω μεταξύ, κατάφερε να ενισχύσει περαιτέρω την παρουσία της στις διεθνείς αγορές, ανεβάζοντας τον αριθμό των χωρών στις οποίες δραστηριοποιείται στις 67 και πετυχαίνοντας διψήφιο ρυθμό ανάπτυξης του όγκου πωλήσεων.
Η επικεφαλής της εταιρείας, Ιωάννα Παπαδοπούλου, πρόεδρος και διευθύνουσα σύμβουλος, «σιδηρά κυρία», όπως είθισται να την αποκαλούν παράγοντες της αγοράς, αντιμετωπίζει τον ανταγωνισμό πολυεθνικών αλλά και τοπικών εταιρειών. Υπενθυμίζεται ότι βρέθηκε σε κόντρα με την εταιρεία Δερμίσης, η οποία διαθέτει τα μπισκότα Μιλένα, σε συσκευασία με χαρακτηριστικά που προσομοιάζουν, σύμφωνα με τη θέση της Ε.Ι. Παπαδόπουλος, με αυτά στα μπισκότα Μιράντα, που παράγει η ίδια. Αν και έχασε αυτήν τη δικαστική μάχη, φαίνεται να κερδίζει άλλες κόντρα στον εντεινόμενο ανταγωνισμό, στον οποίο συμβάλλει και η αύξηση του μεριδίου αγοράς των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας, που πριμοδοτεί ο πληθωρισμός και ευρύτερα οι συνθήκες στο τρέχον οικονομικό περιβάλλον.
Παρόμοιες τάσεις χαρακτηρίζουν τη δραστηριότητα και άλλων βιομηχανιών του κλάδου, όπως της Elbisco, με σήματα όπως το Αλλατίνη, παρουσία στην αγορά περίπου μισό αιώνα και τζίρο γύρω στα 120 εκατ. ευρώ. Υπενθυμίζεται ότι η πορεία της εταιρείας ξεκίνησε με την απόκτηση από τον Κυριάκο Φιλίππου της Ελληνικής Εταιρείας Μπισκότων, που προήλθε από την απόσχιση του κλάδου παραγωγής και εμπορίας καταναλωτικών αγαθών της Αλλατίνη και συνέχισε να αναπτύσσει τα προϊόντα με το σήμα «Αλλατίνη», τα οποία πλέον έχουν παρουσία σε πάνω από 25 χώρες.
Μερίδιο διεκδικούν και νέοι παίκτες στην αγορά, με αξιοσημείωτη την ανάπτυξη της Βιολάντα. Με έδρα τον νομό Τρικάλων και δραστηριότητα 20 ετών, έχει καταφέρει να κερδίσει μερίδια αγοράς ανταγωνιζόμενη τα ιστορικά σήματα. Με τζίρο γύρω στα 25 εκατ. ευρώ, η εταιρεία της οικογένειας Τζιωρτζιώτη βασίζει την ανάπτυξή της στην καινοτομία, έχοντας χτίσει σταδιακά ένα χαρτοφυλάκιο με πάνω από 130 προϊόντα, που έχουν πρόσβαση σε πάνω από 16.500 σημεία πώλησης στην Ελλάδα. Επενδύει συστηματικά στις παραγωγικές της εγκαταστάσεις, ενώ πέρα από τη Vita-free, εταιρεία που ειδικεύεται σε προϊόντα υγιεινής διατροφής, αναπτύσσει και τρίτο εργοστάσιο μπισκοτοποιίας.
Οι κυρίαρχοι της παγκόσμιας αγοράς
Σημειώνεται ότι οι πληθωριστικές πιέσεις αναδύουν προκλήσεις αλλά και ευκαιρίες για τη βιομηχανία μπισκότων, που επέδειξε ανθεκτικότητα ακόμη και κατά τη διάρκεια της πανδημίας, όταν οι καταναλωτές στράφηκαν σε είδη μεγάλης διάρκειας ζωής, συμπεριλαμβανομένων των μπισκότων. Βολικές συσκευασίες, υγιεινές επιλογές σνακ, μπισκότα με χαμηλά λιπαρά, χωρίς γλουτένη, με χαμηλούς υδατάνθρακες, βιολογικά και πλούσια σε φυτικές ίνες και είδη για παιδιά, γνωρίζουν ικανοποιητική ζήτηση τόσο στην τοπική αγορά, όσο και διεθνώς, όπου κυρίαρχοι παίκτες είναι η τουρκική Yildiz Holding Inc., οι αμερικανικές Mondelez International Inc. και Kellogg Company, καθώς και οι ITC Limited και Britannia Industries Limited από την Ινδία.
Χαρακτηριστική είναι και η επενδυτική κινητικότητα στον κλάδο, με ενδεικτική την ολοκλήρωση πέρυσι της εξαγοράς από τη Mondelez International της Chipita Global SA, λίγο μετά την απόκτηση της Gourmet Food Holdings Pty Ltd, μιας αυστραλιανής εταιρείας τροφίμων που προσφέρει premium μπισκότα και κράκερ. Η πολυεθνική έχει προχωρήσει σε 9 εξαγορές από το 2018.
Το μέγεθος της παγκόσμιας αγοράς μπισκότων εκτιμάται ότι αγγίζει τα 118 δισ. δολ. και προβλέπεται να αναπτύσσεται με μέσο ετήσιο ρυθμό 4,9% στην πενταετία (IMARC).