THEPOWERGAME
Ένας νέος όρος κάνει την εμφάνισή του τελευταία, κερδίζοντας έδαφος διεθνώς στη δημόσια συζήτηση για την ακρίβεια που αντιμετωπίζει η παγκόσμια οικονομία. Η λέξη greedflation (greed=απληστία + inflation=πληθωρισμός) περιγράφει τον πληθωρισμό που οφείλεται στην αισχροκέρδεια. Όσο οι τιμές συνεχίζουν να τρέχουν με τον ταχύτερο πληθωρισμό των τελευταίων σαράντα ετών, τόσο περισσότερο ακούγεται το greedflation σε κέντρα λήψης αποφάσεων όπως ο Λευκός Οίκος, το βρετανικό κοινοβούλιο και η Κομισιόν και αναφέρεται σε εκθέσεις επενδυτικών οίκων και διεθνών οργανισμών, όπως η UBS και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Οι απόψεις για τον ρόλο της αισχροκέρδειας διίστανται. Το ΔΝΤ εκτιμά ότι η απληστία των επιχειρήσεων παίζει σημαντικό ρόλο στην αύξηση των τιμών. Την άποψη αυτήν συμμερίζεται και η UBS, που πιστεύει ότι το πιο πρόσφατο κύμα πληθωρισμού οφείλεται στις αφορμές και στα καλύμματα που βρίσκουν οι επιχειρήσεις για να αυξήσουν τις τιμές και παράλληλα τα κέρδη τους. Η Capital Economics διαφωνεί, σημειώνοντας ότι η συζήτηση γύρω από την αισχροκέρδεια είναι παραπλανητική. Όσο ρίχνουμε την ευθύνη στις επιχειρήσεις, τόσο αυξάνεται ο κίνδυνος να μη βρούμε ποτέ λύσεις στις πραγματικές αιτίες της πληθωριστικής κρίσης, τονίζει η βρετανική εταιρεία οικονομικών μελετών. Επίσης, το κατηγορώ κατά των επιχειρήσεων θα μπορούσε να οδηγήσει στην εφαρμογή μέτρων που το μόνο που θα καταφέρουν είναι να μεγαλώσουν τις ανισορροπίες μεταξύ προσφοράς και ζήτησης.
Οι καταναλωτές δυσκολεύονται να καλύψουν οικονομικά τις ανάγκες τους απέναντι στον υψηλότερο πληθωρισμό από το 1980 και από τη στιγμή που οι συνεχόμενες αυξήσεις επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες δεν αποδίδουν τα επιθυμητά αποτελέσματα, η προσοχή στρέφεται στις τιμολογιακές πρακτικές των επιχειρήσεων. Με βάση τις εκτιμήσεις των ειδικών, ο πληθωρισμός στις ανεπτυγμένες οικονομίες είναι 2-3 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερος εξαιτίας της πολιτικής των επιχειρήσεων να διατηρούν αμετάβλητα τα περιθώρια κέρδους. Όμως αυτό δεν ενισχύει την κατηγορία ότι οι επιχειρήσεις έχουν αυξήσει τα περιθώρια κέρδους κι έτσι πυροδοτούν την άνοδο του πληθωρισμού. Υπάρχουν και επιχειρήσεις των οποίων τα περιθώρια έχουν αυξηθεί σημαντικά, ειδικά του κλάδου της ενέργειας, αλλά συνολικά οι επιχειρήσεις απλώς προστατεύουν τα περιθώριά τους, δεν τα διογκώνουν, αναφέρει η CE.
Αυτό που υποστηρίζουν οι ειδικοί είναι ότι οι επιχειρήσεις έχουν όλον αυτόν τον καιρό τη δυνατότητα να περνούν το αυξημένο κόστος πρώτων υλών και παραγωγής στους καταναλωτές και να μην απορροφούν ένα μέρος του. Η πολιτική αυτή αντανακλά τη γενικότερη ισχύ της συνολικής ζήτησης έναντι της προσφοράς και αυτό είναι που οδηγεί τον πληθωρισμό, ωστόσο οι πολίτες βλέπουν απλώς την ακρίβεια και επιρρίπτουν ευθύνες στις επιχειρήσεις.
Οι πολιτικοί γίνονται αποδέκτες των παραπόνων του κόσμου και καλούνται να λάβουν αποφάσεις και να εφαρμόσουν μέτρα που θα μετριάσουν τις αντιδράσεις. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, συντηρείται ένας φαύλος κύκλος που δεν λύνει, αλλά διαιωνίζει το πρόβλημα. Μια αισιόδοξη εξέλιξη είναι η μειωμένη ζήτηση λόγω της πιο περιοριστικής νομισματικής πολιτικής να αναγκάσει τις επιχειρήσεις να απορροφήσουν μέρος της ακρίβειας για να αυξήσουν τις πωλήσεις τους, μέσα από μια διαδικασία που θα επιτρέψει και στους καταναλωτές να προσαρμοστούν πιο γρήγορα στις νέες συνθήκες. Ο μεγάλος κίνδυνος, σύμφωνα με τους ειδικούς, είναι να μην προλάβουμε να φτάσουμε σε αυτό το σημείο και οι πολιτικοί να εφαρμόσουν μέτρα, όπως διάφορα πλαφόν στις τιμές. Οι κρατικές παρεμβάσεις θα θέσουν σοβαρά εμπόδια στην πλευρά της παραγωγής και θα επιτείνουν το ήδη μεγάλο πρόβλημα του πληθωρισμού.
Το συμπέρασμα είναι ότι χρειάζεται χρόνος για να περάσουν οι επιπτώσεις των μεγάλων αυξήσεων επιτοκίων στην πραγματική οικονομία, να μειωθεί η ζήτηση και να πέσουν οι τιμές, κάτι που δεν μπορεί να συμβεί από τη μία στιγμή στην άλλη, αλλά σταδιακά.