THEPOWERGAME
Τον κίνδυνο η συνεχής αύξηση επιτοκίων να «δυναμιτίσει» τον σχεδιασμό των εκδόσεων ομολόγων των ελληνικών τραπεζών επισημαίνει η Τράπεζα της Ελλάδος, στο πλαίσιο της έκθεσης για τη Νομισματική Πολιτική που κατατέθηκε στη Βουλή.
Αναλύοντας τους επιμέρους κινδύνους του ανοδικού επιτοκιακού περιβάλλοντος, το οποίο μάλιστα τείνει να συνεχίσει στην ίδια σφικτή πολιτική (αν και αυτό είναι πρώιμο να κριθεί από τώρα για το φθινόπωρο), η Τράπεζα της Ελλάδος δεν μπορεί να μην σταθεί και στην πιθανή αρνητική επίπτωση που θα έχει η συνεχόμενη αύξηση της καμπύλης, στο κόστος άντλησης κεφαλαίων των τραπεζών από τις διεθνείς αγορές.
Μία παράμετρος που από πέρυσι που ξεκίνησε η άνοδος των επιτοκίων (κατά 3,5% ως σήμερα) παίζει τον κυριότερο ρόλο στο πότε θα βρεθεί το «παράθυρο ευκαιρίας» για κάθε τραπεζικό όμιλο που θέλει να βγει στις αγορές και αν εκδώσει ομόλογα, στο πλαίσιο των MREL υποχρεώσεών του. Βήμα που ήδη τόλμησαν η Eurobank στις αρχές του έτους και η Alpha Bank λίαν προσφάτως, και που η αγορά προεξοφλεί ότι θα ακολουθήσουν η Πειραιώς και η Εθνική Τράπεζα, εξαργυρώνοντας το εκλογικό αποτέλεσμα της σταθερής κυβέρνησης και την επενδυτική βαθμίδα που είναι προ των πυλών.
Όπως πρόσφατα έγραψε το powergame.gr είναι πολύ κοντά στο να ανακοινωθούν νέες εκδόσεις, η Τράπεζα Πειραιώς το μελετάει και μόλις θεωρήσει κατάλληλη τη στιγμή από πλευράς τιμολόγησης, θα βγει με νέα έκδοση senior preferred, αφήνοντας την έκδοση υβριδικού για το 2024, όπως απάντησε η διοίκηση σε σχετικό ερώτημα μετόχου κατά την πρόσφατη ετήσια γενική συνέλευση της Τράπεζας.
ΤτΕ: Η επενδυτική βαθμίδα θα οδηγήσει σε συγκράτηση κόστους δανεισμού
Αυτό που θα σώσει την κατάσταση από το ακριβό και πιθανόν απαγορευτικό κάποιες στιγμές κόστος των εκδόσεων από την άνοδο των επιτοκίων, είναι προφανώς η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας.
Σύμφωνα με την επίσημη θέση της Τράπεζας της Ελλάδος:
«Το περιβάλλον υψηλών επιτοκίων καθίσταται σημαντικός κίνδυνος, καθώς θα συνεχίζονται οι εκδόσεις ομολόγων των ελληνικών τραπεζών με σκοπό την κάλυψη της Ελάχιστης Απαίτησης Ιδίων Κεφαλαίων και Επιλέξιμων Υποχρεώσεων (MREL).
Σε αυτό το περιβάλλον, η αναβάθμιση του Ελληνικού Δημοσίου στην Επενδυτική Κατηγορία θα αποτελούσε σημαντική εξέλιξη και για τις τράπεζες, καθώς αναμένεται ότι θα οδηγήσει σε αναβαθμίσεις των πιστοληπτικών αξιολογήσεων των ελληνικών τραπεζών, γεγονός που θα συμβάλει στη συγκράτηση του κόστους δανεισμού τους από τις διεθνείς κεφαλαιαγορές».
Άλλωστε αυτό συνέβη ήδη το 2022 και τους πρώτους μήνες του 2023. Η απόσταση της πλέον ευνοϊκής μακροπρόθεσμης πιστοληπτικής αξιολόγησης της κάθε σημαντικής τράπεζας σε επίπεδο ομίλου από την επενδυτική κατηγορία έχει διαμορφωθεί σε 3 βαθμίδες για τη Eurobank και την Εθνική Τράπεζα (ΒΒ-), 4 βαθμίδες για την Alpha Bank (Β+) και 5 βαθμίδες για την Τράπεζα Πειραιώς (Β2).
Σε ότι αφορά την κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών, οι αντίστοιχοι δείκτες που εποπτεύονται από τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό (Single Supervisory Mechanism ‒ SSM) εμφάνισαν ελαφρά υποχώρηση το Δεκέμβριο του 2022 σε σχέση με το Δεκέμβριο του 2021.
Σύμφωνα με ειδικότερα στοιχεία της ΕΚΤ (Supervisory Banking Statistics) ο Δείκτης Κεφαλαίου Κοινών Μετοχών (CET1) της αγοράς διαμορφώθηκε σε 15,3% το Δεκέμβριο του 2022 από 15,6% το Δεκέμβριο του 2021 και ο Συνολικός Δείκτης Κεφαλαίου (TCR) σε 19,3% το Δεκέμβριο του 2022 από 19,6% το Δεκέμβριο του 2021.
MREL: Νέα κεφάλαια 6,7 δισ. ευρώ ως το τέλος του 2025
Όπως σημειώνεται στην Έκθεση Νομισματικής Πολιτική, το 2023 οι σημαντικές ελληνικές τράπεζες συνέχισαν να εκδίδουν ομόλογα με σκοπό την κάλυψη της Ελάχιστης Απαίτησης Ιδίων Κεφαλαίων και Επιλέξιμων Υποχρεώσεων (MREL).
Συγκεκριμένα, η Eurobank πραγματοποίησε μία έκδοση ομολόγου υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας 500 εκατ. ευρώ με επιτόκιο 7,0% και διάρκεια 6 έτη, ενώ η Alpha Bank μία έκδοση ομολόγου μειωμένης εξασφάλισης AT1 ύψους 400 εκατ. ευρώ με τοκομερίδιο 11,875% χωρίς τακτή ημερομηνία λήξης και μία έκδοση ομολόγου υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας 70 εκατ. ευρώ με επιτόκιο 6,75% και διάρκεια 6 έτη.
Με βάση τα στοιχεία του Ενιαίου Συμβουλίου Εξυγίανσης (SRB MREL Dashboard 2022:Q4), και τις εκδόσεις που πραγματοποιήθηκαν το 2023 έως τις 15 Ιουνίου, απομένουν περίπου 6,7 δισεκ. ευρώ που πρέπει να καλυφθούν από αντίστοιχες ομολογιακές εκδόσεις ή άλλους τύπους επιλέξιμων στοιχείων παθητικού έως το τέλος του 2025.
Έχοντας αυτό τον στόχο και το χρονοδιάγραμμα κατά νου, οι μεγάλες συστημικές τράπεζες προγραμματίζουν τα δικά τους βήματα. Και όσο και αν η άνοδος των επιτοκίων αποτελεί ένα καμπανάκι κινδύνου που ορθώς κρούει η εποπτεύουσα αρχή, τα επιτελεία των τραπεζών δεν δείχνουν να ανησυχούν, ούτε να βιάζονται, καθώς ως επί το πλείστον έχουν καλύψει το μεγαλύτερο μέρος των απαιτήσεων.
Το κόστος βέβαια παραμένει σημαντικός παράγοντας, εξ ου και τα «παράθυρα ευκαιρίας» στα οποία προσβλέπουν.