THEPOWERGAME
Η ΕΕ κινδυνεύει να μείνει πίσω στην προσπάθειά της να καταστεί ισχυρή δύναμη στις μπαταρίες παγκοσμίως στον τομέα της ηλεκτροκίνησης, σύμφωνα με έκθεση που δημοσιεύει το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο (ΕΕΣ), παρόλο που η βιομηχανική πολιτική των Βρυξελλών σε αυτό το κομμάτι της πράσινης ενέργειας έχει προωθηθεί αποτελεσματικά τα τελευταία χρόνια.
Η πρόσβαση στις πρώτες ύλες εξακολουθεί να αποτελεί σημαντικό τροχοπέδη, μαζί με την αύξηση του κόστους και τον έντονο παγκόσμιο ανταγωνισμό, καθώς η «μάχη της μπαταρίας» γίνεται όλο και πιο έντονη, καθώς η ανάγκη για στροφή σε βιώσιμη ανάπτυξη και πράσινη ενέργεια γίνεται επιτακτική ελέω κλιματικής αλλαγής.
Ως εκ τούτου, οι προσπάθειες της ΕΕ να αυξήσει την ικανότητα παραγωγής μπαταριών ενδέχεται να μην επαρκούν για την κάλυψη της αυξανόμενης ζήτησης, γεγονός που σημαίνει ότι μπορεί να μην καταφέρει να επιτύχει τον στόχο για μηδενικές εκπομπές έως το 2035, όπως προειδοποιεί το ΕΕΣ.
Κίνα, ο μεγάλος αντίπαλος της ΕΕ στις μπαταρίες
Σχεδόν 1 στα 5 νέα αυτοκίνητα που ταξινομήθηκαν στην ΕΕ το 2021 διέθεταν ηλεκτρικό ρευματολήπτη και η πώληση νέων βενζινοκίνητων και πετρελαιοκίνητων αυτοκινήτων θα απαγορεύεται από το 2035 και εξής. Επομένως, οι μπαταρίες έχουν αναδειχτεί σε στρατηγική επιταγή για την ΕΕ.
Ωστόσο, η ευρωπαϊκή βιομηχανία μπαταριών υστερεί σε σχέση με τους παγκόσμιους ανταγωνιστές της, ιδίως την Κίνα, η οποία αντιπροσωπεύει το 76% της παγκόσμιας παραγωγικής ικανότητας. Ώθηση, πάντως, στην προσπάθεια της ΕΕ να καταστεί υπερδύναμη στις μπαταρίες παγκοσμίως έδωσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, δημοσιεύοντας το 2018 το στρατηγικό σχέδιο δράσης στον συγκεκριμένο τομέα. Σε μεγάλο βαθμό η Κομισιόν έχει υλοποιήσει τα μέσα του σχεδίου με καίρια σημασία για τη στήριξη του κλάδου, συμπεριλαμβανομένων της στρατηγικής ηγεσίας, της νομοθεσίας και της χρηματοδότησης.
«Η ΕΕ δεν πρέπει να περιέλθει στην ίδια θέση εξάρτησης με τις μπαταρίες, όπως με το φυσικό αέριο. Διακυβεύεται η οικονομική κυριαρχία της» δήλωσε η Annemie Turtelboom, μέλος του ΕΕΣ και αρμόδια για τον έλεγχο. Και πρόσθεσε: «Με τα σχέδια της ΕΕ που βάζουν τέλος στις πωλήσεις νέων βενζινοκίνητων και πετρελαιοκίνητων αυτοκινήτων από το 2035, η ΕΕ ποντάρει σε μεγάλο βαθμό στις μπαταρίες. Ενδεχομένως βέβαια να υστερεί σημαντικά όσον αφορά την πρόσβαση στις πρώτες ύλες, την ελκυστικότητα για τους επενδυτές και το κόστος».
Σημαντικές επενδύσεις στη βιομηχανία μπαταριών αλλά απουσία κεντρικού σχεδιασμού
Μεταξύ του 2014 και του 2020, η βιομηχανία των μπαταριών έλαβε τουλάχιστον 1,7 δισεκατομμύρια ευρώ σε επιχορηγήσεις και εγγυήσεις δανείων από την ΕΕ, στις οποίες ήρθαν να προστεθούν κρατικές ενισχύσεις ύψους έως και 6 δισεκατομμυρίων ευρώ, οι οποίες εγκρίθηκαν μεταξύ 2019 και 2021, κυρίως στη Γερμανία, τη Γαλλία και την Ιταλία. Ωστόσο, το ΕΕΣ διαπίστωσε ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν διαθέτει συνολική εικόνα της δημόσιας στήριξης που παρέχεται στη βιομηχανία, γεγονός που εμποδίζει τον κατάλληλο συντονισμό και τη στόχευση.
Η ικανότητα παραγωγής μπαταριών στην ΕΕ αναπτύσσεται με ταχείς ρυθμούς, με δυνατότητα αύξησης από 44 GWh το 2020 σε 1.200 GWh έως το 2030. Ωστόσο, τίποτα δεν εγγυάται ότι η προβολή αυτή θα γίνει πραγματικότητα μιας και θα μπορούσε να τεθεί σε κίνδυνο από γεωπολιτικούς και οικονομικούς παράγοντες.
Οι τρεις κίνδυνοι που μπορούν να εκτροχιάσουν τον ευρωπαϊκό σχεδιασμό
- Οι κατασκευαστές μπαταριών ενδέχεται να εγκαταλείψουν την ΕΕ, στρεφόμενοι προς άλλες περιοχές, ιδίως τις ΗΠΑ, μια χώρα που τους προσφέρει σημαντικά κίνητρα. Σε αντίθεση με την ΕΕ, οι ΗΠΑ προσφέρουν άμεσες επιδοτήσεις στην παραγωγή ορυκτών και μπαταριών, καθώς και την αγορά ηλεκτρικών οχημάτων που κατασκευάζονται στις ΗΠΑ με τη χρήση αμερικανικών εξαρτημάτων.
- Η ΕΕ εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις εισαγωγές πρώτων υλών, ως επί το πλείστον από λίγες χώρες, με τις οποίες δεν έχει συνάψει εμπορικές συμφωνίες: Το 87% των εισαγωγών ακατέργαστου λιθίου προέρχεται από την Αυστραλία, το 80% των εισαγωγών μαγγανίου από τη Νότια Αφρική και τη Γκαμπόν, το 68% των εισαγωγών ακατέργαστου κοβαλτίου από τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό και το 40% των εισαγωγών ακατέργαστου φυσικού γραφίτη από την Κίνα. Αν και η Ευρώπη διαθέτει πολλά αποθέματα ορυκτών, ο χρόνος που μεσολαβεί από την ανακάλυψή τους έως την παραγωγή τους είναι τουλάχιστον 12-16 χρόνια, γεγονός που καθιστά αδύνατη την ταχεία ανταπόκριση στην αύξηση της ζήτησης. Ωστόσο, οι ισχύουσες συμβατικές ρυθμίσεις εξασφαλίζουν συνήθως τον εφοδιασμό με πρώτες ύλες μόνο για 2 ή 3 έτη μελλοντικής παραγωγής. Φέτος τον Μάρτιο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε πράξη για τις κρίσιμες πρώτες ύλες για την αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης, όπως επισημαίνει το ΕΕΣ.
- Η ανταγωνιστικότητα της παραγωγής μπαταριών στην ΕΕ μπορεί να τεθεί σε κίνδυνο από την αύξηση των τιμών των πρώτων υλών και της ενέργειας. Στα τέλη του 2020, το κόστος μιας συστοιχίας μπαταριών (200 ευρώ ανά kWh) ήταν υπερδιπλάσιο από το προβλεπόμενο ποσό. Μόνο τα τελευταία δύο χρόνια, η τιμή του νικελίου αυξήθηκε κατά περισσότερο από 70 % και του λιθίου κατά 870 %.
Το καλό και το κακό σενάριο για τις μπαταρίες στην ΕΕ
Το ΕΕΣ επικρίνει επίσης την έλλειψη ποσοτικοποιημένων, χρονικά προσδιορισμένων στόχων. Μέχρι το 2030, αναμένεται να κυκλοφορούν στους ευρωπαϊκούς δρόμους περί τα 30 εκατομμύρια οχήματα μηδενικών εκπομπών, ενώ είναι πιθανό σχεδόν όλα τα νέα οχήματα που θα ταξινομηθούν από το 2035 και μετά να λειτουργούν με μπαταρία. Ωστόσο, η τρέχουσα στρατηγική της ΕΕ δεν αξιολογεί την ικανότητα της βιομηχανίας μπαταριών να ανταποκριθεί σε αυτήν τη ζήτηση.
Συνολικά, το ΕΕΣ προειδοποιεί ότι υπάρχουν δύο πιθανά χειρότερα σενάρια σε περίπτωση που η ικανότητα παραγωγής μπαταριών της ΕΕ δεν αυξηθεί, σύμφωνα με τις προβλέψεις. Αναλυτικά:
- Η ΕΕ θα μπορούσε να υποχρεωθεί να μεταθέσει την απαγόρευσή της αναφορικά με τα οχήματα με κινητήρες καύσης πέραν του 2035, με αποτέλεσμα να μην επιτύχει τους στόχους της για ουδέτερο ισοζύγιο άνθρακα.
- Προκειμένου να καταφέρει να έχει έναν στόλο μηδενικών εκπομπών μέχρι το 2035, η ΕΕ είναι πιθανό να αναγκαστεί να καταφύγει σε μεγάλο βαθμό σε μπαταρίες και ηλεκτρικά οχήματα που παράγονται εκτός της επικράτειάς της, εις βάρος της ευρωπαϊκής αυτοκινητοβιομηχανίας και του εργατικού δυναμικού της.