THEPOWERGAME
Μεμονωμένες εξελίξεις συνθέτουν το παζλ ενός ανασφαλούς οικονομικού κλίματος και επιβεβαιώνουν τις εκτιμήσεις αναλυτών για μια παρατεταμένη περίοδο με υποτονικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Η μεγάλη αύξηση των επιτοκίων από τον περσινό Μάρτιο και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, μαζί με την τεταμένη γεωπολιτική ατμόσφαιρα που έχει δημιουργηθεί από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, φρέναραν τη δυναμική ανάκαμψης που είχε δημιουργηθεί με την έναρξη των εμβολιασμών κατά της νόσου Covid-19 και τη σταδιακή αποκατάσταση της ομαλότητας.
Αναφερόμενοι στο κύμα περικοπών προσωπικού από τους τραπεζικούς κολοσσούς των ΗΠΑ, αναλυτές της Wall Street κάνουν λόγο για μια από τις πιο δύσκολες περιόδους στην αγορά εργασίας του κλάδου μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008. Στην Αγγλία και την Ουαλία, οι χρεοκοπίες επιχειρήσεων αυξήθηκαν κατά 40% μέσα στο πρώτο πεντάμηνο του έτους σε σχέση με έναν χρόνο πριν. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, καταγράφηκε η πτώχευση 2.552 επιχειρήσεων τον περασμένο μήνα, έναντι των 1.825 έναν χρόνο πριν. Είναι, δε, διπλάσιες σε σχέση με τον Μάιο του 2019.
Πάνω από 11.000 απολύσεις στη Wall Street μέσα στο 2023
Στις ΗΠΑ, αναλυτικά, οι Citigroup, Goldman Sachs και Morgan Stanley μειώνουν το εργατικό δυναμικό τους κατά χιλιάδες, ανατρέποντας έως έναν βαθμό προσλήψεις που είχαν γίνει στον απόηχο της πανδημίας. Τότε οι μεγάλοι εργοδότες του αμερικανικού τραπεζικού κλάδου αναζητούσαν στελέχη, καθώς ήθελαν να επωφεληθούν στο έπακρο από τη μεγάλη ρευστότητα που είχαν διοχετεύσει οι κεντρικές τράπεζες για να στηρίξουν τις οικονομίες. Έως και τα τέλη του α’ τριμήνου, το συνολικό προσωπικό των JPMorgan Chase, Bank of America, Morgan Stanley και Citi ανέρχονταν στα 882.000 άτομα, αντανακλώντας μια αύξηση κατά 100.000 άτομα από τα τέλη Μαρτίου του 2020.
Όμως, εδώ και ένα 15μήνο η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) μαζί με την Τράπεζα της Αγγλίας και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) έχουν ακριβύνει το κόστος δανεισμού κατά εκατοντάδες μονάδες βάσης. Και σήμερα είναι πια πληκτική η απόδοση των χρηματιστηριακών αγορών, ο πληθωρισμός παραμένει υψηλός σε σχέση με προηγούμενα έτη και η άνοδος των αποδόσεων στις ομολογιακές αγορές αποθαρρύνει τις εταιρείες από το να προχωρήσουν σε νέες εκδόσεις. Σύμφωνα με στοιχεία της Refinitiv και τους Financial Times, οι προμήθειες από την επενδυτική τραπεζική υποχώρησαν κατά 16% στα 43,7 δισ. δολάρια μέσα στο πρώτο πεντάμηνο του έτους.
Οι απολύσεις στη Wall Street θα ξεπεράσουν τους 11.000 μέσα στο 2023, υπολογίζει η βρετανική εφημερίδα. Η Citigroup ανακοίνωσε αυτήν την εβδομάδα πως θα έχει ολοκληρώσει σχέδια για τη μείωση του προσωπικού κατά 5.000 άτομα μέχρι τα τέλη του β’ τριμήνου. Επιπλέον, η πρόσφατη κρίση που ξέσπασε στις περιφερειακές τράπεζες των ΗΠΑ έπαιξε αρνητικό ρόλο σε ένα ήδη απαισιόδοξο περιβάλλον.
Απογοητευτική η ανάκαμψη της Κίνας
Στην Ευρωζώνη, η τόνωση της βιομηχανικής παραγωγής τον Απρίλιο εκτιμάται πως δεν θα είναι αρκετή για να πυροδοτήσει μια δυναμική ανάκαμψη μετά την τεχνητή ύφεση που σημειώθηκε το προηγούμενο εξάμηνο. Παράλληλα, η κινεζική οικονομία δεν αποκομίζει τα οφέλη που ανέμενε από την κατάργηση της πολιτικής μηδενικής ανοχής κρουσμάτων που εφάρμοζε επί μια τριετία.
Δεν αποκλείεται οι δυσμενείς συνθήκες στον κατασκευαστικό κλάδο, ο οποίος καταλαμβάνει το 30% της συνολικής οικονομικής δραστηριότητας, να αποδυναμώσουν την προοπτική ανάπτυξης όλης της χώρας. Αναλυτές της αγοράς φοβούνται πως η πτώση των τιμών στην αγορά κατοικιών το τελευταίο 14μηνο θα είναι η μεγαλύτερη που έχει καταγραφεί από το 2011, ενώ η ολοκλήρωση κτιρίων επιβραδύνθηκε κατά 24% τον Μάιο, ύστερα από πτώση 42% έναν μήνα πριν.
Αξίζει να θυμίσουμε πως τον περασμένο Απρίλιο το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) προέβλεψε πως ο ρυθμός ανάπτυξης στην παγκόσμια οικονομία θα επιβραδυνθεί φέτος στο 2,8%, από το 3,4% το 2022. Έκανε λόγο για αισθητή αναχαίτιση της οικονομικής δραστηριότητας στον ανεπτυγμένο κόσμο, με την ανάπτυξη να ενισχύεται μόνον κατά 1,3% από το 2,7% το 2022, ενώ η ανάπτυξη στην Κίνα προβλέπεται πως θα διαμορφωθεί στο 4,5%.