THEPOWERGAME
Μείωση του κόστους δανεισμού για τη ναυτιλία προβλέπει για το δεύτερο εξάμηνο του 2023, η εξειδικευμένη πλατφόρμα ναυτιλιακών χρηματοδοτήσεων Οceanis από τη Γερμανία. Σε σχετική της έκθεση, επισημαίνει ότι οι προοπτικές του τομέα της ναυτιλιακής χρηματοδότησης παραμένουν θετικές για το υπόλοιπο 2023, καθώς επικρατεί πολύ έντονος ανταγωνισμός μεταξύ των τραπεζών και των υπολοίπων φορέων που δραστηριοποιούνται στη ναυτιλιακή χρηματοδότηση (π.χ. εταιρείες leasing, εναλλακτικά επενδυτικά funds), προκειμένου να μεγεθύνουν τα χαρτοφυλάκια δανείων τους και να αποκτήσουν μεγαλύτερη έκθεση στον κλάδο.
Η εξέλιξη αυτή αποτελεί ένα ιδιαίτερα χαρμόσυνο νέο, εν μέσω του υφιστάμενου περιβάλλοντος των υψηλών επιτοκίων, καθώς ανοίγει ένα σημαντικό «παράθυρο» εξασφάλισης χαμηλότερου κόστους χρηματοδότησης για τους πλοιοκτήτες, που αναζητούν κεφάλαια για τη μεγέθυνση, ή την ανανέωση του στόλου τους. Σύμφωνα με την έκθεση της γερμανικής πλατφόρμας, ο ανταγωνισμός μεταξύ των πιστωτών, αναμένεται να περιορίσει τα περιθώριά τους, μειώνοντας τελικά το επιτόκιο για τους πλοιοκτήτες.
Υπενθυμίζεται ότι κατά τη διάρκεια του 2022 και σύμφωνα με τα στοιχεία του μεγαλύτερου ναυλομεσιτικού οίκου παγκοσμίως, οι Έλληνες πλοιοκτήτες επένδυσαν 13,5 δισ. δολάρια τόσο για ναυπηγήσεις νέων πλοίων όσο και για αγορές μεταχειρισμένων πλοίων. Ειδικότερα, η αξία των παραγγελιών ανήλθε σε 7,9 δισ. δολάρια και αφορούσαν σε 100 πλοία συνολικής μεταφορικής ικανότητας 6,7 εκατ. dwt. Εξ αυτών, τα 38 ήταν πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων, 22 φορτηγά πλοία και 18 ήταν δεξαμενόπλοια.
Αντίστοιχα, κατά την Allied Shipbroking αποκτήθηκαν 254 μεταχειρισμένα πλοία, αντί συνολικού ποσού 5,6 δισ. δολαρίων. Επίσης, κατά τη διάρκεια του φετινού πρώτου τριμήνου, τα ελληνικά συμφέροντα έχουν επενδύσει επιπλέον 4 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 2,8 δισ. αφορούν νεότευκτα πλοία και 1,2 δισ. ευρώ αφορούν αγορές υφιστάμενων πλοίων.
Το μεγαλύτερο όφελος αναμένεται να έχει ο τομέας των δεξαμενόπλοιων, όπου κυριολεκτικά ο ανταγωνισμός μεταξύ των εταιρειών χρηματοδότησης θα είναι ανελέητος. Σύμφωνα με τον γενικό διευθυντή της Oceanis, Erlend Sommerfelt Hauge, «το εύρος των επιτοκίων δέχεται πολύ ισχυρή καθοδική πίεση, καθώς οι τράπεζες αναλαμβάνουν μεγαλύτερο ρίσκο, σε ό,τι αφορά τα δεξαμενόπλοια. Ευκαιρίες για τους πλοιοκτήτες θα υπάρξουν και στους τομείς των φορτηγών πλοίων και των πλοίων μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων, αλλά θα είναι λιγότερες».
Η προτίμηση αυτή προς τα δεξαμενόπλοια έχει την εξήγησή της. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων εβδομάδων, η συγκεκριμένη αγορά έχει ανακάμψει σημαντικά, παρά τις κατά καιρούς έντονες διακυμάνσεις της ναυλαγοράς. Ωστόσο, η σημαντική αύξηση των τιμών των πλοίων, έχει περιορίσει και το ποσοστό της διαθέσιμης χρηματοδότησης, καθώς κατά μέσο όρο χρηματοδοτείται περίπου το 65% της αξίας του -προς αγορά- πλοίου, από 70% στις αρχές του 2023. Η εικόνα αυτή όμως μπορεί να διαφοροποιηθεί άρδην, ανάλογα με τον τρόπο εκμετάλλευσης του πλοίου.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Oceanis, αν το πλοίο απασχοληθεί μέσω μεσοπρόθεσμης, ή και μακροπρόθεσμης χρονοναύλωσης, κάτι που εξασφαλίζει σταθερές και υψηλές ροές εσόδων, οι τράπεζες και άλλοι δανειστές διαφοροποιούν τη στρατηγική τους και επιτρέπουν πολύ υψηλά ποσοστά χρηματοδότησης της αγοράς, έως και 120% της διαχρονικής μέσης αξίας της εκάστοτε κατηγορίας πλοίου. Το στοιχείο αυτό προσφέρει μεγαλύτερη ευελιξία και στους πλοιοκτήτες, που επιχειρούν να χρηματοδοτήσουν τέτοιες αγορές, οι οποίες -μέχρι και πριν από έναν χρόνο- δεν θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν πάνω από 70% της διαχρονικής μέσης αξίας.