THEPOWERGAME
«Έπειτα από περισσότερο από μια δεκαετία προγραμμάτων διάσωσης και επώδυνων μέτρων λιτότητας, η Ελλάδα έχει ανακάμψει», τονίζουν οι βρετανικοί Financial Times σε εκτενές άρθρο με τίτλο «Η “μεγαλύτερη στροφή” της Ελλάδας: από τα σκουπίδια στην επενδυτική βαθμίδα».
Πάνω από μια δεκαετία αφότου τα προγράμματα διάσωσης και τα μέτρα λιτότητας τράβηξαν την Ελλάδα από το χείλος της χρεοκοπίας και την έξοδο από την Ευρωζώνη, η χώρα έχει ανακάμψει και βρίσκεται στο κατώφλι της ανάκτησης της επενδυτικής της βαθμολογίας, τονίζεται.
Οι FT αναφέρονται στην αξιολόγηση του οίκου Standard & Poor’s, που άλλαξε πρόσφατα την προοπτική του για τη χώρα από σταθερή σε θετική, επισημαίνοντας ότι «μια πλήρης αναβάθμιση θα έβαζε την Ελλάδα στο τριπλάσιο Β μείον, τη χαμηλότερη αξιολόγηση επενδυτικής βαθμίδας του οίκου αξιολόγησης». Σε αυτό το σημείο αναφέρει πως δεν είναι λίγοι αυτοί, συμπεριλαμβανομένου του διοικητή της ΤτΕ, Γιάννη Στουρνάρα, που προεξοφλούν την απόκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, «εάν η νέα κυβέρνηση συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις και διατηρήσει την πολιτική σταθερότητα».
Και σχολιάζουν πως, αν και δημοσκοπικά, το κυβερνών κόμμα της ΝΔ διατηρεί προβάδισμα περίπου 6,5 ποσοστιαίων μονάδων έναντι του ΣΥΡΙΖΑ, «αναμένεται να δυσκολευτεί να σχηματίσει κυβέρνηση μετά τον πρώτο γύρο των εκλογών, με τους Έλληνες να επιστρέφουν για δεύτερο γύρο τον Ιούλιο». Μάλιστα, παραθέτει και τη δήλωση του Φωκίωνα Καραβία, CEO της Eurobank, με την οποία υποστηρίζει ότι η επιστροφή στην επενδυτική βαθμίδα -με την οποία είναι άρρηκτα συνδεδεμένα όχι μόνο το κόστος δανεισμού της κυβέρνησης, αλλά και των τοπικών δανειστών και επιχειρήσεων- θα σηματοδοτούσε «τη μεγαλύτερη ανάκαμψη στο ευρωπαϊκό χρηματοπιστωτικό σύστημα». «Υπήρχαν πολλές φωνές που ζητούσαν την έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη. Υποστήριζαν ότι το χρέος της χώρας δεν θα ήταν ποτέ βιώσιμο, ότι θα είναι αδύνατον να επιτευχθούν πρωτογενή πλεονάσματα και ότι το τραπεζικό της σύστημα δεν θα μπορέσει να μειώσει το απόθεμα των επισφαλών δανείων», είπε. Και πρόσθεσε: «Στο τέλος, τίποτα δεν είναι αδύνατο».
Όπως σχολιάζουν οι Financial Times, «έπειτα από χρόνια ως το προβληματικό παιδί της Ευρώπης, η ανάπτυξη στην Ελλάδα πλέον εκτοξεύεται. Η οικονομία πραγματοποίησε μία από τις ισχυρότερες ανακάμψεις από την πανδημία Covid-19, με το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν να αυξάνεται κατά 8,4% το 2021 και 5,9% πέρυσι. Τα στοιχεία της Eurostat, της στατιστικής υπηρεσίας της ΕΕ, δείχνουν ότι η Ελλάδα κατέγραψε πρωτογενές δημοσιονομικό πλεόνασμα 0,1% το 2022. Το ποσό των δανείων που είναι πλέον μη εξυπηρετούμενα στους ισολογισμούς των τραπεζών μειώθηκε περισσότερο από 50% από το 2016, με κλείσιμο στο 7%».
Και συνεχίζουν: «Οικονομολόγοι σε οίκους αξιολόγησης και επενδυτικές τράπεζες, όπως η Goldman Sachs, αναμένουν ότι η Ελλάδα θα συνεχίσει να έχει καλύτερες επιδόσεις έναντι της Ευρωζώνης φέτος και το επόμενο έτος. Απέχει πολύ από τον Φεβρουάριο του 2012, όταν η πιστοληπτική ικανότητα της χώρας πλησίασε στη χαμηλότερη βαθμολογία -επιλεκτική χρεοκοπία- έπειτα από μια κρίση χρέους που απείλησε να διαλύσει την Ευρωζώνη. Η έλλειψη επενδυτικής βαθμίδας είχε αποτέλεσμα υψηλότερο κόστος χρηματοδότησης και σήμαινε ότι για ένα διάστημα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είχε απαγορευτεί να αγοράσει ελληνικό χρέος ως μέρος των προγραμμάτων αγοράς ομολόγων πολλών τρισεκατομμυρίων ευρώ για τη σταθεροποίηση της οικονομίας του μπλοκ».
Η Ελλάδα βρίσκεται στο κατώφλι της ανάκτησης της επενδυτικής της βαθμίδας
Όπως, λοιπόν, σημειώνει χαρακτηριστικά, η βρετανική εφημερίδα, «η Ελλάδα βρίσκεται στο κατώφλι της ανάκτησης της επενδυτικής της βαθμίδας». Ωστόσο, προσθέτει πως «το να φτάσουμε σε ένα σημείο όπου η επανένταξη για απόκτηση της επενδυτικής βαθμίδας -ένα καθεστώς που απονέμεται από την S&P σε μόλις 70 χώρες- θα ήταν μια πραγματική πιθανότητα, είναι δύσκολο».
Πάνω από μια δεκαετία μετά τη… χρεοκοπία, οι εργαζόμενοι παραμένουν σε πολύ χειρότερη θέση
«Τα επώδυνα μέτρα λιτότητας έχουν αφήσει το στίγμα τους σε μια χώρα που έχει πλέον ένα από τα υψηλότερα ποσοστά σχετικής φτώχειας στην ΕΕ. Μέχρι πριν από λίγες εβδομάδες, όταν αυξήθηκε από 832 ευρώ σε 910 ευρώ τον μήνα, ο κατώτατος μισθός είναι χαμηλότερος απ’ ό,τι πριν από 12 χρόνια», σχολιάζει και προσθέτει: «Πάνω από μια δεκαετία μετά τη… χρεοκοπία της Ελλάδας, οι εργαζόμενοι παραμένουν σε πολύ χειρότερη θέση».
«Αφού συρρικνώθηκε σχεδόν κατά ένα τέταρτο από το peak της στο ναδίρ της, η παραγωγή της Ελλάδας παραμένει σημαντικά κάτω από τα προ της κρίσης επίπεδα», σχολιάζουν οι FT και παραθέτουν τις εκτιμήσεις του Γιώργου Χουλιαράκη, ο οποίος θεωρεί πως η επιστροφή στην κορυφή «χρειάζεται ακόμη μια δεκαετία», ενώ μόνο «ένα σοβαρό πολυετές επενδυτικό σχέδιο σε ανθρώπινο κεφάλαιο, βασικές υποδομές και υπηρεσίες υγείας» θα ενισχύσει τους μισθούς. «Πολλά νοικοκυριά νιώθουν την πίεση από τις υψηλότερες τιμές στα τρόφιμα, την ενέργεια και άλλα βασικά αγαθά», δήλωσε ο Νίκος Βέττας, γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ.
Πάντως, οι FT επισημαίνουν: «Οι μεταρρυθμίσεις όχι μόνο σταθεροποίησαν μια οικονομία σε ελεύθερη πτώση, αλλά οδήγησαν και σε ορισμένες πραγματικές βελτιώσεις. Το κυριότερο μεταξύ αυτών είναι το εμπόριο: μεταξύ 2010 και 2021, οι εξαγωγές αγαθών της χώρας αυξήθηκαν κατά 90 τοις εκατό, έναντι 42 τοις εκατό στη ζώνη του ευρώ συνολικά».
«Η μεγαλύτερη ιστορία επιτυχίας της Ελλάδας την τελευταία δεκαετία είναι οι εξαγωγές», δήλωσε ο Δημήτρης Μαλλιαρόπουλος, επικεφαλής οικονομολόγος της ελληνικής κεντρικής τράπεζας. Ωστόσο, ένας μεγάλος παράγοντας ήταν οι «απόλυτες» περικοπές στους μισθούς, πρόσθεσε. «Το τίμημα αυτής της βελτίωσης ήταν υψηλό», σημείωσε.
Ο πόνος τώρα αρχίζει να αποδίδει
«Μετά την άνοδο στο 206% κατά τη διάρκεια της πανδημίας, το ελληνικό δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ μειώθηκε στο 171% πέρυσι, το χαμηλότερο επίπεδό του από το 2012 και ένας από τους ταχύτερους ρυθμούς μείωσης του χρέους στον κόσμο. Αναμένεται να συνεχίσει να μειώνεται το 2023, υποβοηθούμενο από τον υψηλό πληθωρισμό», τονίζει η βρετανική εφημερίδα, που προσθέτει πως «ο πόνος τώρα αρχίζει να αποδίδει».
Η οικονομία παραμένει πολύ μικρότερη απ’ ό,τι πριν από την οικονομική κρίση
Πάντως, οι FT σχολιάζουν πως «η ελληνική οικονομία παραμένει πολύ μικρότερη απ’ ό,τι πριν από την οικονομική κρίση» και παραθέτουν τις δηλώσεις του Chris Jeffery, επικεφαλής στρατηγικής πληθωρισμού και ποσοστών στη Legal & General Investment Management: «Κατ’ αρχάς, οι κερδισμένοι από τον υψηλό πληθωρισμό είναι εκείνοι των οποίων τα πολλά έσοδα συνδέονται με τις αυξομειώσεις του πληθωρισμού», τόνισε ο επικεφαλής στρατηγικής πληθωρισμού και ποσοστών στη Legal & General Investment Management.
«Η χώρα είναι επίσης σχετικά λιγότερο εκτεθειμένη σε υψηλότερο περιφερειακό κόστος δανεισμού, καθώς η μέση διάρκεια του χρέους της είναι 20 χρόνια, σε σύγκριση με επτά χρόνια για τη μέση προηγμένη οικονομία», σχολιάζει η βρετανική εφημερίδα. «Το ελληνικό ονομαστικό ΑΕΠ έχει πλέον αυξηθεί πάνω από 25% τα τελευταία δύο χρόνια. Το ονομαστικό χρέος τους έχει αυξηθεί μόλις 4%», σχολίασε ο Τζέφρι. «Μια περαιτέρω μεγάλη βελτίωση [στον λόγο χρέους προς ΑΕΠ] είναι πιθανή φέτος, φέρνοντας σύντομα μια αναβάθμιση στην επενδυτική βαθμίδα», κατέληξε.
Ο Covid βοήθησε στην αύξηση των εσόδων, αναγκάζοντας τους ανθρώπους να χρησιμοποιούν ευκολότερες ηλεκτρονικές πληρωμές, καθώς τα καταστήματα έκλεισαν, προσθέτουν οι FT. «Η οικονομική δραστηριότητα που ήταν στο σκοτάδι έχει πλέον αποκαλυφθεί και φορολογηθεί», τόνισε από την πλευρά του ο οικονομολόγος Δημήτρης Μαλλιαρόπουλος.
Αύξηση των άμεσων ξένων επενδύσεων
Καταλήγοντας, η βρετανική εφημερίδα επισημαίνει: «Η Ελλάδα επωφελήθηκε επίσης από την αύξηση των άμεσων ξένων επενδύσεων, κατά 50% πέρυσι, στο υψηλότερο επίπεδό της από το 2002. Το Ταμείο Ανάκαμψης μετά την πανδημία πρόκειται να παράσχει 30,5 δισ. ευρώ επιχορηγήσεων και δανείων στην Ελλάδα έως το 2026, ίσο με το 18% του τρέχοντος ΑΕΠ.
Ο τουρισμός -ο μεγαλύτερος τομέας της ελληνικής οικονομίας, που αντιπροσωπεύει περίπου το ένα πέμπτο του ΑΕΠ- ανέκαμψε πέρυσι, φτάνοντας το 97% των προ-πανδημικών επιπέδων. Οι ξένοι όχι μόνο κάνουν τις διακοπές τους στη χώρα, αλλά επενδύουν σε μεγάλο βαθμό σε ακίνητα. Οι πωλήσεις ακινήτων σε αγοραστές στο εξωτερικό ήταν σχεδόν τέσσερις φορές υψηλότερες πέρυσι απ’ ό,τι το 2007, φτάνοντας σχεδόν τα 2 δισ. ευρώ.
Οι κατασκευές, ο κλάδος που επλήγη περισσότερο κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, επίσης ανθεί. Ο Χάρης Κοκοσαλάκης, του οποίου η κατασκευαστική επιχείρηση κατέρρευσε το 2012, είπε ότι η ζήτηση από ξένους αγοραστές του είχε δώσει μια μικρή “ελπίδα” για βιώσιμη ανάκαμψη. “Αν δεν ήταν οι ξένοι πελάτες μας, θα ήμουν πολύ απαισιόδοξος”, ξεκαθάρισε. “Ακόμα φοβάμαι ότι είμαστε πίσω στο 2007, έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε ένα άλλο ατύχημα”, κατέληξε».