THEPOWERGAME
Η τρίτη στη σειρά κατάρρευση αμερικανικής τράπεζας σε διάστημα δύο μηνών σηματοδοτεί τη χειρότερη τραπεζική αναταραχή στις ΗΠΑ από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, ενώ η πτώση της Credit Suisse αποτέλεσε τη σπίθα που παραλίγο να ανάψει φωτιές και στην Ευρώπη. Οι πιο απότομες αυξήσεις επιτοκίων από τις αρχές της δεκαετίας του ’80 έφεραν στην επιφάνεια φαινόμενα κακοδιαχείρισης, επικίνδυνες πρακτικές αλλά και χρόνια προβλήματα που κρύβονταν καλά κάτω από το πέπλο που είχαν δημιουργήσει τα πολύ χαμηλά επιτόκια.
Τελευταίο παράδειγμα είναι η First Republic Bank, η οποία δεν κατάφερε να καλύψει το κενό ρευστότητας που αντιμετώπιζε κι έτσι οι αρχές της Καλιφόρνιας ανέλαβαν τις τύχες της τράπεζας, η αρχή ασφάλισης καταθέσεων FDIC ανακοίνωσε το λουκέτο της και στο τέλος της Πρωτομαγιάς οι καταθέσεις και τα δάνειά της «τράπεζας των εύπορων» κατέληξαν στην JPMorgan.
Η First Republic Bank ήταν η τράπεζα που ενώ πρωταγωνίστησε μαζί με τη Silicon Valley Bank και την Signature Bank στην κρίση του Μαρτίου, προσπαθούσε ακόμη να διασωθεί. Μετά τις διαδοχικές υποβαθμίσεις της πιστοληπτικής της αξιολόγησης από την Standard & Poor’s και τη Fitch, η τράπεζα ανακοίνωσε στις 28 Απριλίου ότι θα προχωρούσε σε πωλήσεις ομολόγων και άλλων τίτλων με ζημιά για να αντλήσει κεφάλαια. Τελικά, η FDIC ανακοίνωσε ότι εξετάζει το κλείσιμο της τράπεζας και η μετοχή της First Republic κατέρρευσε 43% σε μία ημέρα. Έτσι φτάσαμε στις διαπραγματεύσεις της αμερικανικής κυβέρνησης με την JPMorgan, την Bank of America και άλλες τράπεζες για την εξαγορά των στοιχείων της First Republic και την 1η Μαΐου είχαμε την ανακοίνωση του deal με την JPMorgan έναντι 10,6 δισ. δολαρίων.
Με βάση τη συμφωνία με την αμερικανική κυβέρνηση, η JPMorgan θα εξαγοράσει τα περισσότερα στοιχεία ενεργητικού της First Republic και όλες τις καταθέσεις, ασφαλισμένες και ανασφάλιστες. Με αυτόν τον τρόπο γράφεται το τέλος ενός ακόμη τραπεζικού σίριαλ στις ΗΠΑ, μετά την Silicon Valley Bank και την Signature Bank αν και πολλοί υποστηρίζουν ότι θα βγουν στην επιφάνεια και άλλες προβληματικές τράπεζες. Λουκέτα μπορεί να μην υπάρξουν αλλά οι περισσότεροι αναλυτές προειδοποιούν ότι δεν έχουν ακόμη φανεί στο έπακρο οι επιπτώσεις από την επιθετική αύξηση των επιτοκίων που ξεκίνησε την άνοιξη του 2022.
Η κατάρρευση της First Republic είναι η δεύτερη μεγαλύτερη στην ιστορία της αμερικανικής οικονομίας και ακολουθεί αυτή της Silicon Valley Bank και της Signature Bank. Οι τρεις καταρρεύσεις των τελευταίων εβδομάδων είναι οι μεγαλύτερες που έχουν σημειωθεί, μετά της Washington Mutual, της κορυφαίας σε καταθέσεις περιφερειακής τράπεζας των ΗΠΑ, η οποία έβαλε λουκέτο στις 25 Σεπτεμβρίου 2008, μετά από ένα θανάσιμο bank run που είχε ως αποτέλεσμα να χάσει καταθέσεις ύψους 16,7 δισ. δολαρίων.
Τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι αμερικανικές τράπεζες σήμερα έχουν να κάνουν με την απότομη αύξηση των επιτοκίων, όμως οι εποπτικές αρχές των ΗΠΑ κάνουν λόγο για φαινόμενα κακοδιαχείρισης και εντοπίζουν μεγάλες τρύπες στα εσωτερικά όργανα ελέγχου των τραπεζών που κατέρρευσαν. Επιπλέον, υπήρξαν και άλλες αδυναμίες. Η SVB είχε υπερβολική έκθεση στον τεχνολογικό κλάδο και η Signature υπερβολική έκθεση σε εταιρείες κρυπτονομισμάτων, ενώ η FRB διέθετε πολλούς εύπορους πελάτες οι οποίοι τράβηξαν τα χρήματά τους όταν οι οίκοι αξιολόγησης υποβάθμισαν την τράπεζα σε junk. Κυρίως η FRB είχε δώσει χαμηλότοκα δάνεια κι έτσι με την αύξηση των επιτοκίων κοντά στο 5% μέσα σε ένα χρόνο, δεν μπορούσε να διαχειριστεί την κατάσταση.
Ηχηρή στην Ευρώπη η πτώση της Credit Suisse
Στην Ευρώπη, η πτώση της Credit Suisse ήταν πολύ ηχηρή. Όλα λέγεται ότι ξεκίνησαν τον περασμένο Οκτώβριο από ένα tweet που έκανε λόγο για μεγάλη τραπεζική κατάρρευση χωρίς να ονομάζει την τράπεζα. Η Credit Suisse αντιμετώπιζε εδώ και χρόνια προβλήματα κι έτσι βρέθηκε στο επίκεντρο της φημολογίας.
Η δεύτερη μεγαλύτερη τράπεζα της Ελβετίας, ιδρύθηκε το 1856 και θεωρείτο μία από τις σημαντικές για την παγκόσμια χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Ήταν από τις τράπεζες που αντιμετώπισαν τα λιγότερα προβλήματα κατά την παγκόσμια κρίση του 2008 αλλά στη συνέχεια βρέθηκε στο στόχαστρο διεθνών ερευνών για υποθέσεις φοροδιαφυγής και παράλληλα προχώρησε στη συρρίκνωση των δραστηριοτήτων επενδυτικής τραπεζικής. Στις 19 Μαρτίου, ανακοινώθηκε το deal με την UBS, με την μεγαλύτερη τράπεζα της Ελβετίας να την εξαγοράζει έναντι 3,25 δισ. δολαρίων, ουσιαστικά για την σώσει από την πλήρη κατάρρευση.