THEPOWERGAME
Μολονότι είναι εμφανής η επιφυλακτικότητα των επενδυτών για τη βεβιασμένη εξαγορά της Credit Suisse από την UBS, η μεγαλύτερη τράπεζα στην Ελβετία προσέλκυσε νέα κεφάλαια της τάξεως των 28 δισ. δολαρίων κατά τη διάρκεια του α΄ τριμήνου του 2023. Αν και η μετοχή της UBS υποχώρησε κατά 2,17% την Τρίτη στο χρηματιστήριο της Ζυρίχης ύστερα από την ανακοίνωση αποτελεσμάτων που ήταν χαμηλότερα των προσδοκιών, η εισροή κεφαλαίων στην μονάδα διαχείρισης πλούτου είναι ένα ισχυρό σημάδι της εμπιστοσύνης που εμπνέει ο όμιλος, δήλωσε στο Bloomberg ο διευθύνων σύμβουλος του ομίλου, Σέρτζιο Ερμιότι.
Από τα νέα κεφάλαια των 28 δισ. δολαρίων που έλαβε η μονάδα διαχείρισης πλούτου της UBS την περίοδο Ιανουαρίου-Μαρτίου, τα 7 δισ. δολάρια ήταν εισροές που καταγράφηκαν δέκα ημέρες μετά την επιχείρηση της εξαγοράς-διάσωσης της Credit Suisse στις 19 Μαρτίου. Η συμφωνία για την απόκτηση της Credit Suisse από την UBS επιτεύχθηκε αστραπιαία μέσα σε ένα Σαββατοκύριακο και με τη διαμεσολάβηση της Βέρνης. Αναμένεται να έχει ολοκληρωθεί έως τον Μάιο.
Στις 10 Μαρτίου είχαν καταρρεύσει οι αμερικανικές Silicon Valley Bank και Signature Bank λόγω ενός μεγάλου κύματος φυγής καταθέσεων που έπειτα απλώθηκε και σε άλλες περιφερειακές τράπεζες των ΗΠΑ. Η Ουάσιγκτον και η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ αναγκαστικά έλαβαν μέτρα για να αποκαταστήσουν την αξιοπιστία του κλάδου και να αποτρέψουν περαιτέρω αλυσιδωτές αντιδράσεις. Αν και αναλυτές της αγοράς θεωρούν πως έχει περάσει η «θύελλα», εξακολουθεί να υποβόσκει μια ανασφάλεια.
Η διατήρηση πελατών και περιουσιακών στοιχείων είναι μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις για την UBS. Ο Ερμιότι τόνισε, ωστόσο, πως τα νέα κεφάλαια δεν ήρθαν μόνον από τη Credit Suisse αλλά και από αλλού, κυρίως από τις ΗΠΑ. Αξίζει να σημειωθεί πως η Credit Suisse είχε καταγράψει εκροές κεφαλαίων της τάξεως των 120 δισ. δολαρίων το δ’ τρίμηνο του 2022 και 53 δισ. δολαρίων το α΄ τρίμηνο του 2023 όσο κλιμακώνονταν η κρίση εμπιστοσύνης επενδυτών και πελατών.
Από τη μια πλευρά, η UBS αναλαμβάνει τη διαχείριση 23,3 δισ. δολαρίων από τη μονάδα διαχείρισης πλούτου της Credit Suisse, έχοντας καταβάλει μόνον 3 δισ. ελβετικά φράγκα για την εξαγορά της, με την παροχή στήριξης από την τράπεζα της Ελβετίας και την κυβέρνηση άνω των 100 δισ. ελβετικών φράγκων. Μάλιστα, σύμφωνα με το Bloomberg, η λογιστική αξία της Credit Suisse κυμαίνονταν στα 54 δισ. ελβετικά φράγκα τον Μάρτιο, Από την άλλη πλευρά, η χρηματιστηριακή αξία της Credit Suisse είχε υποχωρήσει περίπου 95% από το 2007 έως τον Μάρτιο, αντικατοπτρίζοντας τις επιπτώσεις μιας σειράς σκανδάλων που έπληξαν το κύρος της τράπεζας.
Μια ακόμη πρόκληση της UBS θα είναι η άμεση απορρόφηση της Credit Suisse, ενός «προβληματικού παιδιού» όπως την είχε χαρακτηρίσει η Harris Associates, η οποία είχε πουλήσει εξ ολοκλήρου το 10% των μετοχών της τράπεζας κατά τη διάρκεια των προηγούμενων μηνών, σύμφωνα με τους Financial Times. Η UBS πλήρωσε 70 εκατ. δολάρια σε συμβουλευτικές υπηρεσίες για την αποπεράτωση της συμφωνίας, ενώ ο Ερμιότι επιβεβαίωσε πως η εξαγορά έχει λάβει την έγκριση των αρμοδίων αρχών της Ελβετίας, της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ και της αρμόδιας εποπτικής αρχής στη Βρετανία.
Ο όμιλος αναβάλει σε αυτή τη φάση την επαναγορά μετοχών για τη χρηματοδότηση της συμφωνίας σε μια γενικότερα αβέβαιη συγκυρία, με τα καθαρά τριμηνιαία κέρδη της UBS είναι κινούνται στα χαμηλότερα επίπεδα της τελευταίας τριετίας. Διαμορφώθηκαν στα 1,03 δισ. δολάρια έναντι των 1,86 δισ. δολαρίων που αναμένονταν, με τα έσοδα από την επενδυτική τραπεζική να κινούνται στα 2,35 δισ. δολάρια και όχι στα 2,43 δισ. δολάρια που είχαν εκτιμηθεί αρχικά.