THEPOWERGAME
Η ιδέα ότι οι άνθρωποι ήταν καταναλωτές, εργαζόμενοι, γείτονες και ψηφοφόροι γεννήθηκε στις αρχές του 20ου αιώνα.
Αυτοί οι γεμάτοι τσάντες και αγαθά αγοροεξαρτημένοι άλλαξαν τον τρόπο λειτουργίας του κόσμου.
Σήμερα μπορείτε, είτε να αποδοκιμάζετε τον ελαφρόμυαλο τρόπο ζωής τους βλέποντας τις επιπτώσεις του στο περιβάλλον, είτε να επιδοκιμάζετε την ελευθερία τους να επιλέγουν αγαθά, εμπειρίες και τρόπο ζωής.
Όπως και να έχει, ένα δεν μπορείτε να αμφισβητήσετε, κι αυτό είναι η οικονομική και πολιτική τους επιρροή.
Όπως εξηγούμε, ένα νέο είδος αγοραστή κάνει την εμφάνισή του: λιγότερο επηρεασμένου από τον αμερικανικό τρόπο ζωής, με πρόθεση να διασφαλίσει ότι αυτό που αγοράζει αντικατοπτρίζει αυτό που πιστεύει, αλλά και τεχνολογικά επιδέξιου.
Αυτή η τελευταία μετουσίωση του παγκόσμιου καταναλωτή φαίνεται πιθανό ότι θα αλλάξει τον τρόπο λειτουργίας του καπιταλισμού – προς το καλύτερο.
Οι σημερινοί καταναλωτές δεν εκφράζονται πλέον από τα δυτικά πρότυπα των αγοραστών που γεμίζουν ασφυκτικά τα πορτμπαγκάζ των αυτοκινήτων τους και περιφέρουν εδώ κι εκεί μονολιθικές, αμερικανικές μάρκες.
Φαίνεται να στρέφονται όλο και περισσότερο στα ασιατικά πρότυπα. Πέρυσι, η Κίνα και η Αμερική συναγωνίζονταν στήθος με στήθος, ως οι μεγαλύτερες αγορές λιανικής στον κόσμο.
Οι δύο μεγαλύτερες διαδικτυακές αγορές της Κίνας, το Taobao και το Tmall της Alibaba αναθέτουν περισσότερη επιχειρηματική δραστηριότητα σε τρίτους απ’ ό,τι η Amazon, το εξ’ Αμερικής αντίπαλο δέος τους.
Ακριβώς όπως κάποτε οι Αμερικανοί καταναλωτές ήταν εκείνοι που διέδωσαν και έκαναν δημοφιλή τις πωλήσεις μέσω κατάλογου και τα εμπορικά κέντρα, τώρα οι αγοραστές της Ασίας πρωτοστατούν στις καινοτομίες του τομέα της λιανικής, είτε πρόκειται για live-streaming, ένα κατάστημα που πουλά κάποιο βιβλίο στο Τόκιο, είτε για περιήγηση μέσω WhatsApp στην Ινδία.
Μια άλλη αλλαγή είναι ότι σε όλο τον κόσμο οι νέοι αγοραστές δεν δείχνουν ευαισθησία μόνο στην αξία, αλλά προβάλλουν, στις αποφάσεις που σχετίζονται με τις αγορές τους, όλο και περισσότερο τις ηθικές και πολιτικές τους αξίες.
Έτσι, για παράδειγμα, επιλέγουν επιχειρήσεις βάσει των περιβαλλοντικών τους διαπιστευτηρίων και των προτύπων που ακολουθούν στην εφοδιαστική τους αλυσίδα.
Οι αγοραστές χρησιμοποιούν τη δύναμή τους για να στηρίξουν τάσεις από την χορτοφαγία έως το μποϊκοτάρισμα του βαμβακιού που παράγεται στη Σιντσιάνγκ.
Η μόδα συνειδητοποιεί όλο και περισσότερο το δικό της αποτύπωμα άνθρακα. Ακόμη και η Kraft Heinz, η πιο αδιάλλακτη εταιρία από τους δυτικούς γίγαντες του τομέα των τροφίμων, προσπαθεί να επαναπροσδιοριστεί ως δύναμη περιβαλλοντικής καθαριότητας, πέρα από πρώτο όνομα στο κέτσαπ.
Είναι λάθος να βλέπουμε αυτές τις τάσεις ως απλή προσπάθεια επίδειξης αρετής ή μόδα.
Ένας τρόπος με τον οποίο ο καπιταλισμός προσαρμόζεται στις μεταβαλλόμενες προτιμήσεις της κοινωνίας είναι μέσω των κυβερνητικών κανονισμών και νόμων, τους οποίους, στις δημοκρατίες τουλάχιστον, επηρεάζουν οι ίδιοι οι ψηφοφόροι.
Αλλά η δυναμική ανταπόκριση των εταιριών στα μηνύματα που στέλνουν οι καταναλωτές αποτελεί επίσης δύναμη αλλαγής.
Η τελική μεγάλη αλλαγή είναι η ψηφιακή – αλλά όχι με τον τρόπο που μπορεί να τη σκέφτεστε.
Πολλοί άνθρωποι ανησυχούν ότι οι κυρίαρχες πλατφόρμες λιανικής, όπως η Amazon και η Alibaba, ενισχυμένες από τεράστια δίκτυα logistics που διαθέτουν, θα σβήσουν τη ζωή του εμπορίου, αφήνοντας τα εμπορικά κέντρα άδεια και καταστρέφοντας θέσεις εργασίας.
Στην πραγματικότητα, οι επιπτώσεις της τεχνολογίας, για τους παραγωγούς και τους καταναλωτές, είναι συναρπαστικότερες και θετικότερες.
Ακριβέστερα και περισσότερα δεδομένα σχετικά με τα αγοραστικά μοτίβα καταρρίπτουν τη σχέση δεκαετιών μεταξύ της μαζικής κατανάλωσης και της μαζικής παραγωγής.
Τη θέση τους παίρνει ένας πιο ποικίλος κόσμος στον οποίο ο αγοραστής μπορεί να αποφασίσει αν θα αγοράσει από το διαδίκτυο ή από το κατάστημα, αν θα πραγματοποιήσει αγορές μέσω πλατφορμών ή από μεμονωμένες μάρκες, και αν θα αποδεχτεί στοχευμένες διαφημίσεις ή όχι.
Το κατάστημα δεν θα πεθάνει, αλλά οι παραγωγοί και οι καταναλωτές θα έχουν μια πιο άμεση σχέση μεταξύ τους.
Οι μεσάζοντες θα αποσύρονται όλο και περισσότερο από την εφοδιαστική αλυσίδα. Τα όρια μεταξύ ψυχαγωγίας, επικοινωνίας και αγορών θα γίνουν ασαφή.
Το αποτέλεσμα είναι η αύξηση της δημιουργικότητας. Το Shopify, μια καναδική τεχνολογική πλατφόρμα που δίνει στις μάρκες την ευκαιρία να παρακάμψουν την Amazon, πέρυσι πούλησε εμπορεύματα αξίας 120 δισεκατομμύριων δολαρίων, διπλάσια σε σχέση με το 2019.
Κάθε 28 δευτερόλεπτα φιλοξενεί και μια πρώτη πώληση από πρώτη φορά λιανοπωλητή.
Στην Κίνα η Pinduoduo, μια εταιρεία ηλεκτρονικού εμπορίου που ξεκίνησε το 2015, ενδέχεται να ξεπεράσει την Alibaba σε αριθμό χρηστών φέτος, εν μέρει επιτρέποντας στους Κινέζους χωρικούς να ενωθούν μεταξύ τους και να αγοράσουν είδη παντοπωλείου στο διαδίκτυο.
Εταιρείες όπως η Nike μειώνουν την εξάρτησή τους από τους χονδρεμπόρους και πωλούν τα αθλητικά τους παπούτσια μέσω των ιστοσελίδων τους και των αυτόματων πωλητών.
Γιγαντιαίοι λιανοπωλητές όπως η Walmart γίνονται «omni» – online and offline – και διαφοροποιούνται προσφέροντας νέες υπηρεσίες στους ψηφιακούς πελάτες τους.
Ακόμα και η Amazon άνοιξε το πρώτο της παντοπωλείο χωρίς ταμείο εκτός Αμερικής, στο Ealing του Λονδίνου.
Η πανδημία ενίσχυσε το διαδικτυακό λιανικό εμπόριο, αλλά μην αυταπατάστε. Η νέα γενιά των αγοραστών δεν έχει βρει ακόμα τον βηματισμό της.
Οι παγκόσμιες πωλήσεις ηλεκτρονικού εμπορίου άγγιξαν πέρυσι τα 4,2 τρισεκατομμύρια δολάρια. Οι καταναλωτικές δαπάνες υπερβαίνουν τα 65 τρισεκατομμύρια δολάρια.
Ο καταναλωτής στέφθηκε βασιλιάς πριν από έναν αιώνα, αλλά τα νέα μονοπάτια που παραμένουν ακόμη ανεξερεύνητα είναι άπειρα.
© 2021 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved.
Άρθρο από τον Economist το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από την www.powergame.gr Το πρωτότυπο άρθρο, στα αγγλικά βρίσκεται στο www.economist.com