THEPOWERGAME
Σχεδόν όπου και να κοιτάξετε, οι εταιρείες φαίνεται να μετριάζουν τις φιλοδοξίες τους. Η Meta, ιδιοκτήτρια του Facebook, δήλωσε πρόσφατα ότι θα επενδύσει λιγότερα χρήματα το 2023 απ’ ό,τι είχε υποσχεθεί. Η Disney μειώνει τα επενδυτικά της σχέδια για φέτος κατά το ένα δέκατο, πράγμα που σημαίνει λιγότερες επενδύσεις στα θεματικά της πάρκα. Η Calavo Growers, μια τεράστια εταιρεία παραγωγής αβοκάντο και άλλων φρούτων, σκοπεύει να μειώσει τις κεφαλαιουχικές της δαπάνες, «καθώς χρειάζεται να αντιμετωπίσουμε τις βραχυπρόθεσμες αβεβαιότητες».
Οι ανεκδοτολογικές αυτές ιστορίες αποτελούν μέρος μιας δυσάρεστης ευρύτερης τάσης. Μια παγκόσμια έρευνα των διευθυντών προμηθειών παρακολουθεί τις νέες παραγγελίες επενδυτικών αγαθών, ένα υποκατάστατο των κεφαλαιουχικών δαπανών. Μετά την εκτίναξη το 2021, τα στοιχεία καταδεικνύουν πλέον ότι η ζήτηση ευθυγραμμίζεται με τον μέσο όρο του 2018-19. Ένας αμερικανικός στατιστικός δείκτης των κεφαλαιουχικών δαπανών που παράγεται από την τράπεζα Goldman Sachs αποτυπώνει τις δαπάνες των επιχειρήσεων, ενώ παράλληλα προβάλλει τις μελλοντικές προθέσεις. Αυτήν τη στιγμή καταγράφει σχεδόν μηδενική αύξηση σε ετήσια βάση (βλ. διάγραμμα 1). Ένας παγκόσμιος στατιστικός δείκτης που παράγεται από την JPMorgan Chase δείχνει επίσης απότομη επιβράδυνση. Ο Economist ανέλυσε στοιχεία για τις κεφαλαιακές δαπάνες από 33 χώρες του ΟΟΣΑ. Το τέταρτο τρίμηνο του περασμένου έτους οι επενδύσεις κεφαλαίου μειώθηκαν κατά 1% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο.
Οι επενδύσεις είναι η πιο ευμετάβλητη συνιστώσα του ΑΕΠ. Όταν εκτοξεύονται, η οικονομία στο σύνολό της τείνει να κάνει το ίδιο. Οι πρόσθετες κεφαλαιουχικές δαπάνες και η Ε&Α ενισχύουν την παραγωγικότητα, αυξάνοντας τα εισοδήματα και το βιοτικό επίπεδο. Η πανδημία αναπτέρωσε τις ελπίδες για έναν νέο «υπερκύκλο επενδύσεων». Ως απάντηση στην κρίση, οι επιχειρήσεις αύξησαν τις δαπάνες για τα πάντα: ψηφιοποίηση, εφοδιαστικές αλυσίδες και πολλά άλλα. Οι πάγιες επενδύσεις του πλούσιου κόσμου χρειάστηκαν μόλις 18 μήνες για να ανακτήσουν το προπανδημικό ανώτατο επίπεδο, ένα κλάσμα του χρόνου που χρειάστηκαν μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2007-09. Το 2021 και το 2022 οι επιχειρήσεις του δείκτη S&P 500 των μεγάλων αμερικανικών επιχειρήσεων δαπάνησαν 2,5 τρισ. δολάρια, που αντιστοιχούν στο 5% του ΑΕΠ της χώρας, για κεφαλαιουχικές επενδύσεις και Ε&Α, μια αύξηση της τάξεως του ενός πέμπτου περίπου, σε πραγματικές τιμές, σε σύγκριση με το 2018-19.
Όμως, τα τελευταία στοιχεία είναι απογοητευτικά. Αυτό που ο κόσμος πίστευε ότι ήταν η αρχή μιας διαρθρωτικής τάσης μπορεί στην πραγματικότητα να ήταν η υπερβολή του τέλους των lockdowns. Οι επιχειρήσεις αναθεωρούν προς τα κάτω τις μελλοντικές επενδύσεις κεφαλαίου. Η ανάλυσή μας των σχεδίων 700 περίπου μεγάλων εισηγμένων αμερικανικών και ευρωπαϊκών επιχειρήσεων δείχνει ότι το 2023 οι πραγματικές δαπάνες θα μειωθούν κατά 1%. Οι αγορές έχουν αντιληφθεί αυτήν την αλλαγή. Στην Ευρώπη, για παράδειγμα, το 2021 οι τιμές των μετοχών των εταιρειών που συνήθως πάνε καλά όταν οι κεφαλαιουχικές δαπάνες είναι υψηλές -όπως οι εταιρείες ημιαγωγών και χημικών- αυξήθηκαν σε σχέση με το ευρύτερο χρηματιστήριο, αλλά έκτοτε έχουν υποχωρήσει.
Γιατί η άνθηση αρχίζει να φυλλορροεί; Τρεις πιθανές εξηγήσεις φαίνονται οι πιο πειστικές. Η πρώτη είναι ότι οι εταιρείες έχουν λιγότερα μετρητά να «κάψουν» απ’ ό,τι ακόμα και πριν από λίγους μήνες. Οι επιχειρήσεις σε όλο τον πλούσιο κόσμο συσσώρευσαν εξαιρετικά υψηλά ταμειακά υπόλοιπα κατά τη διάρκεια της πανδημίας, εν μέρει λόγω των επιχορηγήσεων και των δανείων από τις κυβερνήσεις. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς μας, ωστόσο, από το τέλος του 2021 αυτό το απόθεμα έχει μειωθεί σε πραγματικούς όρους κατά περίπου 1 τρισ. δολάρια (βλ. διάγραμμα 2).
Η δεύτερη σχετίζεται με τις παγκόσμιες οικονομικές συνθήκες. Τα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα δεν είναι τόσο σοβαρά όσο το 2021, πράγμα που σημαίνει ότι υπάρχει λιγότερη ανάγκη για επενδύσεις σε πρόσθετη παραγωγική ικανότητα ή αποθέματα. Τα στοιχεία της PitchBook, ενός παρόχου δεδομένων, δείχνουν ότι το τέταρτο τρίμηνο του 2022 ο αριθμός των συμφωνιών επιχειρηματικού κεφαλαίου στον τομέα της τεχνολογίας της εφοδιαστικής αλυσίδας μειώθηκε κατά το ήμισυ περίπου σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος. Ο πληθωρισμός έχει ροκανίσει τα πραγματικά εισοδήματα των καταναλωτών -και οι επιχειρήσεις είναι λιγότερο πιθανό να επενδύσουν σε νέα προϊόντα και υπηρεσίες όταν ανησυχούν ότι κανείς δεν θα τα αγοράσει. Εν τω μεταξύ, τα στοιχεία των ερευνών υποδηλώνουν ότι τα υψηλότερα επιτόκια ωθούν με τη σειρά τους σε περικοπές.
Η τρίτη εξήγηση μπορεί να είναι η πιο σημαντική. Η έκρηξη των επενδύσεων βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό στην υπόθεση ότι ο πανδημικός τρόπος ζωής θα διαρκούσε για πάντα, προκαλώντας οικονομική ανακατανομή που θα απαιτούσε όλο και περισσότερες νέες τεχνολογίες., Ωστόσο, από πολλές απόψεις, η μεταπανδημική οικονομία μοιάζει εντυπωσιακά με την προπανδημική. Αποδεικνύεται ότι υπάρχει ένα όριο στην κατανάλωση του Netflix και στη χρήση των προϊόντων της Peloton. Οι δαπάνες για υπηρεσίες έχουν σχεδόν φτάσει τις δαπάνες για αγαθά.
Βέβαια, υπάρχουν και εξαιρέσεις -όπως οι πετρελαϊκές εταιρείες, για παράδειγμα, οι οποίες φέτος είναι πιθανό να αυξήσουν τις επενδύσεις τους. Ωστόσο, οι εταιρείες αυτές αντιπροσωπεύουν μόνο ένα μικρό κομμάτι των συνολικών δαπανών. Οι εταιρείες που πρωτοστάτησαν στις επενδύσεις κεφαλαίου υποχωρούν. Οι εταιρείες ημιαγωγών, ειδικότερα, συνειδητοποίησαν ότι υπερεπένδυσαν μαζικά στην παραγωγική ικανότητα και τώρα αποσύρονται. Το τελευταίο τρίμηνο του 2022 οι πραγματικές δαπάνες των Αμερικανών για εξοπλισμό επεξεργασίας πληροφοριών μειώθηκαν κατά 2% σε ετήσια βάση. Οι προβλέψεις εκτιμούν ότι το 2023 οι μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας είναι πιθανό να μειώσουν τις κεφαλαιουχικές δαπάνες κατά 7% σε πραγματικούς όρους.
Στην Αμερική ο Νόμος για τη Μείωση του Πληθωρισμού θα προσφέρει μεγάλα κίνητρα για «πράσινες» δαπάνες. Η ΕΕ αποκαλύπτει τις δικές της επιδοτήσεις. Ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία ενθαρρύνει τους Ευρωπαίους να επενδύσουν σε εναλλακτικές πηγές ενέργειας. Στην προσπάθειά τους να βασίζονται λιγότερο στην Κίνα και την Ταϊβάν, πολλές επιχειρήσεις επιδιώκουν να ανοίξουν εργοστάσια αλλού. Με την πάροδο του χρόνου, αυτές οι διάφορες αλλαγές ενδέχεται να επιφέρουν και πάλι αύξηση των επενδύσεων. Ωστόσο, κανείς δεν μπορεί να παραβλέψει το γεγονός ότι η προηγούμενη έκρηξη των επενδύσεων έχει καταλαγιάσει.
© 2023 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved.
Άρθρο από τον Economist, το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από την www.powergame.gr. Το πρωτότυπο άρθρο, στα αγγλικά, βρίσκεται στο www.economist.com.