THEPOWERGAME
Οι παραγωγικές επιχειρήσεις της χώρας βρίσκονται σε δεινή οικονομική θέση λόγω της συνεχιζόμενης υγειονομικής κρίσης και η επιστροφή στην κανονικότητα δεν είναι ακόμη ορατή. Δυστυχώς τα μηνύματα που λαμβάνουμε από τις επιχειρήσεις – μέλη μας είναι δυσοίωνα, καθώς η πλειοψηφία των παραγωγικών επιχειρήσεων βρίσκεται αντιμέτωπη με την απειλή των «λουκέτων» με ότι αυτό συνεπάγεται για την εθνική οικονομία και κυρίως τις θέσεις εργασίας.
Είναι μάλλον περίεργο το γεγονός ότι ο τομέας της μεταποίησης δεν προσελκύει στη χώρα μας την απαραίτητη προσοχή, καθώς τα περισσότερα μέτρα στήριξης εν μέσω της πανδημίας αφορούν εμπορικές – εισαγωγικές δραστηριότητες.
Συνολικά, μπορεί να υπολογιστεί ότι το 31% του ελληνικού ΑΕΠ σχετίζεται αμέσως ή εμμέσως με τη μεταποίηση, όπως και περίπου το 30% της απασχόλησης, δηλαδή πάνω από 1,2 εκατ. θέσεις εργασίας. Κάθε νέα θέση εργασίας στη μεταποίηση δημιουργεί συνολικά 3,5 θέσεις σε άλλους κλάδους της ελληνικής οικονομίας.
Αλλά και σε επίπεδο συμβολής στο προϊόν, είναι χαρακτηριστικό ότι δημιουργείται προστιθέμενη αξία πάνω από 8 δισ. ευρώ στη διαχείριση ακινήτων, 5,5 δισ. ευρώ στο χονδρικό και λιανικό εμπόριο και σχεδόν 3 δισ. ευρώ σε ξενοδοχεία και εστίαση. Συνεπώς, η συνολική συνεισφορά της μεταποίησης είναι πολύ μεγαλύτερη από ό,τι υποδηλώνει αυστηρά το μερίδιό της στο ΑΕΠ.
Η κυβέρνηση έχει αποδείξει πως τολμά να προχωρά σε τομές και σε μεταρρυθμίσεις, επομένως αν η χώρα θέλει να στηρίξει τις παραγωγικές επιχειρήσεις θα πρέπει να σχεδιαστεί ένα πρόγραμμα στήριξης της πραγματικής οικονομίας με διακριτό ρόλο της παραγωγικής επιχείρησης από την εμπορική και εισαγωγική επιχείρηση.
Χωρίς να θέλουμε να υποτιμήσουμε τις εμπορικές και εισαγωγικές επιχειρήσεις, το μέλλον της ελληνικής οικονομίας εξαρτάται από τις παραγωγικές επιχειρήσεις και την προστιθέμενη αξία που παράγουν. Επομένως θα πρέπει να υπάρξει συγκεκριμένο πλαίσιο μέτρων στήριξης των παραγωγικών επιχειρήσεων που θα περιλαμβάνει μέτρα όπως:
- Συνέχιση, μέχρι το πέρας της κρίσης, του μέτρου της επιστρεπτέας προκαταβολής, σε ποσοστό τουλάχιστον 60% να μην είναι επιστρεπτέο, με αναδρομική ισχύ και για τις επιστρεπτέες προκαταβολές 1, 2, 3.
- Εγγυήσεις νέων δανείων κεφαλαίων κίνησης: εγγύηση 80% για δάνειο κεφαλαίου κίνησης και επιδότηση της προμήθειας εγγύησης έως και 100% (ανάλογα το ύψος προηγούμενων εγγυήσεων).
- Μονιμοποίηση των μειωμένων ασφαλιστικών εισφορών.
- Ειδικό πλαίσιο για την αποπληρωμή των ρυθμισμένων φορολογικών και ασφαλιστικών οφειλών.
- Κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος.
- Θεσμοθέτηση ακατάσχετου επιχειρηματικού λογαριασμού διότι μπορεί πράγματι να είναι ένα αποτελεσματικό εργαλείο της καθημερινής λειτουργίας και έμμεσης ρευστότητας των επιχειρήσεων.
- Ενίσχυση των επιχειρήσεων για την προσέλκυση καταρτισμένων τεχνιτών σε αμιγώς βιοτεχνικούς και παραδοσιακούς κλάδους (ξυλουργούς, επιπλοποιούς, κλπ) οι οποίοι λόγω έλλειψης, είναι απαραίτητοι για την απρόσκοπτη συνέχιση της παραγωγικής τους δραστηριότητας.
Γίνεται εύκολα κατανοητό ότι η ανάκαμψη θα εξαρτηθεί από τον τρόπο αντίδρασης κατά τη διάρκεια της κρίσης. Αυτό που πρέπει να σημειωθεί είναι ότι δε θα είναι αυτονόητη η επιστροφή στην ανάπτυξη το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα μετά τη λήξη των περιοριστικών μέτρων. Η ιεράρχηση και οι προτεραιότητες των δράσεων πρέπει να ακολουθήσουν την απόδοση των πολλαπλασιαστών στην ελληνική οικονομία και οι μεταποιητικές – παραγωγικές επιχειρήσεις πρέπει να έχουν πρωτεύοντα ρόλο.
Την ίδια στιγμή, κομβικής σημασίας ζήτημα για την πραγματική οικονομική οικονομία και τις επιχειρήσεις παραμένει η εφαρμογή του νέου Πτωχευτικού «Ρύθμιση Οφειλών και παροχή 2ης ευκαιρίας». Ουδείς αμφισβητεί ότι πρόκειται για αναγκαίο νομοθέτημα. Ωστόσο, είναι σίγουρο, ότι δεν αποτελεί καινοτόμα, τολμηρή αλλαγή, με ουσιαστική παροχή της 2ης ευκαιρίας, για να γίνει το αναπτυξιακό εργαλείο και η ευκαιρία επανεκκίνησης των πληγέντων επιχειρήσεων, δηλαδή το ζητούμενο, της επόμενης ημέρας.
Η πραγματικότητα σε λίγους μήνες, θα εξακολουθεί να είναι το ίδιο σκληρή και οι συνέπειες της κρίσης, όσο και να αμβλυνθούν, θα κοστίσουν σε χιλιάδες μικρομεσαίους, ακόμη και την ίδια τους την επιχειρηματική ζωή. Τότε, η διαδικασία της πτώχευσης, με την εφαρμογή του νέου σκληρού θεσμικού πλαισίου, θα είναι μονόδρομος.
Το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο της Αθήνας, ζητάει νέες παρεμβάσεις από την Κυβέρνηση στον πτωχευτικό νόμο, προκειμένου να αποτελέσει την βάση για την ταχεία εξυγίανση των βιώσιμων επιχειρήσεων, με την έμπρακτη στήριξη των Τραπεζών, του Δημοσίου και των Ασφαλιστικών Ταμείων. Είναι απαραίτητο να αξιοποιηθεί η Διαμεσολάβηση και ο ρόλος των Επιμελητηρίων, για να δοθεί ευκαιρία σύντομης επαναδραστηριοποίησης στον μη δόλιο οφειλέτη, θέτοντας ταυτόχρονα δικλείδες ασφαλείας, ώστε να μην γίνει εργαλείο για κακόπιστους οφειλέτες.