THEPOWERGAME
Κοντά στο 1/5 του τζίρου της έχει χάσει η Lidl Ελλάς, η ελληνική θυγατρική του γερμανικού ομίλου, από τον Νοέμβριο μέχρι σήμερα, δηλαδή από την επιβολή του δεύτερου lockdown και μετά, όπως υποστηρίζουν παράγοντες της αγοράς.
Ο λόγος είναι ότι κοντά στο 17% του τζίρου της προέρχεται από πωλήσεις προϊόντων bazaar, ρούχων, εξαρτημάτων κλπ., δηλαδή προϊόντων που απαγορεύεται να πωλούν τα σούπερ μάρκετ από το φυσικό τους δίκτυο, αλλά μόνο από τα ηλεκτρονικά καταστήματα και η Lidl δεν διαθέτει e-shop.
Παρά την απώλεια αυτή η Lidl, που δεν λειτουργεί με καθεστώς Ανώνυμης Εταιρείας και δεν δημοσιεύει οικονομικές καταστάσεις, παραμένει ο τρίτος μεγαλύτερος παίκτης του λιανεμπορίου τροφίμων στην Ελλάδα. Ένας παίκτης που «απειλεί» τη θέση της αλυσίδας ΑΒ Βασιλόπουλος οι πωλήσεις της οποίας πέρυσι ξεπέρασαν τα 2 δισ. ευρώ.
Σχετικά με τις επιδόσεις της, σύμφωνα με όσα έχει δηλώσει στο παρελθόν ο επικεφαλής της, το 2019 η αλυσίδα διεύρυνε την πελατειακή της βάση, αύξησε την επισκεψιμότητα στα καταστήματα της και μεγάλωσε το καλάθι αγορών. Αυτά συντέλεσαν στην αύξηση στον τζίρο της κατά 8,8% το 2019 ενώ ανοδικά κινήθηκε μέχρι και τον περασμένο Νοέμβριο όπως αναφέρουν παράγοντες της αγοράς.
Η γερμανική αλυσίδα, τα τελευταία 20 χρόνια που δραστηριοποιείται στην ελληνική αγορά, συνεχίζει ευλαβικά να επενδύει δεκάδες εκατομμύρια ευρώ για να αναπτύξει τη δραστηριότητά της.
Ο σχεδιασμός της μέχρι το 2023 περιλαμβάνει συνολικές επενδύσεις 350 εκατ. ευρώ με τη λειτουργία 11 νέων καταστημάτων. Για τη φετινή χρονιά, όπως έχει πει ο Ιάκωβος Ανδρεανίδης, πρόεδρος διοίκησης της Lidl Ελλάς, είναι η δημιουργία 4 καταστημάτων και 5 ακόμη το 2022 καθώς και η δημιουργία νέου logistic center.
Παράλληλα πέρυσι η εταιρεία επιβράβευσε τους εργαζόμενους της με επιπρόσθετες παροχές συνολικού ύψους 6 εκατ. ευρώ οι οποίες δόθηκαν σε όλους ανεξαρτήτως βαθμίδας, ενώ προ ημερών ανακοίνωσε πως προχωρά σε αύξηση απολαβών της τάξης του 3,5% προς την κατεύθυνση ενός ενιαίου μισθολογικού πλαισίου για τους εργαζόμενους της πρώτης γραμμής σε καταστήματα και αποθήκες σε όλη την Ελλάδα. Σε επίπεδο έτους η συνολική αύξηση της επένδυσης σε κόστος προσωπικού θα ανέλθει στα 1,8 εκατ. ευρώ.